Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2022

Λαβράκι


      Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα, που ήταν πολύ αγαπημένοι. Η αγάπη τους μεγάλωνε μέρα με τη μέρα, και επισφραγίστηκε από τη γέννηση ενός πανέμορφου μωρού. Το μωρό ήταν κοριτσάκι και τόσο όμορφο, που όποιος το έβλεπε ξεχνούσε όλα του τα προβλήματα και γέμιζε αισιοδοξία. Γι'αυτό και του έδωσαν το όνομα Αυγή.
     Ο βασιλιάς και η βασίλισσα ήταν πολύ ευτυχισμένοι, αλλά επειδή πίστευαν ότι η ευτυχία πολλαπλασιάζεται όταν μοιράζεται, θέλησαν να μοιραστούν το ευτυχές γεγονός με όλο τον κόσμο, και διοργάνωσαν στο παλάτι μια φαντασμαγορική γιορτή, όπου όλοι ήταν προσκεκλημένοι. Μόνο μία κακιά μάγισσα, με το όνομα Μαλέφισεντ, δεν προσκλήθηκε στη γιορτή του βασιλικού ζεύγους.  Βλέπετε, ο βασιλιάς και η βασίλισσα ήταν ευτυχισμένοι, αλλά όχι τόσο αφελείς ώστε να πιστεύουν ότι η ευτυχία τους θα έφτανε για να νικήσει την κακία μιας κακιάς μάγισσας.
     Όπως είναι λογικό, ένα γεγονός όπως μία βασιλική γιορτή δεν μπορούσε να μείνει μυστικό, και η Μαλέφισεντ έμαθε πολύ γρήγορα ότι ήταν η μόνη που δεν είχε λάβει πρόσκληση. Σκύλιασε από το κακό της και, καθώς ήταν πολύ ισχυρή, βρήκε εύκολα τρόπο, όχι απλώς να τρυπώσει ανάμεσα στους καλεσμένους, αλλά να κάνει εντυπωσιακή είσοδο, εν μέσω αστραπών και βροντών. Όλοι τρόμαξαν, και με το δίκιο τους. Η Μαλέφισεντ στάθηκε αντάξια της φήμης της και καταράστηκε τη σχεδόν νεογέννητη Αυγούλα να τρυπήσει το δάχτυλό της σε ένα αδράχτι και να πεθάνει, ακριβώς την ημέρα των δεκάτων έκτων γενεθλίων της. 
     Όπως γίνεται, όμως, συνήθως, ακόμα και στα τελειότερα σχέδια συχνά κάπου υπάρχει κάποιο κενό. Το κενό στο σχέδιο της Μαλέφισεντ ήταν ο χρόνος. Με άλλα λόγια, βιάστηκε να καταραστεί την Αυγούλα, χωρίς να περιμένει να ολοκληρώσουν τις ευχές τους όλες οι Μοίρες, που είχαν προσκληθεί από το βασιλικό ζεύγος πρώτες-πρώτες, και έδωσε την ευκαιρία σε μία από αυτές να τροποποιήσει την κατάρα και να μεταμορφώσει το θάνατο σε βαθύ ύπνο. Και όχι μόνο αυτό. Η αληθινή αγάπη θα μπορούσε να λύσει εντελώς την κατάρα, απλά και μόνο με ένα φιλί.
     Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι. Η Αυγούλα, δυστυχώς, τρύπησε το δάχτυλό της σε ένα αδράχτι στα δέκατα έκτα γενέθλιά της και έπεσε σε βαθύ ύπνο. Μαζί με εκείνη έπεσε σε ύπνο και όλο το βασίλειο. Αλλά η κατάρα έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο, όπως γνωστή έγινε και η ομορφιά της Αυγούλας, εξαιτίας της οποίας της δόθηκε το προσωνύμιο "Ωραία Κοιμωμένη". Ένα σωρό γενναίοι ιππότες επιχείρησαν να σώσουν την Αυγούλα, αλλά και όλο το βασίλειο, από την κατάρα της Μαλέφισεντ, χωρίς αποτέλεσμα, αφού η κακιά μάγισσα εξαπέλυσε εναντίον τους τους πιο αιμοβόρους δράκους που είχε στην υπηρεσία της. Στο τέλος, ένας πρίγκηπας, ο πιο γενναίος από όλους, κατάφερε να σκοτώσει όλους τους δράκους και να ξυπνήσει, με ένα του φιλί, την Ωραία Κοιμωμένη, την οποία και παντρεύτηκε στη συνέχεια.
     Όσο για τη Μαλέφισεντ, όλοι είπαν ότι έπεσε θύμα της ίδιας της της κατάρας, αφού στην προσπάθειά της να αποτρέψει τους ιππότες από το να λύσουν τα μάγια, είχε μεταμορφωθεί και η ίδια σε άγριο, ιπτάμενο δράκο, τον οποίο ο γενναίος πρίγκηπας, έκανε κομμάτια με το σπαθί του.
