Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Ευτυχώς...

  


     - Διάνα και πάλι! φώναξε ο αδελφός Τακ. Ένα, δύο, τρία, πέντε βέλη, όλα στο κέντρο.
     - Το κέρατό μου! αναφώνησε ο Σκωτσέζος. 
     - Μην βρίζεις, είπε ο αδελφός Τακ.
     - Τι κωλοφαρδία είναι αυτή; συνέχισε ο Σκωτσέζος. Είναι η δέκατη φορά στη σειρά που κερδίζεις!
     - Θα πρέπει να το πάρεις απόφαση, είπε ο Λιτλ Τζον. Δεν υπάρχει Σκωτσέζος που να μπορεί να κερδίσει Εγγλέζο στο σημάδι. Πολύ, δε, περισσότερο, όταν ο Εγγλέζος είναι κολλητός του Θεού.
     - Λιτλ Τζον, αμαρτάνεις, είπε ο αδελφός Τακ.
     Το δάσος του Σέργουντ αντήχησε από τα βροντερά γέλια των εύθυμων αντρών.
     - Γελάτε εσείς, είπε ο Σκωτσέζος, αλλά όλος ο κόσμος το ξέρει ότι το τόξο είναι για τα κοριτσάκια που φοβούνται τις μάχες σώμα με σώμα. Στο σπαθί μετριούνται οι πραγματικοί άντρες.
     - Κι εμείς πραγματικοί άντρες είμαστε, είπε ο Λιτλ Τζον.
     - Κάποιοι, όμως, φοράνε φουστάνια...
     - Δε σε παρεξηγώ, είπε ο αδελφός Τακ. Να σου θυμίσω, όμως, ότι παρ'όλο που φοράω ράσο, ποτέ μου δε δείλιασα στη μάχη. Επιπλέον, υπάρχει ένας γνωστός μύθος του Αισώπου που σου ταιριάζει γάντι.
     - Κάποιος έρχεται, είπε ο Γουίλ Σκάρλετ, που καθόταν λίγο πιο πέρα.
     Οι άντρες σκορπίστηκαν στις γύρω οξιές. Ένας άντρας εμφανίστηκε, ερχόμενος από τα ανατολικά. Τα ρούχα του ήταν φθαρμένα και οι μπότες του γεμάτες λάσπες.
     - Είναι κανείς εδώ; φώναξε ο άντρας. Ψάχνω τον Ρομπέν και τους άντρες του!
     Ένας κορυδαλλός ακούστηκε.
     - Ψάχνω τον Ρομπέν! ξαναφώναξε ο άντρας. Χρειάζομαι τη βοήθειά του!
     Ο κορυδαλλός ξανακούστηκε.
     - Βγείτε! Μόνος του είναι, ακούστηκε μια φωνή πίσω από τον άντρα.
     Οι οξιές ζωντάνεψαν. Άντρες με πρασινοκαφέ ενδυμασίες εμφανίστηκαν από παντού.
     - Ποιος ψάχνει το Ρομπέν; είπε ένας άντρας με ευγενικά χαρακτηριστικά.
     - Είμαι ο Μπομπ Σμιθ, γιος του Φρανκ, του μυλωνά, από το Σέργουντ.
     - Του Φρανκ, του μυλωνά; είπε ένας στρουμπουλός καλόγερος. Τον θυμάμαι τον Φρανκ. Πάντα μας βοηθούσε στο μοναστήρι. Τι κάνει;
     - Μας άφησε χρόνους πριν από πέντε χρόνια, απάντησε ο Μπομπ Σμιθ.
     - Πολύ λυπάμαι, είπε ο καλόγερος και σταυροκοπήθηκε, ο Θεός ας τον αναπαύσει!
     - Και τι τον θέλεις τον Ρομπέν; ρώτησε ο άντρας με τα ευγενικά χαρακτηριστικά.
     - Χρειάζομαι τη βοήθειά του, αλλιώς ο σερίφης του Νότιγχαμ θα μου πάρει το μύλο!
     - Τι εννοείς;
     - Από τον πατέρα μου κληρονόμησα το μύλο, και συνέχισα να δουλεύω στη θέση του. Όμως ο μύλος είναι τόσο παλιός και φθαρμένος που κάθε τρεις και λίγο, όλο και κάτι παθαίνει. Πέρυσι, δε, η ατυχία μου ήταν τέτοια, που του έσπασε η φτερωτή. Η ζημιά ήταν πολύ μεγάλη και χρειάστηκε να φτιάξω καινούργια φτερωτή. 
