Παρασκευή 27 Αυγούστου 2021

Ποιος Θανάσης;

 


     Πολλές φορές, τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται. Αυτό θα μπορούσε να πει κανείς, βλέποντας ότι η γνωστή και μη εξαιρετέα Αρτίστα, ύστερα από μια μακρόχρονη απουσία και μια πολύ ευχάριστη επανεμφάνιση στην μπλογκόσφαιρα, αποφάσισε να μας συστήσει όλη την πανίδα της νέας της γειτονιάς, αν παράλληλα γνώριζε ότι, εκείνες τις μέρες, η Πίπη είχε αντίστοιχους "προβληματισμούς". 
     Πολλοί νομίζουν, βέβαια, ότι η Πίπη είναι ατρόμητη και ότι αγαπάει όλα τα έμβια όντα, η αλήθεια όμως είναι αρκετά διαφορετική... Για την ακρίβεια, υπάρχει ολόκληρη λίστα ανεπιθύμητων όντων που, αν η Πίπη δεν γνώριζε ότι η φύση για να λειτουργήσει χρειάζεται και τα ανεπιθύμητα όντα, θα πλήρωνε όσο-όσο για να τα εξολοθρεύσει.
     Εννοείται ότι, όσο τα ανεπιθύμητα όντα κινούνται εκτός της Χώρας του Διαμερίσματος και των Χωρών των βεραντών, όλα βαίνουν καλώς, και η Πίπη μπορεί να προσποιείται ότι στον κόσμο υπάρχουν μόνο υπέροχα, αγαπησιάρικα πλάσματα.
     Μπορείτε, λοιπόν, να φανταστείτε, το συναισθηματικό σεισμό που συντάραξε την Πίπη, όταν ένα βράδυ, συνάντησε μια κατσαρίδα να σουλατσάρει μέσα στη Χώρα του Διαμερίσματος! Το σοκ ήταν τέτοιο, που η Πίπη στην αρχή δεν πίστευε τα μάτια της, αφού είχε λάβει όλα τα μέτρα που θα μπορούσε για να κρατήσει τους ανεπιθύμητους επισκέπτες εκτός. Η κατσαρίδα, όμως, ήταν κάτι περισσότερο από ολόγραμμα και η Πίπη αποφάσισε να δράσει αυτοπροσώπως, αφού δεν υπήρχε κανείς άλλος να τη βοηθήσει. 
     Ξεχάστε το σαβουάρ βιβρ και τους καλούς τρόπους, όπως τους ξέχασε και η ίδια η Πίπη. Ούτε που περίμενε την κατσαρίδα να της συστηθεί, να της πει πόθεν ερχόταν, τι την έφερνε σε εκείνα τα μέρη, ποια ήταν τα χόμπυ της, βρε αδερφέ, προτού πέσει επάνω της με όλο της το βάρος. Και, 69 ολόκληρα κιλά, δεν τα λες και λίγα, ειδικά όταν είσαι η κατσαρίδα, επάνω στην οποία έχουν πέσει, αλλά και πάλι, δεν μπορούμε να ξέρουμε μετά βεβαιότητας, αφού η κατσαρίδα ταξίδεψε βίαια και μάλλον ακαριαία σε τόπο χλοερό, οπότε δεν μπορούμε πια να τη ρωτήσουμε... Ας αρκεστούμε να πούμε ότι η όλη περιγραφή του γεγονότος θα μπορούσε άνετα να αποτελέσει πρώτης τάξεως σενάριο για επεισόδιο του Μίστερ Μπιν, και ας μην εκθέσουμε την Πίπη περισσότερο, ο καθένας ας φανταστεί ό,τι μπορεί να τον κάνει να γελάσει...
     Έληξε, λοιπόν, το συμβάν με την κατσαρίδα, σαφώς πιο δυσάρεστα για την κατσαρίδα, παρά για την Πίπη, και ενώ η Πίπη βρισκόταν ήδη σε διαδικασία επούλωσης ψυχικών τραυμάτων - αρκεί να πούμε ότι επί μέρες έκανε νυχτερινές εφόδους στον τόπο του εγκλήματος - μια μέρα αποφάσισε ότι η Χώρα της Μπροστινής Βεράντας είχε γεμίσει ξερά φύλλα, για τα οποία είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου να μαζευτούν. Πήρε, λοιπόν, την σκούπα της και το φαράσι της και άρχισε να μαζεύει τα ξερά φύλλα. Και εκεί που μετακινούσε την γλάστρα με την αλανιάρα τη τριανταφυλλιά - δεν την ξέρετε αυτήν, είναι μία τριανταφυλλιά που την έχει σπείρει η μαμά της Πίπης και κάνει μικρά, ροζ λουλουδάκια - για να μπορέσει να σκουπίσει τα ξερά φύλλα που κρύβονταν πίσω της, ένα μικρό σαμιαμιδάκι ξεπετάχτηκε πίσω από την γλάστρα!
     Μπορείτε άνετα να φανταστείτε ότι τα σαμιαμίδια βρίσκονται στην ίδια λίστα ανεπιθύμητων όντων της Πίπης, όπου βρίσκονται και οι κατσαρίδες, και ας τη συγχωρήσει η Αρτίστα που τα συμπαθεί, αλλά κι εκείνη δε χωνεύει τα χελιδόνια, τα οποία η Πίπη λατρεύει, οπότε είναι πάτσι...
     Κανονικά, η Πίπη, όταν βλέπει σαμιαμίδι προσπαθεί να το διώξει μακριά, και αυτό έκανε και αυτή τη φορά, προσπαθώντας να το διευκολύνει κιόλας με την σκούπα (μη φανταστείτε ότι πήγε να το κοπανήσει, να το ανεβάσει επάνω στην σκούπα ήθελε, για να μπορέσει μετά να το πετάξει από κάτω, στον κήπο). Θέλετε, όμως, που το σαμιαμίδι δεν καταλάβαινε το σχέδιο της Πίπης, θέλετε που ήταν πολύ μικρό, θέλετε που είχε προηγηθεί ο φόνος της κατσαρίδας μερικές μέρες πριν, η Πίπη αποφάσισε να ακολουθήσει άλλη προσέγγιση. Και σκέφτηκε ότι το σαμιαμιδάκι, αφού δεν έδειχνε την παραμικρή διάθεση να φύγει, θα μπορούσε να μείνει στη Χώρα της Μπροστινής Βεράντας, αρκεί να μην επιχειρούσε ποτέ να μπει και στη Χώρα του Διαμερίσματος. Θα γινόταν ένα είδος κατοικιδίου, ας πούμε. Αλλά τα κατοικίδια έχουν και όνομα, οπότε η Πίπη αποφάσισε να δώσει όνομα στο σαμιαμίδι. Και το όνομα αυτού: Θανάσης.
     Από την επόμενη μέρα, λοιπόν, η Πίπη, πιστή στην απόφασή της να έχει το Θανάση ως κατοικίδιο, άρχισε να τον  αναζητάει κάθε πρωί στη Χώρα της Μπροστινής Βεράντας, με σκοπό να ξεκινήσουν διπλωματικές σχέσεις, μάταια όμως. Ο Θανάσης είχε εξαφανιστεί. 
     - Για δες, είπε η Πίπη, πάνω που αποφάσισα να κάνω την υπέρβαση!
     Και μέχρι που έριχνε νερό πίσω από την αλανιάρα την τριανταφυλλιά, για να τον βγάλει από την κρυψώνα του, αλλά ο Θανάσης ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Προφανώς, είχε αποφασίσει να πάει σε άλλη χώρα, τι να κάνουμε;
     Και να που έφτασε και η μέρα η σημερινή, και η Πίπη είπε να κάτσει λίγο να διαβάσει στη Χώρα της Μπροστινής Βεράντας. Έριξε και μια ματιά, για καλό και για κακό, μήπως και έβρισκε το Θανάση, κρυμμένο πίσω από την γλάστρα - ποτέ δεν ξέρεις -, αλλά πίσω από την γλάστρα δεν υπήρχε κανείς. 
     - Πάει ο Θανάσης, είπε η Πίπη.
     Και έκατσε να διαβάσει το βιβλίο της. Και αφού διάβασε κανα-δυο κεφάλαια, και ενώ ο ήλιος είχε αρχίσει να κρύβεται πίσω από τα βουνά στη δύση, η Πίπη πήρε να ποτίζει τα λουλούδια της Χώρας της Μπροστινής Βεράντας, που είχαν αρχίσει να της κάνουν νοήματα... Πότισε το αγιόκλημα, πότισε το γιασεμί, την μπουκαμβίλια, τα γεράνια, πότισε τις τριανταφυλλιές - όχι την αλανιάρα, τις άλλες δύο - και έφτασε και στην αλανιάρα. Και εκεί που πότιζε την αλανιάρα, ένα σαμιαμιδάκι πετάχτηκε τρομαγμένο από πίσω από την γλάστρα! Μα, πού κρυβόταν και δεν το είχε δει η Πίπη;
     - Θανάση, εσύ είσαι; ρώτησε η Πίπη. 
     Τσιμουδιά ο Θανάσης.
     - Πού γυρνούσες τόσες μέρες; ξαναρώτησε η Πίπη.
     Ούτε κιχ ο Θανάσης.
     - Βρε, μπας και δεν είναι ο Θανάσης; αναρωτήθηκε η Πίπη. Σαν να μου φαίνεται λίγο διαφορετικός...
     Η αλήθεια είναι πως έμοιαζε λίγο μεγαλύτερος, άσε που ο Θανάσης έμοιαζε να έχει περισσότερες ρίγες από αυτόν, αλλά, και πάλι, μήπως ήταν ο Θανάσης και απλώς είχε μεγαλώσει λίγο;
     Και τότε η Πίπη συνειδητοποίησε ότι μάλλον δεν είχε βρει το κατάλληλο όνομα για το ασυνήθιστο κατοικίδιό της. Και αφού το σαμιαμίδι δεν εξέφρασε την παραμικρή αντίρρηση - όχι πως θα είχε και μεγάλη σημασία -, και αφού η παγκόσμια βιβλιογραφία δεν μπόρεσε να τη βοηθήσει επί του θέματος, τελικά το σαμιαμιδάκι ξαναβαφτίστηκε. Και το όνομα αυτού: Φανούρης. 



Σημ: Οι φωτογραφίες είναι δικές μου