     Η αλήθεια, όμως, είναι ότι μία τόσο ισχυρή μάγισσα όπως η Μαλέφισεντ δε θα μπορούσε να νικηθεί τόσο εύκολα, και παρ'όλο που ο ιππότης την τραυμάτισε θανάσιμα, στην πραγματικότητα δεν την σκότωσε. Και, ενώ η Αυγούλα περνούσε έναν υπέροχο μήνα του μέλιτος μετά του γενναίου συζύγου της, η Μαλέφισεντ γιάτρεψε τις πληγές της και άρχισε να υφαίνει την εκδίκησή της.
     Η Μαλέφισεντ μεταμορφώθηκε σε πουλί και πέταξε σε όλες τις άκρες του κόσμου, μαζεύοντας τα πιο δηλητηριώδη βότανα, που φύτρωναν στις πιο απόκρημνες πλαγιές των ψηλότερων βουνών. Ύστερα μεταμορφώθηκε σε ψάρι και κολύμπησε μέχρι τα πιο ενεργά υποθαλάσσια ηφαίστεια, όπου μάζεψε τις πιο μαγικές πέτρες, την ώρα που γεννιούνται. Τέλος, κλείστηκε στην τεράστια βιβλιοθήκη του κάστρου της, ψάχνοντας τα πιο θανατηφόρα ξόρκια. Σκουρόχρωμοι, πυκνοί καπνοί άρχισαν να βγαίνουν από τα παράθυρα του πιο ψηλού πύργου και τα δέντρα στην περιοχή γύρω από το κάστρο άρχισαν να ξεραίνονται.  
     Κανένας δεν κατάλαβε τίποτα, επειδή όλοι είχαν πιστέψει ότι είχαν ξεμπερδέψει με το κακό στη ζωή τους. Αλλά ένας γερο-μάγος που περνούσε από την περιοχή είδε τους καπνούς και τα ξεραμένα δέντρα και κατάλαβε ότι κάτι κακό συνέβαινε. Και αφού έκανε την έρευνά του, κατάλαβε ότι ο πύργος που έβγαζε καπνούς έκρυβε μία τεράστια απειλή για τους ανθρώπους. Όπως ήταν λογικό, ο γερο-μάγος δε θα μπορούσε να περιμένει κάποιον άλλον να καταπολεμήσει αυτήν την απειλή, αφού κανένας δεν ήταν τόσο καταρτισμένος, όσο αυτός ο ίδιος. Ετοιμάστηκε, λοιπόν, όσο πιο καλά μπορούσε και μια μέρα  εξαπέλυσε όλες του τις δυνάμεις εναντίον του κάστρου της Μαλέφισεντ.
     Εννοείται ότι η Μαλέφισεντ δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια, παρά επιτέθηκε με λύσσα και ορμή στο γερο-μάγο, στέλνοντάς του τις ισχυρότερες κατάρες της και τα πιο θανατηφόρα της ξόρκια. Η μάχη υπήρξε σκληρή και αμφίρροπη και έφτασε τις δυνάμεις του γερο-μάγου στα όριά τους, όμως η τύχη ήταν τελικά με το μέρος του και άρχισε να κερδίζει έδαφος. Η Μαλέφισεντ συνέχισε να πολεμάει λυσσαλέα αλλά, στο τέλος κατάλαβε ότι οι δυνάμεις της είχαν αρχίσει να εξαντλούνται. Ο γερο-μάγος είχε νικήσει.
     Ένας μάγος, και ιδιαίτερα ένας κακός μάγος, όπως η Μαλέφισεντ, δε γίνεται να εξαφανιστεί εντελώς από προσώπου γης, και αυτό ο έμπειρος γερο-μάγος το ήξερε πολύ καλά. Γι'αυτό, έκανε το καλύτερο που μπορούσε: την έκανε τόσο μικροσκοπική, που πια δε θα μπορούσε να βλάψει κανέναν. Μαζί με τη Μαλέφισεντ, μαγεύτηκε και το κάστρο της, και έγινε και εκείνο μικροσκοπικό. Ο γερο-μάγος είχε σώσει την ανθρωπότητα.
     Η Μαλέφισεντ έμεινε, λοιπόν, να βράζει στο ζουμί της, αλλά επειδή το κακό τρώγεται με τα ρούχα του και ποτέ δεν ησυχάζει, άρχισε και πάλι να ψάχνει για νέα ξόρκια. Και καθώς είχε άφθονο χρόνο μπροστά της, έτσι φυλακισμένη που ένιωθε στο μικροσκοπικό της κάστρο και στο ακόμα μικροσκοπικότερο κορμί της, δεν άφησε κανένα από τα βιβλία της μαγείας της που να μην το διαβάσει δυο και τρεις φορές. Μια μέρα, εκεί που διάβαζε ένα από τα παλιότερα βιβλία της, ανακάλυψε ότι σε μία υποσημείωση που αρχικά δεν της είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία, κρυβόταν το μεγαλύτερο κακό ξόρκι που είχε ανακαλυφθεί ποτέ, και το μόνο που ήταν ανίκητο, επειδή αποτελούσε μια μεγάλη αλήθεια. Η υποσημείωση ανέφερε ότι. σε αντίθεση με το καλό, το κακό έχει τη δύναμη να αυτοτροφοδοτείται. Άρα, η Μαλέφισεντ θα μπορούσε να ξαναγίνει δυνατή και τρομερή, εκμεταλλευόμενη την ίδια της την κακία. Είχε έρθει η ώρα να επανακάμψει οριστικά.
     Η Μαλέφισεντ σκέφτηκε ότι για να πετύχει τον σκοπό της γρηγορότερα, θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί και την κακία των άλλων, όσο μικρή κι αν ήταν. Όλοι κάνουν κακές σκέψεις και πράξεις κάποιες φορές, γιατί να πάνε χαμένες; Μετέφερε, λοιπόν, το μικροσκοπικό της κάστρο σε ένα μέρος από όπου περνούσε πολύς κόσμος έτσι ώστε να μπορεί να εκμεταλλεύεται τις κακές σκέψεις και τις κακές πράξεις των ανθρώπων πιο εύκολα. Και για να πετύχει τον σκοπό της ανενόχλητη, χωρίς να την ανακαλύψει ή να την εμποδίσει κανένας - ούτε καν ο γερο-μάγος - το καμουφλάρισε κιόλας.
     Από το μικροσκοπικό, καμουφλαρισμένο της κάστρο, η Μαλέφισεντ άρχισε να τσιγκλάει τους ανθρώπους που περνούσαν από εκεί κοντά, έτσι ώστε να κάνουν κακές σκέψεις και πράξεις πιο εύκολα και εκείνη να μαζεύει γρηγορότερα την αρνητική ενέργεια που χρειαζόταν για την επιστροφή της. Με κάθε κακιά σκέψη ή πράξη, ένιωθε να δυναμώνει. Και οι άνθρωποι άρχισαν να τσακώνονται πιο συχνά, αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν το γιατί.  
     Όμως, αγαπάει ο Θεός τον κλέφτη, αγαπάει και το νοικοκύρη. Και η Πίπη, που έχει τα μάτια της πάντα ανοιχτά, κατάφερε να εντοπίσει το κάστρο της Μαλέφισεντ, κι ας είναι καμουφλαρισμένο. Το έβγαλε, λοιπόν, φωτογραφία για να το δείξει σε όλο τον κόσμο και να πει σε όλους να προσέχουν και να μην το πλησιάζουν. Αρκετά κακά έχει αυτός ο κόσμος, δεν χρειαζόμαστε και μία Μαλέφισεντ στο κατόπι μας... 


Σημ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022

Θέμα διακόσμησης

 



     - Ωραία γιορτή, είπε η Δόνια Χούλια, και ανέμισε με χάρη τη βεντάλια της.
     - Λίγο υπερβολική, όμως, δε νομίζεις; είπε η Δόνια Μερθέδες, και ανέμισε και εκείνη τη δική της βεντάλια. 
     - Έτσι είναι όταν κάποιος έχει λεφτά, παρατήρησε η Δόνια Χούλια. Και οι Γκονθάλο έχουν λεφτά να φάνε και οι κότες.
      - Άκουσα ότι η μουσική είναι σύνθεση του Μοντεβέρντι, ειδική παραγγελία για τη γιορτή.
     - Ναι, και το μενού το επιμελήθηκε ο ίδιος ο Τριστάν Καζουλέ, άρτι αφιχθείς από το Παρίσι. Θα έχουν και τούρτα τριών ορόφων. 
     - Τούρτα σε εορτασμό γενεθλίων; Πού ακούστηκε; Για να μη μιλήσω για τον εορτασμό των γενεθλίων, τι κακόγουστη ιδέα! Ποια γυναίκα θα ήθελε να της θυμίζουν την ηλικία της;
     Οι δύο γυναίκες χαχάνισαν διακριτικά πίσω από τις ανοιχτές τους βεντάλιες.
     - Υπέροχο το φόρεμά σου! είπε η Δόνια Μερθέδες.
     - Σου αρέσει; Είναι η τελευταία λέξη της μόδας στην Αυλή.
     - Αναδεικνύει τη σιλουέτα σου με τον καλύτερο τρόπο.
     - Χαλάλι τα λεφτά που κόστισε! Αν και, παρά τρίχα να μην έχω τι να φορέσω...
     - Τι εννοείς;
     - Μία λέξη θα σου πω: ποντίκια!
     - Μη μου πεις!
     - Θα σου πω. Τρία τόπια από το ακριβότερο μετάξι γέμισαν τρύπες! Αναγκάστηκα να κάνω νέα παραγγελία, και μέχρι να έρθει το καινούργιο ύφασμα από τη Βενετία, έχασα τον ύπνο μου!
     - Ευτυχώς που όλα πήγαν καλά, τελικά. Τολμώ να πω ότι είσαι η πιο καλοντυμένη εδώ μέσα.
     - Ε, ας μην υπερβάλλουμε... Και το δικό σου φόρεμα είναι πολύ καλοραμμένο.
     - Έφερα Γάλλο μόδιστρο, γι'αυτό. Αυτοί οι Γάλλοι, παιδί μου, είναι μάγοι! Με το τίποτα φτιάχνουν αριστουργήματα!
     - Ναι, και η ραφή είναι πολύ καλή, αλλά και το πατρόν. Τονίζει εξαιρετικά τους γοφούς σου!
     - Ποιους γοφούς, χρυσή μου; Ξεχνάς ότι, δυστυχώς, δεν έχω καθόλου καμπύλες;
     - Καλύπτεις το πρόβλημα τόσο καλά, που μονίμως το ξεχνάω!
     - Και να πει κανείς ότι δεν προσπαθώ... Αλλά είμαι άτυχη! Πήρα από τη θεία μου την Εουλάλια. Όλοι στο σόι στρουμπουλοί και αφράτοι, εκείνη ξερακιανή, σαν αποξηραμένο σκουμπρί. Αλλά εκείνη, τουλάχιστον, κλείστηκε σε μοναστήρι, η σιλουέτα της είναι ό,τι πρέπει για τη μοναστική ζωή, εγώ, όμως, που επέλεξα τα εγκόσμια, βασανίζομαι καθημερινά. Μη νομίζεις ότι δεν ξέρω πως με σχολιάζουν όλοι!
     - Έλα τώρα, ιδέα σου είναι...
     - Δεν είναι καθόλου ιδέα μου. Τους βλέπω εγώ πώς με κοιτάζουν, κάθε φορά που με ρωτάνε για την υγεία μου, λες και είμαι φθισική! 
     - Άσ'τα τώρα αυτά και απόλαυσε τη γιορτή! Το φόρεμά σου σίγουρα θα τους κλείσει τα στόματα!
      -  Καλή μου Χούλια, πόσο χαίρομαι που ήρθες! ακούστηκε μία γνωστή φωνή και η Δόνια Αλντόνθα εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά τους. 
     - Μα, ήταν ποτέ δυνατόν να μην έρθω; απάντησε η Δόνια Χούλια και χαμογέλασε.
     - Υπέροχη η γιορτή σας! είπε η Δόνια Μερθέδες, για να πάρει κι εκείνη μέρος στη συζήτηση.
     - Δόνια Μερθέδες! Πόσο χαίρομαι που σας βλέπω! Πώς είναι η υγεία σας;
     - Εξαιρετικά, είπε η Δόνια Μερθέδες και κοίταξε με νόημα τη Δόνια Χούλια. Όπως εξαιρετικά είναι όλα: ο διάκοσμος, ο φωτισμός, η μουσική, όλα!
     - Πόσο χαίρομαι που σας αρέσουν, είχα τόσο άγχος να είναι όλα στην εντέλεια! Βέβαια, η βροχή μας τα χάλασε λίγο... Οι δρόμοι θα έχουν γεμίσει λάσπες, και η λάσπη είναι ό,τι χειρότερο υπάρχει, οι άμαξες κολλάνε με το παραμικρό. 
     - Έχετε δίκιο, κι εγώ τη σιχαίνομαι τη λάσπη!
     - Ελπίζω να τα καταφέρουν να έρθουν όλοι οι προσκεκλημένοι, δε θα ήθελα να λείψει κανείς...
     - Πιστεύω ότι δε θα συνεχίσει να βρέχει για πολύ, είπε η Δόνια Χούλια. Αυτές οι ανοιξιάτικες βροχούλες είναι συνήθως πολύ σύντομες.
     - Μακάρι, αλλιώς θα πρέπει να ακυρώσουμε τα πυροτεχνήματα.
     - Θα έχετε και πυροτεχνήματα;
     - Μα, φυσικά, χρυσή μου! Μια φορά γίνεται κανείς δεκαεπτά!
     - Αξιαγάπητη η κορούλα σας, είπε η Δόνια Μερθέδες.
     - Αχ, το κοριτσάκι μου έγινε ολόκληρη κοπέλα! Πώς περνάει ο καιρός! Μέχρι χθες ακόμα έπαιζε με κούκλες
     - Εύχομαι να έχει μία καλή τύχη!
     - Αμήν!... Θα με συγχωρέσετε, όμως, τώρα. Βλέπω πως ήρθε η επίσημη ερωμένη του Μαρκήσιου ντε Φουέντες, πρέπει να πάω να την υποδεχτώ.
     Η Δόνια Αλντόνθα απομακρύνθηκε βιαστικά. Οι δύο γυναίκες την ακολούθησαν με το βλέμμα τους και κοίταξαν τη νεοφερμένη από την κορυφή ως τα νύχια.
     - Σιγά την καλλονή! είπε η Δόνια Μερθέδες πίσω από τη βεντάλια της.
     - Συμφωνώ, είπε η Δόνια Χούλια. Τι της βρήκε, κοτζάμ μαρκήσιος;
     Ένας ξερακιανός ιππότης εμφανίστηκε στη σάλα. Μικρά, λασπωμένα σημάδια άρχισαν να εμφανίζονται διάσπαρτα στο μαρμάρινο πάτωμα.
     - Τι δουλειά έχει εδώ ο Δον Κιχώτης; είπε έκπληκτη η Δόνια Μερθέδες. Ώστε αληθεύουν οι φήμες ότι κορτάρει τη Δουλθινέα;
     - Μη λες ανοησίες, είπε ο Δόνια Χούλια, η Δουλθινέα απλώς διασκεδάζει μαζί του! Πώς αλλιώς να διασκεδάσει, νέα κοπέλα; Δεν βρισκόμαστε, δα, στη Μαδρίτη, όπου υπάρχουν τόσες επιλογές για διασκέδαση!
     - Ναι, αλλά δεν είναι σωστό. Θα ήταν καλύτερα να τον στείλει από εκεί που ήρθε, παρά να τον κοροϊδεύει.
     - Μην τον λυπάσαι και τόσο, εκείνος τις ξεκίνησε τις φήμες! Αλλά τώρα τα ψέματα τελειώνουν. Τα γενέθλια είναι η αφορμή. Στην πραγματικότητα, θα ανακοινώσουν τους αρραβώνες της εορτάζουσας με τον Εμίλιο Ντε Λα Κρουθ.
     - Το άκουσα κι εγώ αυτό, ώστε αληθεύει; Ο Εμίλιο Ντε Λα Κρουθ είναι εξαίρετος νέος!
     - Αν δεν ήταν και τόσο γυναικάς, θα ήταν ακόμα καλύτερος.
     - Αχ, χρυσή μου, ποιος άντρας είναι τέλειος; Ας έχει, τουλάχιστον κάτι να ασχολείται, να μην τον έχει συνεχώς μέσα στα πόδια της!
     Οι δύο γυναίκες ανέμισαν γρήγορα τις βεντάλιες τους, για να καλύψουν τα χαχανητά τους.
     - Πάντως εγώ δε θα τον ήθελα για την κόρη μου, είπε η Δόνια Χούλια. Καλύτερα να την στείλω σε μοναστήρι!
     - Δεν έχεις δίκιο, οι Ντε Λα Κρουθ έχουν τα μεγαλύτερα κοπάδια όλης της Ισπανίας, για να μη μιλήσουμε για τα κτήματα και τα ακίνητα! Μεγάλη τύχη για τη Δουλθινέα!
     - Τι να τα κάνεις τα πλούτη, χρυσή μου; Όλος ο κόσμος το ξέρει ότι ο ο προ-προ-προ-προπάππους του πατρός Ντε Λα Κρουθ ήταν βασιλικός γελαδάρης στην αυλή του Φερδινάνδου του Β'!
     - Υπασπιστής του ήταν.
     - Έτσι λένε οι Ντε Λα Κρουθ. Ξεχνάς ότι η οικογένειά μου έχει στενούς δεσμούς με την υψηλή αριστοκρατία; Γνωρίζω πολύ καλά για τι μιλάω και σου λέω πως ήταν γελαδάρης!
     - Ε, και γελαδάρης να είναι, εμάς τι μας νοιάζει; Μήπως θα τον παντρευτούμε εμείς;
     Μια πολύ καλοντυμένη κοπέλα κατέβηκε με χάρη τη μαρμάρινη σκάλα της σάλας. Ήταν η Δουλθινέα.
     - Ω, αγλάισμα των οφθαλμών μου! ακούστηκε από την άλλη άκρη της αίθουσας και ο ξερακιανός ιππότης έτρεξε να την υποδεχτεί. Φεγγαροπρόσωπη Δουλθινέα, εσύ που σβήνεις τα άστρα στο πέρασμά σου! 
     - Καλώς ήρθατε στη γιορτή, Δον Κιχώτη, του απάντησε ευγενικά η Δουλθινέα.
     - Υποκλίνομαι ταπεινά στην ομορφιά σου, Δουλθινέα, εσύ, πιο όμορφη από την Ωραία Ελένη της Σπάρτης, πιο άξια από την πιστή Πηνελόπη της Ιθάκης, πιο σοφή από την ίδια τη θεά Αθηνά!
     - Ελπίζω να περάσετε όμορφα στη γιορτή...
     - Αλίμονο, η μοίρα μου το έχει να μην ησυχάζω ούτε στιγμή, ένας ιππότης του βεληνεκούς μου πάντα προκαλεί τον φθόνο και οι εχθροί μου είναι πολλοί. Απόλαυσε εσύ τη γιορτή σου, γλυκιά μου οπτασία, και άσε με εμένα να επαγρυπνώ. Κανείς δεν θα αγγίξει ούτε τρίχα από τα μαλλιά σου! Εγώ είμαι εδώ και θα σε προστατέψω με την ίδια μου τη ζωή, αν χρειαστεί!
     Η Δουλθινέα δεν απάντησε, αλλά υποκλίθηκε ελαφρά και χαμογέλασε. Ύστερα απομακρύνθηκε με χάρη και άρχισε να χαιρετάει έναν-έναν τους προσκεκλημένους. Ο Δον Κιχώτης έμεινε λίγο να τη θαυμάζει.
     - Τον καημένο! είπε η Δόνια Χούλια. Είναι για λύπηση...
     Ένα μουρμουρητό ακούστηκε. Στη σάλα εμφανίστηκε ένας όμορφος νεαρός άνδρας.
     - Ο υιός Ντε Λα Κρουζ! ψιθύρισε η Δόνια Μερθέδες. Μη μου πεις τώρα ότι δεν είναι εξαιρετική επιλογή για τη Δουλθινέα!
     - Ομολογώ ότι είναι πολύ καλοβαλμένος, για απόγονος βασιλικού γελαδάρη.
     - Έλα τώρα, μη γίνεσαι τόσο υπεροπτική, επειδή εσένα όλοι σου οι πρόγονοι κατάγονται από ευγενείς! Εφτά γενιές έχουν περάσει από το γελαδάρη που λες, το ταπεινό παρελθόν πάει πια, έχει σβηστεί!
     - Απορώ που το λες εσύ, μία τόσο πιστή Καθολική! Τόσοι αιώνες έχουν περάσει κι ακόμα το πληρώνουμε το προπατορικό αμάρτημα!
     - Πάντως, εδώ που τα λέμε, ο Ιησούς ποτέ δεν σχετίστηκε με τους ευγενείς.
     - Εννοείται, χρυσή μου, ξεχνάς πως οι ευγενείς εκείνη την εποχή δεν ήταν χριστιανοί;
     Ένας ευτραφής άντρας με αρχοντική κορμοστασιά στάθηκε στο μέσο της σάλας. Η Δόνια Αλντόνθα ήρθε και στάθηκε στο πλάι του.
     - Αξιότιμοι καλεσμένοι, καλώς ήρθατε! είπε δυνατά ο Δον Λορένθο. Ελπίζω η ταπεινή μας γιορτή προς τιμήν της θυγατέρας μας να καλύψει στο έπακρο τις προσδοκίες σας! Η αξιότιμη συζυγός μου και εγώ καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια γι'αυτό. 
     Η Δόνια Αλντόνθα έκανε μία μικρή υπόκλιση.
     - Στο γεύμα που θα ακολουθήσει, συνέχισε ο Δον Λορένθο, θα απολαύσουμε εκλεκτά εδέσματα από τα χέρια του μάγου της γεύσης, Τριστάν Καζουλέ. 
     Ένα επιφώνημα θαυμασμού ακούστηκε σε όλη την αίθουσα.
     - Εννοείται ότι για το γεύμα χρησιμοποιήθηκαν τα καλύτερα κρέατα της χώρας, όσο για το χαμόν - του οποίου, όπως πολλοί γνωρίζετε, είμαι λάτρης -, το έχουμε φέρει ειδικά από την Εξτρεμαδούρα. 
     Όλοι χειροκρότησαν ενθουσιασμένοι.
     - Ο μεσιέ Καζουλέ επιμελήθηκε και την τριώροφη τούρτα που θα απολαύσουμε στο τέλος του γεύματος, διακοσμώντας την με μία τέλεια αναπαράσταση της ισπανικής υπαίθρου, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να εκφράσει τον απέραντο θαυμασμό του προς τον ανυπέρβλητο πολιτισμό μας. 
     Τα χειροκροτήματα δυνάμωσαν, για να ησυχάσουν και πάλι.
     - Μετά το γεύμα, ένα κουαρτέτο εγχόρδων θα μας διασκεδάσει με μουσική που συνέθεσε ειδικά για την περίσταση ο μεγάλος Κλάουντιο Μοντεβέρντι, και στη συνέχεια θα ακολουθήσει χορός μέχρι αργά. Αλλά μη νομίζετε ότι αυτό θα είναι και το τέλος της γιορτής. Μόλις σκοτεινιάσει θα περάσουμε στον κήπο, όπου θα παρακολουθήσουμε επίδειξη πυροτεχνημάτων...
     Μια διαπεραστική κραυγή ακούστηκε. Όλοι πάγωσαν. Ένας λεπτός άντρας σε έξαλλη κατάσταση εμφανίστηκε.
     - Συμφογάαααααα! Κύγιε Γκονσάλο, λε καταστγόφ! Ω, μον Ντιε!
     - Τι συνέβη, μεσιέ Καζουλέ;
     - Είναι τγομεγό, σ'ε μανιάκ, ω, μον Ντιε! Σ'ε φινί!
     - Ηρεμήστε, αγαπητέ μου, και εξηγήστε μου!
     - Λε γκατό, λε σεβαλιέ, πουμ, πουμ, πουμ!
     - Τι λεγκατό;
     - Λε, γκατό, λε γκατό, λα τουγτά! 
     - Λα τουγτά; Α, η τούρτα!
     - Ουί, λα τουγτά! Λε σεβαλιέ, πουμ, πουμ, πουμ!
     Ο μεσιέ Καζουλέ ξέσπασε σε λυγμούς. Ο Δον Κιχώτης εμφανίστηκε στην άκρη της σάλας. Το βλέμμα του έλαμπε. Η πανοπλία του ήταν πασαλειμμένη με κρέμα. Το σπαθί του γυμνό, κι αυτό λερωμένο με κρέμα.
     - Σε λουί, ιλ ε λα, λε κουπάμπλ! είπε ο Τριστάν Καζουλέ και το δάχτυλό του έτρεμε καθώς έδειχνε το Δον Κιχώτη.
     - Όλα τακτοποιήθηκαν, είπε ο Δον Κιχώτης. Μη φοβάστε, πλέον, αγαπητοί μου, το κακό έδειξε τα μυτερά δόντια του και τα γαμψά του νύχια, γρύλισε, ούρλιαξε, και επιτέθηκε με όλη του την ορμή, αλλά με τη δύναμη του Θεού, ενικήθη κατά κράτος! Ο μάγος που με εχθρεύεται εδώ και χρόνια χρησιμοποίησε όλη του την τέχνη, με απώτερο σκοπό να βλάψει ό,τι πολυτιμότερο έχω κάτω από το ζωοδότη ήλιο, αλλά το σπαθί της δικαιοσύνης έπεσε επάνω στον ίδιο σαν τη Δαμόκλειο σπάθη! Τούτο εδώ το σπαθί που βλέπετε, που είναι η προέκταση του ίδιου μου του χεριού και ο πιο πιστός μου φίλος, έπραξε στο ακέραιο το καθήκον του!
     Ο Δον Κιχώτης σήκωσε στον αέρα το λερωμένο με κρέμα σπαθί του. Λίγη κρέμα έπεσε από το σπαθί στο πάτωμα και ο ήχος ακούστηκε σε όλη τη σάλα. Ο μεσιέ Καζουλέ έβγαλε μια κραυγή και κατέρρευσε στην αγκαλιά του Δον Λορένθο.
     - Αχ, και τα'λεγα εγώ, είπε η Δόνια Αλντόνθα στο Δον Λορένθο: καλός και άγιος ο μεσιέ Καζουλέ, αλλά τι τους ήθελε τους ανεμόμυλους επάνω στην τούρτα;

Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2022

Μπούμερανγκ

 


     - Έχετε επισκέψεις, είπε η νοσοκόμα από τη μισάνοιχτη πόρτα και έφυγε βιαστικά.
     Η κυρα-αλεπού μπήκε φουριόζα.
     - Καλημέρα, λύκε! είπε η κυρα-αλεπού. Πώς τα πας;
     - Πώς να τα πάω; είπε ο λύκος και προσπάθησε να ανασηκωθεί στο κρεβάτι του. Ωχ! είπε και αφέθηκε να ξαναξαπλώσει.
     - Πονάς ακόμα;
     - Με δουλεύεις; Πώς να μην πονάω; Τρία σπασμένα πλευρά, ένα πόδι στο γύψο... Για να μην πω για την στραμπουληγμένη μου ουρά...
     - Όταν το άκουσα τις προάλλες, που το έλεγε ο βαρώνος Μυγχάουζεν σε μία παρέα, δεν το πίστεψα, φυσικά. Αλλά όταν αργότερα, που πήγα για τη μηνιαία περιποίηση της ουράς μου, το άκουσα και από τον κουρέα της Σεβίλλης, που το έλεγε στον κόμη Μοντεχρίστο, λέω "δεν μπορεί, μάλλον είναι αλήθεια. Ο κουρέας της Σεβίλλης μπορεί να είναι μεγάλος κουτσομπόλης, αλλά οι πληροφορίες του συνήθως είναι σωστές".
     - Ναι, έτσι είναι...
     - Αλλά, πες μου, βρε παιδί μου, πώς το έπαθες;
     - Μη μου πεις ότι ο κουρέας δεν το ήξερε αυτό!
     - Η αλήθεια είναι ότι αυτό που άκουσα δεν το πολυπίστεψα... έλεγε ότι η Κοκκινοσκουφίτσα σε έστειλε στο νοσοκομείο... Εντάξει, μερικές φορές έχει την τάση να τα παραφουσκώνει...
     - Μμμμ...
     - Λέω, δεν μπορεί η Κοκκινοσκουφίτσα να τον έκανε τόπι, ένα χραπ! να κάνει εκείνος και την έκανε κομματάκια!... 
     - Μμμμ...
     - Μα γιατί δε λες τίποτα;... Αλήθεια είναι;... Η Κοκκινοσκουφίτσα;... Όχι δα! Μα πώς;
     - Σας έφερα το μεσημεριανό σας, είπε ο τραπεζοκόμος που μόλις είχε μπει στο θάλαμο με έναν τρόλεϊ γεμάτο δίσκους.
     Άφησε ένα δίσκο στο τραπέζι που βρισκόταν στο πλάι του λύκου. 
     - Κοτόπουλο με φιδέ, ψητά λαχανικά, και για το τέλος, ρυζόγαλο και μήλο, είπε.
     - Μπλιαχ! είπε ο λύκος.
     - Καλή όρεξη, είπε ο τραπεζοκόμος και βγήκε από το θάλαμο.
     - Θέλεις να σε βοηθήσω να φας; είπε η αλεπού.
     - Δε θέλω, μπλιαχ!
     - Ε, εντάξει, για τα λαχανικά, το ρυζόγαλο και το μήλο το καταλαβαίνω, αλλά έχει και κοτοπουλάκι, μμμ..., καλέ αυτό είναι ανάλατο, σκέτη αηδία!
     - Αν ξανάρθεις, φέρε μου, σε παρακαλώ, κανένα σουβλάκι ή κανένα χάμπουργκερ απ'έξω, αυτοί εδώ θέλουν να με ξεκάνουν!
     - Θα σου φέρω αρνάκι ψητό στο φούρνο. Εδώ πιο κάτω υπάρχει μια ταβέρνα, "Η Ρίγανη". Ουρές κάνουν τα Σαββατοκύριακα για το ψητό της αρνάκι, και όχι άδικα. Χρησιμοποιεί μόνο κρέας από ντόπιες, βιολογικές φάρμες.
     - Ήδη μου τρέχουν τα σάλια!
     - Θα ξανάρθω το απόγευμα, στο επόμενο επισκεπτήριο, και θα σου φέρω, μην ανησυχείς... Αλλά, δε μου είπες πώς σε κατάντησε έτσι η Κοκκινοσκουφίτσα...
