Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

Πασχαλινά αυγά

     


     Στον Ειρηνικό Ωκεανό, υπάρχει ένα μικρό νησί, το νησί του Πάσχα. Είναι το πιο απομονωμένο νησί του κόσμου, αλλά και ένα από τα πιο γνωστά. Πολλές φωτογραφίες του υπάρχουν, με τους μεγάλους, πέτρινους φρουρούς του, τα μοάι, που, βλοσυροί και παραταγμένοι στη σειρά, είναι έτοιμοι να υπερασπιστούν το νησί τους με κάθε κόστος.
     Το νησί του Πάσχα ονομάστηκε έτσι επειδή ανακαλύφτηκε την ημέρα του Πάσχα, από έναν Ολλανδό θαλασσοπόρο, που προφανώς δεν είχε φαντασία για να του δώσει κάποιο καλύτερο όνομα. Αυτό το ξέρουν όλοι.
     Αυτό που δεν ξέρουν όλοι, όμως, είναι ότι το νησί του Πάσχα είναι, κατά σύμπτωση, το πραγματικό νησί του Πάσχα. Με άλλα λόγια, είναι το νησί όπου παράγονται τα πασχαλινά αυγά. Και δεν εννοώ τα αυγά που τα βάφουμε και τα ζωγραφίζουμε, εννοώ τα ωραία, λαχταριστά, σοκολατένια αυγά.
     Στο νησί του Πάσχα ζουν χιλιάδες πασχαλινά κουνέλια. Και τα πασχαλινά κουνέλια δεν είναι όπως τα κανονικά κουνέλια. Δηλαδή μοιάζουν, έχουν μεγάλα αυτιά και φουντωτή ουρίτσα, και τα μπροστινά τους δόντια πετάνε. Όμως, αυτά τα κουνέλια είναι πολύ πιο μεγάλα και γεννάνε αυγά. Μάλιστα, δεν είναι αστείο, είναι τα μόνα κουνέλια που γεννάνε αυγά. Και τα αυγά των πασχαλινών κουνελιών είναι τα πραγματικά πασχαλινά αυγά.
     Βέβαια, αυτό είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, αφού δεν υπάρχει ούτε μία φωτογραφία πασχαλινού κουνελιού παγκοσμίως. Όμως, όσο περίεργο κι αν φαίνεται, είναι αλήθεια πέρα ως πέρα. Και οι κάτοικοι του νησιού το γνωρίζουν πολύ καλά. Απλώς δεν το λένε σε κανέναν, γιατί δε θέλουν να τους κλέψει κανένας τα πασχαλινά τους κουνέλια.
     Τα πασχαλινά κουνέλια είναι νυκτόβια και δεν εμφανίζονται τη μέρα. Εξάλλου, υπάρχουν και τα μοάι και τα πασχαλινά κουνέλια, είναι γνωστό, φοβούνται τα μοάι. Τα πασχαλινά κουνέλια, λοιπόν, βγαίνουν μόνο τη νύχτα. Και τότε είναι που χοροπηδάνε δεξιά κι αριστερά, και παίζουν και κυλιούνται στα χορτάρια.
     Τα πασχαλινά κουνέλια ζουν γύρω από τα τρία ηφαίστεια του νησιού του Πάσχα. Και τα ηφαίστεια βγάζουν πυκνό καπνό, και κανείς δεν μπορεί να δει τι υπάρχει μέσα. Λένε, λοιπόν, ότι υπάρχει καυτή και κατακόκκινη λάβα, αυτό όμως δεν είναι αλήθεια. Το βράδυ, που ο καπνός αραιώνει πολύ, η αλήθεια αποκαλύπτεται και όποιος μπορεί να δει βλέπει ότι μέσα στα ηφαίστεια αυτά κοχλάζει σοκολάτα! Και γύρω από τα ηφαίστεια μοσχομυρίζει κακάο!
     Εκεί, λοιπόν, γύρω από τα ηφαίστεια με την καυτή σοκολάτα, ζουν τα πασχαλινά κουνέλια, και τρώνε μόνο τα λουλούδια του σοκολατόχορτου, ενός χόρτου που φυτρώνει στους πρόποδες των ηφαιστείων και που μόνο το βράδυ ανθίζει, και πίνουν μόνο νερό από τις πηγές που βρίσκονται κοντά στον κρατήρα των ηφαιστείων.
     Τα πασχαλινά κουνέλια μοιάζουν με τα άλλα και σε κάτι ακόμα: γεννοβολάνε συνέχεια. Αλλά, όπως είπαμε, τα πασχαλινά κουνέλια γεννάνε αυγά. Έτσι, οι πρόποδες των τριων ηφαιστείων του νησιού του Πάσχα είναι γεμάτοι πασχαλινά αυγά. Και τα αυγά αυτά είναι σοκολατένια, ως επί το πλείστον. Όσα αυγά δεν είναι σοκολατένια είναι τα αυγά από τα οποία, ύστερα από λίγες μέρες, θα βγουν τα καινούργια πασχαλινά κουνέλια. Τα υπόλοιπα είναι σκέτη, λαχταριστή σοκολάτα.
     Ειδικοί αυγοσυλλέκτες ανεβαίνουν προσεκτικά στις πλαγιές των ηφαιστείων με φακούς, τις νύχτες που δεν έχει φεγγάρι, και μαζεύουν τα σοκολατένια αυγά σε μεγάλα σακίδια που κουβαλάνε στις πλάτες τους. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά, επειδή δεν θέλουν τα τρομάξουν τα πασχαλινά κουνέλια, και επιπλέον πρέπει να διαλέξουν τα αυγά προσεκτικά, μήπως κατά λάθος πάρουν κάποιο από τα αυγά που έχει μέσα κουνελάκι.
     Σε μια μεγάλη, υπόγεια αποθήκη μαζεύουν όλα τα πασχαλινά αυγά. Και εκεί, οι αυγοσυσκευαστές, που έχουν δώσει βαρύ όρκο να μην αποκαλύψουν ποτέ τη θέση της υπόγειας αποθήκης, τα συσκευάζουν και τα τυλίγουν με όμορφα χαρτιά ή υφάσματα, και τους βάζουν κορδέλες και φιόγκους και στολίδια κάθε λογής. Ύστερα, με απόλυτη μυστικότητα και πάλι, τα φορτώνουν σε ειδικά αεροπλάνα και τα στέλνουν σε όλο τον κόσμο.
     Σοκολατένια αυγά βρίσκει κανείς παντού, λίγα όμως είναι τα πραγματικά πασχαλινά αυγά, αυτά που έρχονται από το νησί του Πάσχα. Και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, επειδή υπάρχουν και οι απομιμήσεις. Και εγώ τις τελευταίες μέρες ψάχνω να βρω ένα γνήσιο πασχαλινό αυγό και δεν βρίσκω. Και όχι τίποτ'άλλο, το Πάσχα είναι σε δυο μέρες.
     Βοήθεια, συνάνθρωποι! Το βασίλειό μου για ένα πασχαλινό αυγό!

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Ποιος φταίει



Μπορεί να φταίει που εγώ συχνά χαμογελάω,
και δεν αφήνω να φανεί πως μέσα μου πονάω.
"Όχι", μου λέει μια φωνή, "είναι γνωστό ως τ'αστέρια,
αυτό που φταίει αληθινά είναι τα κρύα σου χέρια."

Μπορεί να φταίει που πρόθυμα τους γύρω μου βοηθάω,
ενώ εγώ σχεδόν ποτέ βοήθεια δε ζητάω.
"Όχι", μου ξαναλέει η φωνή, "είναι γνωστό ως τ'αστέρια,
αυτό που φταίει αληθινά είναι τα κρύα σου χέρια!"

Μπορεί να φταίει πως εγώ δικαιολογώ τους πάντες,
που δέχομαι επίθεση από γυναίκες κι άντρες.
"Μα, δε με ακούς", λέει η φωνή, "είναι γνωστό ως τ'αστέρια,
αυτό που φταίει αληθινά είναι τα κρύα σου χέρια!"

Μπορεί να φταίει που φέρομαι με ευγένεια περίσσια,
που οι άλλοι μου επιτίθενται, χωρίς αιδώ, στα ίσια.
Μου ουρλιάζει η φωνή στ'αυτιά, "είναι γνωστό ως τ'αστέρια,
αυτό που φταίει αληθινά είναι τα κρύα σου χέρια!"

Κι όμως αυτό που είναι σωστό, μα και γνωστό ως τ'αστέρια,
δεν είναι πως είναι ένοχα τα κρύα μου τα χέρια.
Είναι αυτό που γράφτηκε στα κύματα της άμμου,
πως για όλα είναι ένοχη μόνο η ζεστή καρδιά μου.


Σημ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου

Υπερωρίες

    




     Η Πίπη ξύπνησε μια μέρα και είχε βαρεθεί τα πάντα. Κυρίως, είχε βαρεθεί τον εαυτό της. Ή, μάλλον, καλύτερα, είχε βαρεθεί τους πάντες. Ή, μάλλον, δεν ήξερε ακριβώς τι είχε βαρεθεί. Πάντως, βαριόταν αφόρητα.
     Εκείνη η μέρα, λοιπόν, που η Πίπη ξύπνησε και βαριόταν, ήταν μια συνηθισμένη μέρα. Μια μέρα, δηλαδή, που ο ήλιος ανέτειλε στην ανατολή, που τα σκυλάκια έκαναν Γαβ! Γαβ!, οι γατούλες Νιάου! Νιάου!, και όχι το αντίθετο, που η θάλασσα ήταν μπλε και τα φύλλα των δέντρων πράσινα.
     Και όμως, εκείνη ακριβώς τη συνηθισμένη μέρα, η Πίπη αποφάσισε ότι ήταν η μέρα που θα άλλαζε τα πάντα.
     - Τέρμα, είπε. Η Πίπη το καλό παιδί δεν υπάρχει πια.
     Και έπλεξε τα κοτσιδάκια της πιο σφιχτά από κάθε άλλη φορά. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και χαμογέλασε. Ο καθρέφτης της χαμογέλασε και εκείνος.
     - Τέρμα, είπε και αυτός. Το βλέπω καθαρά ότι είσαι μια άλλη Πίπη.
     Τώρα, εδώ που τα λέμε, αυτό δεν ήταν και τόσο αλήθεια, κι αν ο καθρέφτης είχε μύτη, την Πίπη θα την είχε τρυπήσει στα σίγουρα. Όμως, ο καθρέφτης αυτός δεν είχε μύτη και έτσι τίποτα δεν έγινε.
     Η Πίπη είχε αποφασίσει να αλλάξει, βέβαια, αλλά η αλήθεια ήταν ότι είχε απλώς αποφασίσει να θυμηθεί ποια ήταν. Και αυτό, επειδή εδώ και πολύ καιρό είχε αποφασίσει να μην προκαλεί, και είχε σταματήσει να κάνει βόλτες με το ιπτάμενο κρεβάτι της και να σηκώνει ψηλά το πιτσιλωτό της άλογο. Άσε που ντυνόταν πολύ πιο συντηρητικά.
     - Ας δούμε, λοιπόν, τι θα πρέπει να αλλάξω ακριβώς, είπε στον εαυτό της η Πίπη, που της άρεσε να αναλύει τα πάντα με λεπτομέρεια.
     Αλλά, τώρα που το σκεφτόταν καλύτερα, είδε ότι δεν έπρεπε να αλλάξει τίποτα επάνω της. Το αντίθετο, οι άλλοι έπρεπε να αλλάξουν.
     - Τι χαζή που είμαι μερικές φορές, είπε και γέλασε.
     Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να αλλάξει; Ώρες ολόκληρες έσπασε το κεφάλι της. Ήρθε το μεσημέρι, το στομάχι της γουργούριζε παραπονιάρικα, αλλά εκείνη δεν εγκατέλειψε τους προβληματισμούς της. Ήρθε και το βράδυ, και μόνο τότε η Πίπη πήρε την απόφασή της.
     - Πρέπει να βρω ένα μεγάλο κουτί με καπάκι, είπε.
     Και την επόμενη μέρα έψαξε και βρήκε ένα μεγάλο, μεταλλικό κουτί, τόσο μεγάλο, που χωρούσε άνετα έναν άνθρωπο.
     - Και τώρα, ας το φτιάξουμε, είπε και πάλι.
     Και έβαλε στο κουτί απ’έξω μια μεγάλη πινακίδα με στρογγυλά, όμορφα γράμματα.
     - Και τώρα, ας το τοποθετήσουμε και ας περιμένουμε.
     Και έβαλε το κουτί όρθιο, με το καπάκι ανοιχτό, σε ένα δρόμο από όπου περνούσε πολύς κόσμος.
Ο κόσμος περνούσε και έβλεπε το κουτί, έβλεπε και την πινακίδα και κοντοστεκόταν. «Είσαι ο πιο έξυπνος; Απόδειξέ το» έλεγε η πινακίδα.
     Δεν άργησε να μπει ο πρώτος. «Κλείστε την πόρτα» έλεγε μια άλλη πινακίδα που υπήρχε μέσα. Ο άνθρωπος έκλεισε την πόρτα, δηλαδή το καπάκι του κουτιού.
     Όμως, τίποτα δε γινόταν και ο άνθρωπος βαρέθηκε. Αλλά όταν προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα, είδε ότι δεν άνοιγε. Είχε παγιδευτεί. Μάταια προσπαθούσε και φώναζε, κανένας δεν τον άκουγε.
     Και έπεσε το βράδυ. Ο κόσμος στον δρόμο αραίωσε πολύ και στο τέλος σταμάτησε. Και τότε εμφανίστηκε η Πίπη. Με τα δυνατά της χέρια σήκωσε το κουτί ψηλά και το μετέφερε λίγο πιο πέρα, όπου το ιπτάμενο κρεβάτι της την περίμενε, δεμένο σε μια κολώνα της ΔΕΗ. Η Πίπη φόρτωσε το κουτί επάνω στο ιπτάμενο κρεβάτι, ανέβηκε επάνω και έλυσε το σκοινί. Και το κρεβάτι άρχισε να ανεβαίνει ψηλά, ψηλά, όλο και πιο ψηλά.
     Κάποιοι που κοίταζαν στον ουρανό θαυμάζοντας το ολόγιομο φεγγάρι, είδαν το ιπτάμενο κρεβάτι να χάνεται ψηλά στον ουρανό, αλλά νόμιζαν ότι είχαν παραισθήσεις, και κανείς δεν το ανέφερε την επόμενη μέρα. Κι όμως, το επόμενο πρωί, το μεγάλο κουτί ξαναεμφανίστηκε στον δρόμο. Και πάλι δεν άργησε να γεμίσει.
     Έτσι έγινε και η Πίπη άρχισε τις μεταφορές. Και έναν-έναν, άρχισε να απομακρύνει από τη γη όλους τους ηλίθιους. Αλλά οι ηλίθιοι στη γη είναι πολλοί και τελειωμό δεν έχουν. Αλλά και η Πίπη είναι ακούραστη και κάθε βράδυ το ιπτάμενο κρεβάτι της χάνεται στο διάστημα. Και είναι και αποφασισμένη η Πίπη. Δε θα σταματήσει αν δεν τους εξαφανίσει όλους. Και τότε, θα μπορέσει να ξαναγίνει ο εαυτός της.
     Για να αποκτήσει αυτή η ιστορία happy end.