     - Και λοιπόν;
     - Τι λοιπόν; Ξέρεις πολλούς μάστορες να μην πληρώνονται; Χρειάστηκα λεφτά. Λεφτά που δεν είχα. Και όποιος χρειάζεται λεφτά, αλλά δεν έχει, τι κάνει;
     - Δανείζεται.
     - Ακριβώς! Και ποιος έχει αρκετά λεφτά για να δανείζει;
     - Η τράπεζα.
     Οι άντρες έσκασαν στα γέλια. Ο Μπομπ Σμιθ αναστέναξε.
     - Η τράπεζα χρειάζεται εγγύηση για να δώσει δάνειο και ο μύλος μου δεν ήταν αρκετή εγγύηση για εκείνους. Οπότε, απευθύνθηκα αλλού. Πήγα στον Μέλβιλ τον χρυσοχόο, που κάνει και οικονομικές διευκολύνσεις.
     - Και;
     - Μου δάνεισε τα λεφτά που χρειαζόμουν, μου έδωσε να υπογράψω χαρτιά, φτωχός, αγράμματος άνθρωπος είμαι, τα υπόγραψα.
     - Δεν έπρεπε να υπογράψεις κάτι που δεν ήξερες τι ήταν.
     - Πώς αλλιώς θα έπαιρνα τα λεφτά που χρειαζόμουν; Χωρίς φτερωτή, ο μύλος είναι άχρηστος, θα αναγκαζόμουν να τον πουλήσω για ένα κομμάτι ψωμί και ύστερα να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου ζητιανεύοντας. Πώς θα ζήσω την οικογένειά μου; Πέντε παιδιά έχω, και η κυρά μου περιμένει και έκτο!
     - Και λοιπόν;
     - Και λοιπόν, τον έφτιαξα το μύλο και συνέχισα να τον δουλεύω, και κουτσά-στραβά θα κατάφερνα να εξοφλήσω και το χρέος μου. Ή, έτσι πίστευα...
     -  Τι συνέβη; Και πού κολλάει ο σερίφης του Νότιγχαμ στην ιστορία;
     - Όπως αποδείχτηκε, τα λεφτά που μου δάνεισε ο Μέλβιλ ήταν στην πραγματικότητα λεφτά του σερίφη, ο οποίος έβαλε στο μάτι το μύλο μου. 
     - Τον κερατά! είπε ο μεγαλόσωμος άντρας.
     - Λιτλ Τζον! είπε αυστηρά ο καλόγερος.
     - Συνέχισε, είπε ο άντρας με τα ευγενικά χαρακτηριστικά. 
     - Την προηγούμενη βδομάδα ο σερίφης έστειλε τους ανθρώπους του να μου ζητήσουν τα λεφτά, επειδή, λέει, στα χαρτιά που υπόγραψα, υποσχέθηκα να τον εξοφλήσω μέχρι το τέλος του μήνα. Εγώ είχα συνεννοηθεί με τον Μέλβιλ να εξοφλήσω στο τέλος του έτους. Παρ'όλ'αυτά, είπα στους άντρες του σερίφη ότι θα εξοφλούσα μέχρι το τέλος του μήνα. Είχα μαζέψει το μεγαλύτερο μέρος του ποσού, θα πουλούσα και τις βέρες μας, μαζί με το καλό πανωφόρι του πατέρα μου, θα τα κατάφερνα. Και προχθές την Κυριακή, γυρίζοντας με την οικογένειά μου από την εκκλησία, άκουσα σαματά προς τη μεριά του μύλου. Έτρεξα να δω τι συνέβαινε και τον βρήκα μέσα στις φλόγες! Πέσαμε με τη γυναίκα μου και με τους δυο μεγάλους γιους μου - έντεκα ο μεγάλος, δέκα ο μικρός - και καταφέραμε να σβήσουμε τη φωτιά προτού κάψει εξ'ολοκλήρου το μύλο, αλλά η ζημιά είναι μεγάλη. Καταστράφηκα! Γι'αυτό τον ψάχνω τον Ρομπέν.
     - Ε, λοιπόν, τον βρήκες, είπε ο άντρας με τα ευγενικά χαρακτηριστικά. Εγώ είμαι.
     - Σώσε με, άρχοντά μου, είπε ο Μπομπ Σμιθ και γονάτισε.
     - