Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Παλιά γνώριμη

     Τη συνάντησα τυχαία, και ήταν σαν να συναντούσα έναν φίλο που ήξερα από πάντα. Με κοίταξε με το ατίθασο βλέμμα της και με ρώτησε: "τι κοιτάζεις;"
     "Σε ξέρω", της απάντησα. "Είμαι σίγουρη ότι σε ξέρω."
     "Από πού;" συνέχισε τις ερωτήσεις.
     "Δεν μπορώ να θυμηθώ, αλλά είμαι σίγουρη πως σε ξέρω."
     "Η ιδέα σου θα είναι", απάντησε.
     "Πώς σε λένε;" τη ρώτησα.
     "Αφού με ξέρεις", απάντησε αυθάδικα, "δε θα έπρεπε να ξέρεις και το όνομά μου;"
     "Έλα, πες μου", παρακάλεσα.
     "Να το βρεις μόνη σου!" είπε θυμωμένα.
     "Πού μένεις;"
     "Μένω σε ένα τεράστιο σπίτι, αλλά είναι τόσο μεγάλο που χωράει άλλα εκατό σπίτια μέσα."
     "Πώς γίνεται αυτό;"
     "Γίνεται! Και το ένα σπίτι είναι επάνω σε ένα δέντρο, το άλλο επάνω σε κάτι βράχια, στην άκρη του ωκεανού, ένα σπίτι βρίσκεται στη μέση μίας γέφυρας, ένα άλλο στην άκρη ενός σύννεφου..."
     "Πολύ περίεργα σπίτια όλα αυτά... Και όλα αυτά τα σπίτια είναι μέσα στο τεράστιο σπίτι που μένεις;"
     "Ναι."
     "Δεν το καταλαβαίνω πώς γίνεται αυτό."
     "Λίγοι το καταλαβαίνουν. Και ύστερα είναι και ο κήπος..."
     "Ποιος κήπος;"
     "Ο κήπος του σπιτιού. Είναι κι αυτός πολύ μεγάλος, και έχει μέσα τα πάντα: λιοντάρια, λαγούς και μονόκερους, αλεπούδες, λύκους και πάπιες, μανιτάρια, έλατα και πουρνάρια, συντριβάνια και λίμνες με χρυσόψαρα και αλιγάτορες, φιδωτά μονοπάτια, γήπεδα του γκολφ, άλογα ιππασίας και τραπουλόχαρτα, τσαγέρες και καπέλα, κότες και κοτόπουλα, τούρτες και σοκολατάκια, παγωμένη λεμονάδα και ζελεδάκια..."
     "Τι περίεργα πράγματα που έχει ο κήπος σου! Πες μου κι άλλα!"
     "Αρκετά σου είπα. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα."
     "Θα ήθελα πολύ να τον επισκεφτώ."
     "Δε γίνεται."
     "Γιατί;"
     "Μία φορά έκανα το λάθος να τον δείξω σε κάποιον και δεν το ξανακάνω."
     "Τι έγινε;"
     "Εγώ του το είπα εμπιστευτικά και εκείνος το έκανε βούκινο σε όλο τον κόσμο, πάλι καλά, δηλαδή, που δεν του είπα και για τους εξωγήινους... Και ξαμολήθηκαν όλοι να βρουν τον κήπο και παρά τρίχα να τον ανακαλύψουν και να τον καταστρέψουν."
     "Να τον καταστρέψουν; Γιατί;"
     "Επειδή δεν είναι δικός τους και επειδή πολύ θα ήθελαν να ήταν. Αλλά η αλήθεια είναι πως όλοι έχουν τουλάχιστον έναν τέτοιο κήπο, απλώς δεν το ξέρουν."
     "Έχω κι εγώ;"
     "Εσύ κι αν έχεις! Και απορώ πώς τόση ώρα που μιλάμε δε θυμήθηκες ακόμα το όνομά μου."
     Εκείνη την στιγμή, σαν από θαύμα, το κουτάκι της μνήμης μου ξεκλειδώθηκε, και από μέσα ξεπήδησε ένα όνομα.
     "Αλίκη!" είπα.
     "Επιτέλους!", απάντησε, "νόμιζα πως δε θα το θυμόσουν ποτέ!"

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Ανεπιτυχής εκστρατεία

     Ο μεγάλος θαλασσοπόρος Ενδυμίων ήταν ο αγαπημένος θαλασσοπόρος της Βασίλισσας, ένας από τους λίγους κοινούς θνητούς που η Βασίλισσα επέτρεπε να τρώνε μαζί της στο ίδιο τραπέζι, σε απόσταση μικρότερη των δέκα μέτρων. Η Βασίλισσα τον εκτιμούσε πολύ και λάτρευε τα πικάντικα ανέκδοτα που της διηγόταν, ανέκδοτα που ανέδιδαν αρμύρα και περιπέτεια και που την έκαναν να κοκκινίζει ελαφρά.
     Όμως, τον τελευταίο καιρό, κάτι τον είχε πιάσει τον Ενδυμίωνα. Θέλετε ο πολύς καιρός που είχε περάσει από το τελευταίο του ταξίδι, θέλετε οι πολλές επισκέψεις του στην τεράστια βιβλιοθήκη του παλατιού, τον τελευταίο καιρό ήταν πολύ σκεπτικός και τα ανέκδοτα που έλεγε είχαν περιοριστεί στο ελάχιστο. Εμφανιζόταν, βέβαια, ανελιπώς στο παλάτι και έτρωγε με όρεξη το φαγητό του, αλλά τα μεσημέρια χανόταν σε μεγάλους περιπάτους στον κήπο του παλατιού και ξεχνούσε την απογευματινή παρτίδα σκάκι, που έπαιζε με το Βασιλιά, αναγκάζοντάς τον (το Βασιλιά), να στέλνει να τον φωνάζουν.
     Τόσο ο Βασιλιάς, όσο και η Βασίλισσα, ήταν λεπτοί άνθρωποι και δεν έθιξαν το θέμα στον Ενδυμίωνα. Ήρθε, όμως, η μέρα που ο τρανός θαλασσοπόρος τους αποκάλυψε αυτό που τον απασχολούσε. Ήθελε, τους είπε, να ναυλώσει μερικά καράβια και να ανοιχτεί στις θάλασσες, με σκοπό να ανακαλύψει νέες χώρες και να τις χαρίσει στη Βασίλισσά του.
     Ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα πίστευαν ότι όλες οι χώρες είχαν πια ανακαλυφτεί και είχαν και χάρτη που το αποδείκνυε, όμως ο Ενδυμίωνας ήταν πεπεισμένος για το αντίθετο, και κάθε μέρα τους πιπίλιζε το μυαλό με τις ιδέες που είχαν φωλιάσει στο μυαλό του, τόσο που η Βασίλισσα σκέφτηκε να του απαγορεύσει την είσοδο στο παλάτι. 
     Από την άλλη, μερικές νέες χώρες θα ήταν ένα πρώτης τάξης δώρο γενεθλίων, μια που τα γενέθλιά της πλησίαζαν και, σύμφωνα με τον Ενδυμίωνα, η κατάκτηση των νέων χωρών ήταν ζήτημα λίγων μηνών. Βέβαια, ήταν και το οικονομικό στη μέση: μερικά καράβια πλήρως εξοπλισμένα κόστιζαν πολύ ακριβά, και θα της χαλούσαν τα σχέδια για μια μικρή επέκταση τριάντα δωματίων που σκόπευε να κάνει στο παλάτι, για να χωράνε πιο άνετα, καθώς η πρόσφατη γέννηση του μοναχογιού της είχε δημιουργήσει την ανάγκη για περισσότερο χώρο... 
     Αποφάσισε, λοιπόν, να χρηματοδοτήσει μεν το ταξίδι του Ενδυμίωνα, αλλά του είπε ότι ήταν διατεθειμένη να ναυλώσει ένα πλοίο μόνο. Αν εκείνος χρειαζόταν κι άλλα, ας τα έβρισκε μόνος του.
     Έτσι, ο Ενδυμίωνας απευθύνθηκε στους άλλους θαλασσοπόρους φίλους του, και τελικά κατάφερε να σχηματίσει έναν μικρό στόλο. Μπροστά, λοιπόν, πήγαινε ένα μικρό πλοιαράκι, η Σαπουνάδα, με αρχηγό τον καπετάν Φούσκα, άσο στους ελιγμούς, ακολουθούμενο από την καραβέλα του Ενδυμίωνα, τη Νηνεμία, που έπλεε καμαρωτή-καμαρωτή, με το φουσκωμένο γκρίζο, ριγέ πανί της. Πίσω από τη Νηνεμία ερχόταν η Νεφέλη, το μεγάλο πλοίο του καπετάν Νύστα με το τεράστιο, λευκό πανί του, και ύστερα από τη Νεφέλη, ερχόταν η Σαΐτα, που είχε τους πιο γερούς και δυνατούς ναυτικούς από όλα τα καράβια του στόλου του Ενδυμίωνα. Τελευταίες στη σειρά ήταν η Μπιάνκα και η Μπιανκούλα, και οι δυο του καπετάν Λουλάκη, παιδικού φίλου του Ενδυμίωνα και εξαίρετου ξιφομάχου.
     Ξεκίνησε, λοιπόν, η πομπή των πλοίων και η Βασίλισσα κατέβηκε η ίδια στο λιμάνι και κούνησε το δαντελένιο της μαντήλι για δέκα ολόκληρα δευτερόλεπτα, ευχόμενη ταχεία επιστροφή και ευόδωση των σχεδίων του Ενδυμίωνα.  Και ύστερα επέστρεψε στο παλάτι, για να δει τι θα έκανε με την επέκταση, εντάξει, δε θα ήταν τριάντα τα δωμάτια, αλλά είκοσι οπωσδήποτε έπρεπε να είναι.
     Και τα έξι πλοία όλο και απομακρύνονταν από την ξηρά, μέχρι που έπαψαν να τη βλέπουν και το μόνο που έβλεπαν οι θαλασσοπόροι γύρω-γύρω ήταν το βαθύ μπλε της θάλασσας. Και τη μέρα ο άνεμος φούσκωνε τα πανιά και τα πλοία έτρεχαν επάνω στα κύματα, και το βράδυ ο Ενδυμίωνας περνούσε από πλοίο σε πλοίο και φούσκωνε τα μυαλά των ναυτικών με τα πλούτη που θα συναντούσαν στο τέλος του ταξιδιού τους, δίνοντάς τους δύναμη και κουράγιο, και κερδίζοντας στο μεταξύ μικρές περιουσίες από τους άλλους καπετάνιους, σε ολονύκτιες παρτίδες μπριτζ.
     Και ο καιρός περνούσε, και τα γενέθλια της Βασίλισσας έφτασαν, αλλά νέα από τον Ενδυμίωνα δεν υπήρχαν, και ο μοναχογιός της έβγαλε δοντάκια και άρχισε να περπατάει και να δαγκώνει όλα τα έπιπλα του παλατιού, αυξάνοντας κατακόρυφα τα έξοδα της Βασίλισσας. 
     Κι άλλος καιρός πέρασε, και οι επεκτάσεις στο παλάτι ολοκληρώθηκαν και η Βασίλισσα ρωτούσε όποιον καπετάνιο έπιανε λιμάνι εκεί μήπως είδε τον Ενδυμίωνα με τα καράβια του, αλλά κανείς δεν τον είχε δει. Και ο μοναχογιός της Βασίλισσας μεγάλωσε και άρχισε να κάνει μαθήματα με προσωπικούς δασκάλους, και η Βασίλισσα μετάνιωσε πραγματικά για τα χρήματα που είχε δαπανήσει για το πλοίο του Ενδυμίωνα, τόσα λεφτά κόστιζαν τα ιδιαίτερα...
