Η Βρισηίδα η ακρίδα έπαιζε με τις φιλενάδες της "Δεν πηδάς, κυρα-Μαρία", όταν παρατήρησε ότι δύο ακρίδες από τη παρέα μιλούσαν χαμηλόφωνα και την κοιτούσαν, φως φανάρι ότι την σχολίαζαν χωρίς καν να κρατούν τα προσχήματα. Η Βρισηίδα πολύ ενοχλήθηκε και έχασε τη συγκέντρωσή της εντελώς, και όταν αργότερα άρχισαν το κρυφτό, δεν μπορούσε να σκεφτεί καμία καλή κρυψώνα και οι υπόλοιπες την έβρισκαν σχεδόν αμέσως.
Τι να έλεγαν, άραγε, οι δυο τους; αναρωτιόταν η καημένη η Βρισηίδα, και αν δεν ήταν η κολλητή της φίλη, η Μακριλένα, ποτέ της δεν θα το μάθαινε:
- Καλέ Βρισηίδα, της είπε η Μακριλένα εμπιστευτικά, το ξέρεις ότι μυρίζει η αναπνοή σου;
Να κάτι που δεν είχε φανταστεί ποτέ η Βρισηίδα. Ώστε μύριζε η αναπνοή της;
- Μήπως έχεις κανένα χαλασμένο δόντι; έριξε την ιδέα η Μακριλένα.
Να, λοιπόν, που έπρεπε να πάει στον οδοντογιατρό, και η Βρισηίδα δεν τους συμπαθούσε καθόλου τους οδοντογιατρούς.
- Μάλλον θα πρέπει να σε δει κάποιος οδοντίατρος, είπε η Μακριλένα και η Βρισηίδα κατάλαβε ότι δεν είχε και πολλές επιλογές.
- Θα πάω στον οδοντίατρο, είπε με μισή καρδιά η Βρισηίδα και την επόμενη μέρα κιόλας βρισκόταν στο οδοντιατρείο του κυρίου Αδαμάντιου Κορώνα, οδοντίατρου με ειδίκευση στην εντομοδοντολογία.
Ο κύριος Κορώνας έβαλε την Βρισηίδα να καθήσει στην οδοντιατρική του καρέκλα και να ανοίξει καλά-καλά το στόμα της. Ύστερα άναψε ένα δυνατό φως από πάνω της και άρχισε την εξέταση.
Αφού, λοιπόν, την εξέτασε με κάθε λεπτομέρεια, και αφού της έβγαλε και ακτινογραφίες, τις οποίες τις κοίταξε πολύ προσεκτικά, ο κύριος Κορώνας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα δόντια της Βρισηίδας ήταν εντελώς γερά.
- Δεν βλέπω να υπάρχει κανένα πρόβλημα με τα δόντια σας, είπε ο κύριος Κορώνας.
- Ναι, είπε η Βρισηίδα, αλλά μυρίζει η αναπνοή μου, έτσι λένε όλοι, μέχρι και η κολλητή μου, η Μακριλένα.
- Εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι'αυτό, λυπάμαι πολύ, είπε ο κύριος Κορώνας.
- Και τι θα κάνω; Θα συνεχίσουν να με σχολιάζουν οι άλλες ακρίδες;
- Το μόνο που θα μπορούσα να προτείνω είναι οι μέντες, ή τουλάχιστον, να μασάτε τσίχλα με άρωμα μέντας ή δυόσμου.
- Δε μου αρέσουν οι τσίχλες.
- Τότε, αν δεν σας πειράζει, μπορείτε να μασάτε φύλλα δυόσμου, κάνουν την ίδια δουλειά με τις τσίχλες.
Αυτά είπε ο κύριος Κορώνας και η Βρισηίδα έφυγε από το ιατρείο του σκεφτική. Πού θα έβρισκε φύλλα δυόσμου; Και τι γεύση θα είχαν; Μήπως δεν ήταν νόστιμα;
Και εκεί που περπατούσε, η Βρισηίδα σκόνταψε επάνω σε έναν δυόσμο. Και αμέσως άρχισε τις δοκιμές. Και πολύ της άρεσε ο δυόσμος. Τόσο, που δεν χόρταινε να μασάει τα φύλλα του. Και από τότε το πρόβλημά της λύθηκε δια παντός.
Αλλά με το που λύθηκε το πρόβλημα της Βρισηίδας, ξεκίνησαν τα προβλήματα της Πίπης. Κι αυτό, διότι ο δυόσμος που έλυσε το πρόβλημα της Βρισηίδας βρίσκεται στη Χώρα της πίσω βεράντας και, όπως όλοι ξέρουμε, η Χώρα της πίσω βεράντας συνορεύει με τη Χώρα του διαμερίσματος, όπου ζει η Πίπη.
Όχι, πείτε μου κι εσείς, που είστε αμερόληπτοι: χάθηκαν οι δυόσμοι; Τον δυόσμο της Πίπης έπρεπε να διαλέξει η Βρισηίδα;
Σημ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου