Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Αόρατοι δεσμοί



     - Θεός σχωρέσ' την! είπε η μία.
     - Θεός σχωρέσ' την! είπε η άλλη, ενώ έκλαιγε γοερά. 
     - Τι άτυχη που είμαι! είπε μια τρίτη ενώ τα μαλλιά της έπεφταν τούφες-τούφες από την στενοχώρια της. Έχασα την καλύτερή μου φίλη. Ήταν δίπλα μου τόσα χρόνια, σχεδόν από όταν γεννηθήκαμε.
     - Κουράγιο! της είπε η πρώτη. Όσο και να κλάψεις δεν την φέρνεις πίσω.
     - Και τι καλή που ήταν! είπε η δεύτερη.
     - Πάντα με τον καλό τον λόγο στο στόμα, είπε μια τέταρτη.
     - Ναι, έτσι είναι, ακόμα και στα χειρότερά της δεν παραπονιόταν.
     - Τι άσχημο τέλος! Γιατί να φύγει από τώρα;
     - Βέβαια, τα είχε τα χρονάκια της... Είδατε, τα τελευταία χρόνια είχε καταπέσει πολύ. Ελάχιστα μαλλιά της είχαν μείνει, και αυτά έπεφταν με το παραμικρό φύσημα του ανέμου.
     - Ναι, αλλά και πάλι, με λίγη φροντίδα εγώ πιστεύω ότι θα μπορούσε να ζήσει αρκετά χρόνια ακόμα.
     - Τι κρίμα! Ποτέ πια δεν θα γεμίσει το κενό που άφησε!
     - Ποτέ!
     - Ποτέ, όσο ζω, ποτέ!
     Και συνέχισαν να κλαίνε.
     - Και τα πουλάκια; είπε η μία. Πού θα πηγαίνουν τώρα τα πουλάκια να ξαποσταίνουν; Σε καμία άλλη δεν πήγαιναν, μόνο εκείνη προτιμούσαν.
     Και συνέχισαν να κλαίνε και για τα καημένα τα πουλάκια.
     - Κορίτσια, είπε ξαφνικά μία, δεν το πιστεύω: Κοιτάξτε ποια έρχεται!
     - Πού είναι; Πού;
     - Εκεί, δεν την βλέπεις;
     - Ποια εννοείς;
     - Εκείνη εκεί, που κρατάει ένα παιδάκι από το χέρι...
     - Γνωστή μου φαίνεται, αλλά δεν πάει το μυαλό μου.
     - Περίμενε να πλησιάσει λίγο και θα δεις.
     - Α, για στάσου, νομίζω ότι θυμήθηκα. Δεν είναι εκείνο το κοριτσάκι με τις μακριές πλεξούδες που περνούσε από εδώ πριν από χρόνια για να πάει στο σχολείο;
     - Και που έπαιζε κρυφτό ανάμεσά μας;
     - Ναι, αυτή είναι!
     - Για φαντάσου! είπαν όλες τους με ένα στόμα και για λίγο ξέχασαν την θλίψη τους, που είχαν χάσει τη φίλη τους.
     - Για δες πώς μεγάλωσε!
     - Έχει δικό της παιδί τώρα!
     - Εγώ τη θυμάμαι από πιο παλιά, τότε που ήταν μωρό στο καρότσι, και την πήγαινε η μαμά της ή ο παππούς της στην παιδική χαρά. Ήμουν κι εγώ πολύ νέα τότε.
     Όλες αναστέναξαν όταν θυμήθηκαν τα νιάτα τους.
     - Ναι, έχεις δίκιο. Κι εγώ τη θυμάμαι. Ήταν τόσο χαριτωμένο μωρό!
     - Ναι, και αργότερα μεγάλωσε και περνούσε από εδώ για το σχολείο, με εκείνη την τεράστια τη σάκα, και πάντα κοντοστεκόταν εδώ να παίξει με τον φίλο της, τον θυμάστε τον φίλο της;
     - Λες για εκείνο το αγοράκι με τα σγουρά μαλλιά, που είχε συνέχεια γδαρμένα γόνατα;
     - Ναι, το θυμάσαι;
     - Ναι, πώς δεν το θυμάμαι! Ένα σωρό κλωτσιές μου είχε ρίξει!
     - Έλα κι εσύ, καημένη, θυμάσαι τις κλωτσιές; Παιδάκι ήταν!
     - Αν τις είχες φάει εσύ, πίστεψέ με, δεν θα τις θυμόμουν καθόλου.
     - Ε, όλες μας είχαμε φάει κλωτσιά από το συγκεκριμένο παιδί, ύστερα όμως που μεγάλωσε ήταν κύριος.
     - Ναι, γι'αυτό εσένα σε έγδαρε!
     - Μα τι λες; Το έκανε μόνο από έρωτα! Δεν βλέπεις; Ακόμα το έχω το σημάδι: Γ+Α και γύρω-γύρω μια καρδούλα!
     - Πάντως η μικρή δεν έχει αλλάξει και τόσο, όσο πλησιάζει τόσο πιο πολύ μου θυμίζει πώς ήταν στα παιδικά της χρόνια.
     - Βρε κορίτσια, τη θυμάστε τότε που έφερνε εκείνον τον φιλαράκο της και κάθονταν από κάτω από τη συχωρεμένη και άρχιζαν τις αγκαλιές και τα φιλιά, νομίζοντας ότι κανείς δεν τους έβλεπε;
     - Και πού να ήξερε!
     - Ναι, πού να ήξερε!
     - Τι να έγινε εκείνος ο νεαρός;
     - Δεν ξέρω, δεν τον έχω δει από τότε.
     - Λέτε να παντρεύτηκαν; Λέτε το παιδί να είναι δικό του;
     - Δεν τον θυμάμαι και καλά, για να δω αν του μοιάζει...
     - Πάντως είναι όμορφο παιδάκι.
     - Ναι, πολύ χαριτωμένο.
     - Και νομίζω ότι έχει τα μάτια της.
     - Και το χαμόγελό της έχει.
     - Αχ, μακάρι να αξιωθούμε να το δούμε και αυτό να μεγαλώνει, όπως είδαμε και τη μητέρα του!
     - Μακάρι!
     - Αχ, και να ζούσε τώρα η μακαρίτισσα να έβλεπε την κοπέλα, πόσο θα την καμάρωνε!
     Ανάμεσά τους απλώθηκε ξανά η θλίψη για τη χαμένη τους φίλη. Και η κοπέλα, καθώς περνούσε δίπλα από τον κομμένο κορμό της λεύκας, κρατώντας από το χέρι το παιδάκι της, κάτι ένιωσε να σαλεύει μέσα της. Άσχετα αν δεν ήξερε γιατί...

4 σχόλια:

  1. Συνηθισμένα όλα αυτά αγαπητή μου Pippi σε τέτοιες στιγμές.
    Ίσως είναι μια έμφυτη επιθυμία του ανθρώπου να ξεφεύγει από την λύπη.
    Πάντως τα έδωσες όλα πολύ όμορφα, Κάθε φράση και μια ζωγραφιά.
    Νάσαι καλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, Dennis.
    Να έχεις ένα όμορφο υπόλοιπο Κυριακής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Έλιωσα εκεί στην καρδούλα και στα αρχικά.
    Αλλά το κουτσομπολιό δεν το γλιτώσαμε ούτε από τις λεύκες!
    Όμορφη κι αυτή η ιστορία Πίπη μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Και οι λεύκες έχουνε ψυχή! Γι'αυτό, να είσαι κόσμια όταν κυκλοφορείς εκεί γύρω, χε,χε!
    Να έχεις μια όμορφη νύχτα με όνειρα γλυκά (και χωρίς λεύκες)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

To comment or not to comment? That is the question