Τον τελευταίο καιρό, διάφορα γεγονότα απασχολούν το μυαλό της Πίπης και δεν την αφήνουν να σταυρώσει ούτε πρόταση. Μάταια προσπαθεί να βρει ιστορίες, μάταια επιπλήττει τον εαυτό της για τη συγγραφική της απουσία. Οι ιστορίες μάλλον έχουν φτιάξει τις βαλίτσες τους και κάνουν διακοπές. Κάπου ζεστά, υποθέτω. Το θέμα είναι πως οι ιστορίες λείπουν. Και αυτό, το δίχως άλλο, στενοχωρεί την Πίπη.
Παρ'όλ'αυτά, η Πίπη ακόμα θυμάται. Και τι θυμάται; Θυμάται ότι σαν σήμερα, έναν χρόνο πριν, ένα φασολάκι μετατράπηκε σε ανθρωπάκι και ξεπήδησε στον κόσμο των ανθρώπων κάνοντάς τον ένα πολύ πιο ενδιαφέρον μέρος για να ζει κανείς. Το ανθρωπάκι, είχε ό,τι έχουν όλα τα ανθρωπάκια: δυο μεγάλα, ερευνητικά μάτια, δυο βελούδινα, φουσκωτά μαγουλάκια, απαλά, σαν μετάξι μαλλάκια, λεπτά χεράκια με μακριά δαχτυλάκια και δυο απαλά πατουσάκια, γεννημένα για φιλάκια.
Όλοι είπαν ότι ήταν ένα πολύ όμορφο μωρό, κάτι που αποδείχτηκε πως δεν ήταν διόλου αλήθεια, αφού στην πορεία ομόρφυνε κι άλλο! Έτσι, με κάθε επιφύλαξη, τώρα, ναι, το μωρό είναι ένα όμορφο μωρό. Και όχι μόνο αυτό. Είναι η χαρά της ζωής, μέσα στα γέλια και τις τσαχπινιές. Για να μην αναφερθούμε στην άνεση τοπ μόντελ, με την οποία ποζάρει στο φακό... Ούτε να μιλήσουμε για την ταχύτητα με την οποία έμαθε να πατάει τα κουμπιά του τηλεφώνου και να μετακινεί τις φωτογραφίες στα κινητά με οθόνη αφής, κάτι που στους μεγαλύτερους παίρνει πολύ περισσότερο χρόνο...
Το μωρό πέρασε από όλα τα στάδια που περνάνε συνήθως τα μωρά, και στην παρούσα φάση έχει μεταμορφωθεί σε ένα μαϊμουδάκι, που μιμείται ό,τι βλέπει και δεν πτοείται από τα κάθε λογής εμπόδια που συναντάει στον δρόμο του, δίνοντας μαθήματα υπομονής και, κυρίως, επιμονής και αποδεικνύοντας ότι είναι καμωμένο από την στόφα του νικητή. Λάτρης των ήχων, το ανθρωπάκι τώρα πια μιλάει με μεγάλη επιτυχία τη δική του, μοναδική γλώσσα, είτε μονολογώντας, είτε κουβεντιάζοντας με τους γύρω του και τα "πρρρρρρρρρρρ", τα "μπρδμπλμπρδ", τα "νταμπανταμπανταμπα" και τα "ταμπετάταμπετάταμπετά" πάνε κι έρχονται. Πλάθει κουλουράκια, χτυπάει παλαμάκια, φυσάει, σφυρίζει, τρελλαίνεται να παίζει τύμπανο, και γενικά προσφέρει άφθονη διασκέδαση στους γύρω του, που νομίζουν ότι το ανθρωπάκι δεν ξέρει τι του γίνεται. Κούνια που τους κούναγε...
Όλοι είπαν ότι ήταν ένα πολύ όμορφο μωρό, κάτι που αποδείχτηκε πως δεν ήταν διόλου αλήθεια, αφού στην πορεία ομόρφυνε κι άλλο! Έτσι, με κάθε επιφύλαξη, τώρα, ναι, το μωρό είναι ένα όμορφο μωρό. Και όχι μόνο αυτό. Είναι η χαρά της ζωής, μέσα στα γέλια και τις τσαχπινιές. Για να μην αναφερθούμε στην άνεση τοπ μόντελ, με την οποία ποζάρει στο φακό... Ούτε να μιλήσουμε για την ταχύτητα με την οποία έμαθε να πατάει τα κουμπιά του τηλεφώνου και να μετακινεί τις φωτογραφίες στα κινητά με οθόνη αφής, κάτι που στους μεγαλύτερους παίρνει πολύ περισσότερο χρόνο...
Το μωρό πέρασε από όλα τα στάδια που περνάνε συνήθως τα μωρά, και στην παρούσα φάση έχει μεταμορφωθεί σε ένα μαϊμουδάκι, που μιμείται ό,τι βλέπει και δεν πτοείται από τα κάθε λογής εμπόδια που συναντάει στον δρόμο του, δίνοντας μαθήματα υπομονής και, κυρίως, επιμονής και αποδεικνύοντας ότι είναι καμωμένο από την στόφα του νικητή. Λάτρης των ήχων, το ανθρωπάκι τώρα πια μιλάει με μεγάλη επιτυχία τη δική του, μοναδική γλώσσα, είτε μονολογώντας, είτε κουβεντιάζοντας με τους γύρω του και τα "πρρρρρρρρρρρ", τα "μπρδμπλμπρδ", τα "νταμπανταμπανταμπα" και τα "ταμπετάταμπετάταμπετά" πάνε κι έρχονται. Πλάθει κουλουράκια, χτυπάει παλαμάκια, φυσάει, σφυρίζει, τρελλαίνεται να παίζει τύμπανο, και γενικά προσφέρει άφθονη διασκέδαση στους γύρω του, που νομίζουν ότι το ανθρωπάκι δεν ξέρει τι του γίνεται. Κούνια που τους κούναγε...
Τέλος πάντων, το γεγονός είναι ένα: το ανθρωπάκι, η μικρή τυμπανίστρια, σήμερα έχει γενέθλια και η Πίπη, που όπως όλοι έχουν μάθει είναι μία χαζοθεία άνευ προηγουμένου, αποφάσισε να της κάνει ένα δώρο ειδικά φτιαγμένο για εκείνη. Και ποιο δώρο θα ήταν καλύτερο από μία ιστορία;
Όμως η Πίπη δυσκολεύεται. Σκέφτηκε, λοιπόν, να αφιερώσει ένα ταιριαστό παραμύθι στην ανηψούλα της, αλλά ποιο;
Να γράψει για την Ωραία Κοιμωμένη, που μια κακιά μάγισσα τη μάγεψε και την έκανε να αποκοιμιέται μόνο στην αγκαλιά και όχι στο κρεβάτι της, μέχρι να γίνει δεκαέξι ετών; Η Πίπη χαμογελάει, ενθυμούμενη πόσες φορές η Ωραία Κοιμωμένη έχει αποκοιμηθεί και στη δική της αγκαλιά - και, μεταξύ μας, και η Πίπη έχει αποκοιμηθεί αγκαλιά με την Ωραία Κοιμωμένη. Όταν λύνονται τα μάγια και η Ωραία Κοιμωμένη ξυπνάει, σκάει ένα χαμόγελο, μα ένα χαμόγελο... Η Πίπη σκέφτεται το χαμόγελο της Ωραίας Κοιμωμένης, κάθε φορά που λύνονται τα μάγια, και ξεχνάει τι ήθελε να κάνει!
Α, ναι, να γράψει ένα παραμύθι θέλει! Μήπως να γράψει για την Ραπουνζέλ; Βέβαια, πώς το ξέχασε; Αφού και η ίδια τη μικρή τη φώναζε Ραπουνζέλ στην αρχή. Και η μικρή Ραπουνζέλ είχε κάτι μαλλάκια σαν σαλιγκαράκια, που όμως στη συνέχεια τα σαλιγκαράκια ξεδιπλώθηκαν και τώρα τα μαλλάκια είναι ίσια και μεταξένια, σαν να τα έχουν φτιάξει μεταξοσκώληκες!
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ήταν μια κοπέλα που την έλεγαν Ραπουνζέλ, που μάκραινε τα μαλλιά της, για να τα κάνει μακριές πλεξούδες και να τα ρίξει στο πριγκηπόπουλο, να ανέβει στον πύργο όπου βρισκόταν κλεισμένη και να σκοτώσει τον δράκο που τη φύλαγε νύχτα-μέρα... Η Πίπη σκέφτεται πόσο ενοχλείται η μικρή Ραπουνζέλ όταν της πειράζουν τα μαλλιά και πόσο απεχθάνεται τα τσιμπιδάκια και τα καπέλα. Και ονειρεύεται πότε θα μακρύνουν τα μαλλάκια της για να της τα πλέκει κοτσιδάκια...
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ήταν μια κοπέλα που την έλεγαν Ραπουνζέλ, που μάκραινε τα μαλλιά της, για να τα κάνει μακριές πλεξούδες και να τα ρίξει στο πριγκηπόπουλο, να ανέβει στον πύργο όπου βρισκόταν κλεισμένη και να σκοτώσει τον δράκο που τη φύλαγε νύχτα-μέρα... Η Πίπη σκέφτεται πόσο ενοχλείται η μικρή Ραπουνζέλ όταν της πειράζουν τα μαλλιά και πόσο απεχθάνεται τα τσιμπιδάκια και τα καπέλα. Και ονειρεύεται πότε θα μακρύνουν τα μαλλάκια της για να της τα πλέκει κοτσιδάκια...
Καλή η Ραπουνζέλ, δε λέω, αλλά μήπως η Σταχτοπούτα είναι πιο ταιριαστή; Για να τα βάλουμε κάτω τα πράγματα... Εντάξει, μητριά δεν υπάρχει, μόνο μια χαζομαμά, και ούτε κακές αδερφές υπάρχουν (τουλάχιστον, όχι ακόμη), αλλά νεραϊδονονά υπάρχει και είναι η Πίπη, αυτό δε σας το είπα, σας το είπα;
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ήταν μια κοπέλα που την έλεγαν Σταχτοπούτα και της άρεσαν οι δουλειές του σπιτιού και ιδιαίτερα το σκούπισμα και το ξεσκόνισμα και που είχε μεγάλα πόδια... Θα ξεχάσει η Πίπη πως της μέτρησαν την πατούσα της μικρής Σταχτοπούτας για να της πάρουν τα βαφτιστικά παπούτσια στο σωστό νούμερο, πως της τα πήραν και ένα νούμερο μεγαλύτερα, αλλά πως το πόδι της μεγάλωσε τόσο γρήγορα που μόλις και μετά βίας πρόλαβε να τα φορέσει; Άραγε, το βασιλόπουλο έχει προνοήσει να της φέρει μεγάλο νούμερο παπούτσι; Καημένη Σταχτοπούτα, δεν είσαι τελικά για γυάλινο γοβάκι...
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ήταν μια κοπέλα που την έλεγαν Σταχτοπούτα και της άρεσαν οι δουλειές του σπιτιού και ιδιαίτερα το σκούπισμα και το ξεσκόνισμα και που είχε μεγάλα πόδια... Θα ξεχάσει η Πίπη πως της μέτρησαν την πατούσα της μικρής Σταχτοπούτας για να της πάρουν τα βαφτιστικά παπούτσια στο σωστό νούμερο, πως της τα πήραν και ένα νούμερο μεγαλύτερα, αλλά πως το πόδι της μεγάλωσε τόσο γρήγορα που μόλις και μετά βίας πρόλαβε να τα φορέσει; Άραγε, το βασιλόπουλο έχει προνοήσει να της φέρει μεγάλο νούμερο παπούτσι; Καημένη Σταχτοπούτα, δεν είσαι τελικά για γυάλινο γοβάκι...
Και τότε η Πίπη σκέφτεται τη Χιονάτη, παρ'όλο που το δέρμα της μικρής δεν είναι λευκό σαν το χιόνι. Και μετράει: δύο χαζογονείς, τέσσερεις χαζοπαππούδες και μια χαζοθεία-νεραϊδονονά, το σύνολο εφτά. Και, γεμάτη χαρά που επιτέλους τον βρήκε τον τίτλο, η Πίπη αναφωνεί:
- Μα πώς και δεν το σκέφτηκα νωρίτερα; Η Χιονάτη και οι εφτά χάνοι!
Και το παραμύθι συνεχίζεται.
Και το παραμύθι συνεχίζεται.