Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

Απρόσμενη ανακάλυψη

 


     - Είναι άδικο, θα έλεγαν οι ανηψιές της Πίπης, αντιγράφοντας τα λόγια ηρωίδας κινουμένων σχεδίων.
     - Πώς την πάτησα έτσι; περιορίζεται να πει η ίδια η Πίπη.
     Βλέπετε, όλους αυτούς τους μήνες που προηγήθηκαν, ε, εντάξει, δεν έσφυζε πάντα από υγεία, τα ψιλοκρυωματάκια της τα είχε, όμως ήταν όλα τόσο ανεπαίσθητα, που κανείς δεν το έπαιρνε είδηση. Και τώρα, πάνω που έφευγε ο Φεβρουάριος και πλησίαζε ο Μάρτιος, παραμονή πρωτομηνιάς θα ήτανε, ένα ελαφρύ, φλεβαριάτικο αεράκι συναντήθηκε με την Πίπη στον δρόμο και, άγνωστο γιατί, αυτό το φλεβαριάτικο αεράκι δεν ήταν και κανένα αγγελάκι...
     Και να που έφτασε ο Μάρτιος και την βρήκε την Πίπη συναχωμένη, με μια μύτη έτοιμη να πάρει χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στα 100 μέτρα, και με φτερνίσματα ικανά να εκτοξεύσουν πυραύλους στο φεγγάρι! Αλήθεια, πώς την πάτησε έτσι;
     Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Μάρτιος άρχισε τις παλαβομάρες, όπως το συνηθίζει, άλλωστε. Τη μια μέρα μέσα στα χαμόγελα και τα ανέκδοτα, την άλλη μέσα στην κατάθλιψη και τα κλάματα. Πότε ήλιο, πότε συννεφιά, πότε ζέστη, πότε δροσιά.
     Και έτσι έγινε και ξύπνησε ο Σέρλοκ Χολμς που κοιμάται μέσα στην Πίπη, και αποφάσισε να ανακαλύψει το λόγο που αυτός ο Μάρτιος, παιδιόθεν, φέρεται τόσο αλλοπρόσαλλα. Το σκέφτηκε από εδώ, το σκέφτηκε από εκεί, και κατέληξε.
     - Να δεις που θα είναι Δίδυμος, σκέφτηκε, καθώς φυσούσε τη μύτη της για διακοσιοστή φορά. Αλλιώς, γιατί να αλλάζει γνώμη τόσο εύκολα; Ενώ αν ήταν Ταύρος, για παράδειγμα, θα ήταν πολύ πιο σταθερός στις αποφάσεις του.
     Να κάτι που κανείς δεν είχε σκεφτεί μέχρι τώρα. Αλλά δεν αρκεί να έχεις μια ιδέα, θα πρέπει και να μπορείς να την αποδείξεις.
     - Θα πρέπει να βρω κάποια απόδειξη για τη θεωρία μου, μονολόγησε η Πίπη. Θα υπάρχει, άραγε, κάποιο πιστοποιητικό γέννησης; Μπα, δε νομίζω... Μήπως να βρω τη μαμά του, να τη ρωτήσω; Αλλά, πού να τη βρω τη μαμά του; 
     Η αποστολή που είχε αναλάβει ήταν, αν όχι αδύνατη, εξαιρετικά δύσκολη. Αλλά, στάσου: όποτε και να είχε γενέθλια, δε θα τα γιόρταζε; Δε θα έκανε κάποιο πάρτυ, δε θα καλούσε κόσμο, δε θα έσβηνε κεράκια; Αυτό ήταν!
     Και έτσι, η Πίπη αποφάσισε να παρακολουθήσει τον Μάρτιο για να βρει πότε έχει γενέθλια, και να αποδείξει ότι είναι Δίδυμος. Αλλά, τώρα, άλλο πρόβλημα προέκυψε: Πού έμενε ο Μάρτιος;
     Και επειδή ρωτώντας πας στην Πόλη, η Πίπη άρχισε να ρωτάει τα πουλάκια, που πετάνε εδώ και εκεί, και που βλέπουν τα πάντα από ψηλά, να της πουν αν ήξεραν πού έμενε ο Μάρτιος. Ρώτησε σπουργίτια, ρώτησε καρακάξες, ρώτησε κοκκινολαίμηδες, μέχρι παπαγάλους ρώτησε! Και όλα της είπαν ότι ο Μάρτιος έμενε σε ένα μικρό σπιτάκι στο βουνό. Και το σπιτάκι ήταν βαμμένο λίγο περίεργα, από τη μία πλευρά οι τοίχοι του ήταν κιτρινωποί, και από την άλλη ήταν γαλάζιοι.
     - Κλασσικός Δίδυμος, σκέφτηκε η Πίπη.
     Και ξεκίνησε να βρει το σπίτι του Μαρτίου. Και δεν ήταν καθόλου δύσκολο να εντοπίσει το σπίτι, που, όχι μόνο είχε τους μισούς τοίχους κίτρινους και τους άλλους μισούς γαλάζιους, αλλά είχε και τη μισή στέγη με κεραμίδια και την άλλη μισή χωρίς...
     Η Πίπη βρήκε μια ωραία κρυψώνα εκεί κοντά και άρχισε να παρακολουθεί το σπίτι. Και είδε και τον Μάρτιο, που γύριζε από τη βόλτα του, κρατώντας μερικά αγριολούλουδα και σφυρίζοντας χαρούμενα. Και τον ξαναείδε, λίγο μετά, μουτρωμένο και σκεφτικό, να βγαίνει κρατώντας μία ομπρέλα. Και ο ουρανός άρχισε να συννεφιάζει, και η Πίπη θυμήθηκε ότι δεν είχε πάρει ομπρέλα, και έφυγε άρον-άρον, να πάει στο σπίτι της.
     Και την επόμενη μέρα ξαναπήγε, πιο οργανωμένη, με ομπρέλα, αλλά και με καπέλο για τον ήλιο, και γυαλιά ηλίου, και κασκόλ, με νερό και με σάντουιτς, και με ένα πτυσσόμενο καθισματάκι, για να κάθεται πιο άνετα. Και τον είδε που επέστρεφε σοβαρός-σοβαρός, φορώντας έναν μάλλινο σκούφο, και μετά τον είδε να ξαναβγαίνει, φορώντας γυαλιά ηλίου και κασκέτο. Ούτε μοντέλο να ήταν, με τόση πασαρέλα... Και η Πίπη πέρασε σχεδόν όλη τη μέρα έξω από το σπίτι του Μάρτιου, μέχρι που τον είδε να γυρίζει και να κλείνεται μέσα.
     Και η παρακολούθηση συνεχίστηκε πολλές μέρες, και πάρτυ γενεθλίων δε φαινόταν στον ορίζοντα, λογικό, βέβαια, αφού δεν είχε έρθει ακόμα ο καιρός των Διδύμων. Και ο Μάρτιος συνέχισε να αλλάζει τις αμφιέσεις σαν μοντέλο σε πασαρέλα, και η Πίπη άρχισε να πιάνεται από την παρακολούθηση.
     Ώσπου μια μέρα, που ο Μάρτιος επέστρεφε σιγοσφυρίζοντας, φορώντας ένα πολύχρωμο ζακετάκι, καθώς άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του για να μπει μέσα, η Πίπη κατάφερε να ρίξει μια ματιά στο εσωτερικού του σπιτιού και να δει ότι ακριβώς απέναντι από την πόρτα υπήρχε ένας ολόσωμος καθρέφτης. Η πόρτα έκλεισε και η Πίπη μετακινήθηκε λίγο στην κρυψώνα της για να ξεπιαστεί. Κάπως περίεργος της είχε φανεί εκείνος ο καθρέφτης, αν και τον είχε δει από μακριά. Περίεργος; Α, μπα... Τι το περίεργο μπορεί να είχε ένας καθρέφτης; Χμ, μάλλον θα έφταιγε η θέση που τον είχαν τοποθετήσει. Ποιος βάζει έναν ολόσωμο καθρέφτη ακριβώς απέναντι από την πόρτα της εισόδου του; 
     - Αυτό θα είναι, σκέφτηκε η Πίπη και προσπάθησε να μη χαζεύει, έτσι ώστε όταν ο Μάρτιος θα ξανάβγαινε από το σπίτι του, εκείνη να ξαναέριχνε μια ματιά σε εκείνον τον καθρέφτη.
     Ύστερα από λίγο, πράγματι, η πόρτα ξανάνοιξε και εμφανίστηκε ο Μάρτιος, φορώντας ένα κοντομάνικο μπλουζάκι και ένα σορτσάκι. Η Πίπη, φυσικά, ήταν σε ετοιμότητα. Και, καθώς ο Μάρτιος έκλεινε πίσω του την πόρτα, πρόλαβε να ξαναδεί τον καθρέφτη. Μα, αυτός ο καθρέφτης ήταν πράγματι περίεργος! Και αυτή τη φορά η Πίπη ήξερε το λόγο. Ή, τουλάχιστον, νόμιζε πως τον ήξερε.