     Και ένας μάντης που πέρασε από εκεί τους είπε ότι ο Ενδυμίωνας ζούσε και βασίλευε, αλλά ότι είχε πέσει σε κυκλώνες και σε τυφώνες και ότι είχε χάσει το μεγαλύτερο μέρος του στόλου του και είχε χάσει και τον αστρολάβο του και θα δυσκολευόταν πολύ να επιστρέψει. Και ο μοναχογιός της Βασίλισσας, που τώρα πια ήταν σε ηλικία γάμου, είπε στη μητέρα του ότι ήθελε ένα δικό του παλάτι, για να μείνει με τη γυναίκα του, όταν θα παντρευόταν. 
     Και η Βασίλισσα έβγαλε χαρτί και μολύβι και έκανε τους υπολογισμούς της, και ξαναμετάνιωσε για τα χρήματα που είχε δαπανήσει για το πλοίο του Ενδυμίωνα, και είπε πως πολύ ακριβά τα είχε πληρώσει τα ανέκδοτά του και ότι πιθανότατα ο μάντης δεν είχε δει σωστά και ο Ενδυμίωνας είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης, και μαζί με αυτόν είχαν εξαφανιστεί και η καραβέλα του και οι νέες χώρες που είχε υποσχεθεί. 
     Και ορκίστηκε να μην προσκαλέσει θαλασσοπόρο ξανά στο παλάτι, ούτε καν για καφέ, ακόμα κι αν της έταζε να κατακτήσει, για χάρη της, το ίδιο το φεγγάρι!


Σημ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου

Τρίτη 16 Αυγούστου 2016

Αλλαγή κανονισμών

     Μεγάλη συζήτηση γίνεται αυτές τις μέρες στην παραμυθοχώρα και το θέμα της είναι ένα και μοναδικό: οι αθλητικοί παραμυθαγώνες και το κατά πόσο θα πρέπει να μονιμοποιηθούν οι αλλαγές των κανονισμών που έγιναν τα τελευταία χρόνια.
     Βέβαια, όταν μιλάμε για αθλητικούς παραμυθαγώνες, μη φανταστείτε τίποτα ολυμπιακούς. Η παραμυθοχώρα είναι πολύ μικρή και δεν μπορεί να υποστηρίξει αγώνες τέτοιου μεγέθους και εμβέλειας, όμως και οι δικοί της αγώνες είναι πολύ σημαντικοί. Εκατοντάδες αθλητές παίρνουν μέρος κάθε χρόνο, και οι νικητές χαίρουν μεγάλης εκτίμησης και αποτελούν το πρότυπο όλης της παραμυθονεολαίας.
     Βρέθηκαν, που λέτε, κάποιοι που υποστήριξαν ότι τα αθλήματα θα έπρεπε να παραμένουν ακριβώς τα ίδια, ούτως ώστε να υπάρχει σύγκριση με τις επιδόσεις του παρελθόντος, κάτι που οι νεωτεριστές αντιπαρέρχονται εντόνως.
     Για τα οκτακόσια μέτρα πεταλούδας, για παράδειγμα, οι γνώμες διίστανται. Οι οπαδοί της παράδοσης νοσταλγούν τα χρόνια τα παλιά, τότε που οι πεταλούδες ήταν άγριες, κάτι που όπως και να το κάνεις αυξάνει το βαθμό δυσκολίας, σε αντίθεση με τις πεταλούδες των εκτροφείων που χρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια, που είναι πιο πειθαρχημένες και πολύ περισσότερο προβλέψιμες από τις άλλες. Και για να μην απορείτε, να σας πω ότι τα οκτακόσια μέτρα πεταλούδας δεν είναι αγώνες κολύμβησης, είναι αγώνες ταχύτητας όπου οι αθλητές τρέχουν κρατώντας δίχτυα και κυνηγούν πεταλούδες. Στο αποτέλεσμα προσμετρώνται, εκτός από τον χρόνο της κούρσας, και ο αριθμός των αιχμάλωτων πεταλούδων.
     Στον αντίποδα των "παραδοσιακών", οι νεωτεριστές υποστηρίζουν ότι τα οκτακόσια μέτρα πεταλούδας είναι πολύ πιο εντυπωσιακά τώρα, με τις πεταλούδες των εκτροφείων, οι οποίες έχουν επιλεχθεί μία-μία για τους αγώνες, και έχουν αξιολογηθεί αυστηρότατα, σύμφωνα με τα διεθνή παραμυθοπρότυπα.
      Πολλές διχογνωμίες έχει προκαλέσει και η απόφαση της επιτροπής αγώνων να επιλέξει γρανίτα για το άθλημα των καταδύσεων, αντί για το παλιό, παραδοσιακό παγωτό κρέμα. Οι ηλικιωμένοι αναφέρουν με πικρία το πόσο ευκολότερο έχει γίνει το άθλημα, ενθυμούμενοι, προφανώς, την εποχή που για τις καταδύσεις η μόνη διαθέσιμη επιλογή ήταν το παγωτό κασάτο, και όπου υπήρχε πάντα ο κίνδυνος τραυματισμού κατά την κατάδυση, σε περίπτωση που ο αθλητής έπεφτε επάνω σε ξηρό καρπό. Σε αυτήν την άποψη, οι νεωτεριστές αντιτάσσουν την άποψη ότι δεν χρειάζεται μετά τους αγώνες να γεμίζουν τα νοσοκομεία τραυματίες.
     Για τη βαφλοβολία ορίστηκε μεγαλύτερη διάμετρος βάφλας και απαγορεύτηκε οριστικά η χρήση σιροπιού, κάτι που επίσης δυσκόλευε τις ρίψεις στο παρελθόν, καθώς η βάφλα κολλούσε στο χέρι του αθλητή και οι βολές ήταν πολύ μικρές. Συζητιέται μήπως στη θέση του σιροπιού επιτραπεί η χρήση σαντιγύ, ως παράγοντα αυξημένης τριβής και, συνεπώς, αυξημένου βαθμού δυσκολίας, σε μία προσπάθεια να ισοσκελιστεί η διαφορά από τις πρώτες βαφλοβολίες.
     Στο σύνολο των αθλητικών παραμυθαγώνων, το άθλημα που ίσως υπέστη τις λιγότερες αλλαγές είναι αυτό του τραμπολίνο. Η επιτροπή αγώνων όρισε μικρή αύξηση στο ύψος του ζελέ, ούτως ώστε να βελτιωθεί η αλτικότητα, χωρίς όμως να υπάρχει κίνδυνος εκτόξευσης.
     Είναι σίγουρο ότι όλος αυτός ο διάλογος και οι αντιπαραθέσεις καθόλου δεν βοηθάνε την ψυχολογία των αθλητών, που το μόνο που χρειάζονται είναι ένα ήρεμο περιβάλλον, όπου να μπορούν να αγωνιστούν με αξιώσεις. Επιπλέον, η συνεχής αλλαγή των κανονισμών δε βοηθάει διόλου στην ορθή προετοιμασία των αθλητών. 
     Γι'αυτό, επιτάσσεται όλες οι πλευρές να συμβιβαστούν και να "συναντηθούν" κάπου στη μέση, αν δε θέλουν να καταργηθεί αυτός ο όμορφος θεσμός. 
     Και ενώ οι συζητήσεις επί του θέματος δίνουν και παίρνουν, σε έκτακτο δελτίο ειδήσεων ανακοινώθηκε κρούσμα παραβίασης των κανονισμών, καθώς ένας από τους αθλητές γνώριζε προσωπικά δύο από τις πεταλούδες των εκτροφείων, με αποτέλεσμα να αποβληθούν από τους αγώνες, τόσο ο αθλητής όσο και οι πεταλούδες.
     Μ'αυτά και μ'αυτά, είναι να μην αναφωνούν οι παλαιότεροι "και μη χειρότερα";