     - Για να είμαστε ακριβείς, υπεύθυνη γι'αυτό που έπαθα δεν είναι η Κοκκινοσκουφίτσα, αλλά η Άννα.
     - Ποια Άννα;
     - Αυτή, που της αρέσει να ατενίζει... Βρήκε, λέει, στο σπίτι της έναν καλικάντζαρο και του ανάθεσε να πει στην Πίπη ότι εγώ έφαγα την Κοκκινοσκουφίτσα. Και, ναι μεν η Πίπη δεν το πίστεψε, έλα όμως που το πίστεψε η Κοκκινοσκουφίτσα!
     - Δηλαδή;
     - Τη συναντάω τις προάλλες στον δρόμο για το σπίτι της γιαγιάς της, ξέρεις...
     - Και ποιος δεν ξέρει;
     - Φαινόταν φουρκισμένη. "Δε μου λες", μου λέει, "τι είναι όλα αυτά που ακούω, θα με φας, λέει;". "Ποιος τα λέει αυτά;" ρωτάω. "Βρε, ασ'τα αυτά", μου λέει, "πιστεύεις στ'αλήθεια ότι μπορείς να με φας;". Και, προτού προλάβω να απαντήσω, με αρχίζει στις λαβές!
     - Ποιες λαβές;
     - Του καράτε! Το ήξερες εσύ ότι ξέρει καράτε;
     - Τι μου λες;
     - Ασ'τα, μαύρη ζώνη!
     - Πω-πω, καψερέ μου, τι σου έμελλε να πάθεις! Κι όλα αυτά εξαιτίας ενός καλικάντζαρου...
     - Όλα αυτά εξαιτίας της Άννας! Αλλά αυτό δε θα μείνει έτσι! Να ψάξει τρύπα να κρυφτεί! Την βλέπω πρώτη μούρη στη Ρίγανη, να φιγουράρει στον κατάλογο με τα ψητά της ώρας!
     - Έλα τώρα, μη συγχίζεσαι, δεν κερδίζεις τίποτα... 
     - Θα την τακτοποιήσω εγώ! Ο ξάδερφός μου, ο Μαύρος Πητ, έχει ήδη γίνει η σκιά της, κοντοζυγώνει η ώρα της...
     - Ο Μαύρος Πητ; Δεν ήταν στη φυλακή αυτός, για ληστείες και για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση;
     - Σωστά το είπες, ήταν. Δραπέτευσε τον περασμένο μήνα, μαζί με άλλους τρεις κολλητούς του, βαρυποινίτες και οι τρεις... Να διαβάζω τα πρωτοσέλιδα, μου είπε ο Μαύρος Πητ.
     - Γιατί;
     - Εκεί θα διαβάσω αυτά που θα κάνει στην Άννα.
     - Έλα, σταμάτα, αγριεύομαι!... Ας αλλάξουμε θέμα. Ωραία είσαι εδώ, έχεις την ησυχία σου... Οι περισσότεροι θάλαμοι σε αυτό το νοσοκομείο είναι τουλάχιστον τρίκλινοι, αλλά εσύ, μονόκλινο, ούτε του παπά να μην το πεις!
     - Είχα δόντι, γι'αυτό. Ο διευθυντής του νοσοκομείου είναι πρώτος ξάδερφος της πεθεράς της σπιτονοικοκυράς μου.
     - Α, έτσι εξηγείται... Ακόμα κι έτσι, πάντως, τυχερός είσαι. 
     - Δεν έχω παράπονο... Αν ήταν και το φαγητό της προκοπής, μέχρι που θα ήμουν και χαρούμενος...
     - Πάντως, ακόμα να το χωνέψω ότι η Κοκκινοσκουφίτσα σε κατάντησε έτσι... Τη θυμάμαι μικρούλα, σκέτη κούκλα ήτανε, με τα φουστανάκια της, με τα σοσονάκια της, με τα κόκκινα σκουφάκια της, με τα μπουκλάκια της... είναι δυνατόν αυτή η κουκλίτσα να παλεύει σαν τον Μπρους Λι;
     - Κι όμως...
     Μία στρουμπουλή νοσοκόμα κοντοστάθηκε στην πόρτα.
     - Σε πέντε λεπτά τελειώνει το επισκεπτήριο, είπε αυστηρά και εξαφανίστηκε εν ριπή οφθαλμού.
     Ο θάλαμος φωτίστηκε στιγμιαία. Μια βροντή ακούστηκε ύστερα από ελάχιστα δευτερόλεπτα.
     - Πρέπει να βιαστώ, είπε η αλεπού και κινήθηκε προς την πόρτα, έρχεται βροχή και δεν έχω πάρει ομπρέλα.
     - Θα ξανάρθεις όμως είπες, ε;
     - Ναι, το απόγευμα.
     - Το αρνάκι μην ξεχάσεις, θα περιμένω!
     - Μην ανησυχείς!
     Η αλεπού τάχυνε το βήμα της στο διάδρομο.
     - Βρε τον κακομοίρη το λύκο, σκέφτηκε, και σακατεμένος και ξενηστικωμένος!... Να το ξέρει, άραγε, η Άννα πως ο Μαύρος Πητ βρίσκεται στο κατόπι της;