     Αυτός ο καθρέφτης δεν ήταν σαν όλους τους άλλους. Αλλιώς, γιατί, ενώ βρισκόταν πίσω από το Μάρτιο, δεν έδειχνε την πλάτη του, αλλά έδειχνε το πρόσωπό του;  Και - μια στιγμή - γιατί στον καθρέφτη ο Μάρτιος φορούσε ακόμα το πολύχρωμο ζακετάκι του;
     Η Πίπη έμεινε σαν αποσβολωμένη. Έπρεπε να δει τον καθρέφτη από κοντά, οπωσδήποτε. Περίμενε να απομακρυνθεί ο Μάρτιος και τότε βγήκε από την κρυψώνα της και πλησίασε στο σπίτι. Έκανε το γύρο του σπιτιού, μήπως βρει κάποιον τρόπο να ρίξει μια ματιά στον καθρέφτη, από κάποιο κοντινό του παράθυρο, ενδεχομένως, αλλά όλα τα παράθυρα είχαν τραβηγμένες τις κουρτίνες και δε φαινόταν τίποτα μέσα.
     Και εκεί που η Πίπη ετοιμαζόταν να γυρίσει στην κρυψώνα της, άκουσε ήχο πόρτας που άνοιγε. Τρόμαξε λίγο, στην αρχή, επειδή νόμιζε ότι ο Μάρτιος είχε επιστρέψει κιόλας, αλλά δεν είδε κανέναν, και η μπροστινή πόρτα του σπιτιού παρέμενε κλειστή. Μήπως ήταν η ιδέα της; Όμως όχι, ο ήχος της πόρτας ξανακούστηκε. Ήταν ήχος πόρτας που έτριζε. Ερχόταν από το πίσω μέρος του σπιτιού. Ποιος να ήταν εκεί;
     Πολύ προσεκτικά, η Πίπη έκανε το γύρο του σπιτιού. Και αυτό που είδε την άφησε με το στόμα ανοιχτό. Στο πίσω μέρος του σπιτιού βρισκόταν ο Μάρτιος, φορώντας το ζακετάκι του, άλλο πάλι και τούτο! Δεν είχε βγει από το σπίτι φορώντας κοντομάνικο και σορτς;
     Ο Μάρτιος πότιζε τον λαχανόκηπο, που βρισκόταν στο πίσω μέρος του σπιτιού. Φαινόταν λίγο σκεφτικός. Ξαφνικά, στάθηκε.
     - Ξέχασα να φορέσω το σκουφί μου, είπε, και μπήκε βιαστικά μέσα στο σπίτι.
     Η Πίπη σκέφτηκε να εκμεταλλευτεί το γεγονός και να τρέξει πίσω στην κρυψώνα της, αλλά προτού κάνει τρία βήματα, ποιον είδε να γυρίζει, φορώντας κοντομάνικο και σορτσάκι; Τον Μάρτιο! Άλλο πάλι και τούτο! Πότε πρόλαβε να βγει από το σπίτι, και μάλιστα ντυμένος με το κοντομάνικο και το σορτσάκι; 
     Και εκεί που προσπαθούσε να βρει απάντηση σε αυτό που έμοιαζε να είναι μια συνάρτηση με πολλούς αγνώστους, να σου ο Μάρτιος, που ξαναβγήκε στο πίσω μέρος του σπιτιού φορώντας το ζακετάκι και το σκουφί του! Και τότε, σαν να φωτίστηκε το μυαλό της, και η Πίπη τα κατάλαβε όλα!
     Δεν χρειαζόταν πια να ρίξει μια ματιά στον περίεργο καθρέφτη του σπιτιού, αφού ήταν σίγουρη ότι καθρέφτης δεν υπήρχε. Και ανεξάρτητα από το αν ο Μάρτιος ήταν Δίδυμος, είχε σίγουρα έναν δίδυμο, πανομοιότυπο αδερφό. Ναι, φίλοι μου, αυτό ανακάλυψε η Πίπη, και έτσι εξηγούνται όλα. Έτσι εξηγείται η συμπεριφορά του Μαρτίου που είναι αλλοπρόσαλλη. Δεν είναι ένας, αλλά δύο. Και ο ένας λατρεύει την καλοκαιρία, ο άλλος λατρεύει την παγωνιά. Και όταν βγαίνει από το σπίτι ο ένας, κάνει ζέστη, ενώ όταν βγαίνει ο άλλος, μπορεί να ρίξει και κανένα χιονάκι.
     Τώρα, πώς κανείς τόσα χρόνια δεν το είχε πάρει χαμπάρι, δεν μπορώ να το καταλάβω. Εκτός αν, όταν λένε "Μάρτης, γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης" να εννοούν "Μάρτης, Γδάρτης..." και Μάρτης να λέγεται ο ένας, ο κεφάτος, και Γδάρτης ο δίδυμός του, ο "στριμμένος". Θα μπορούσε...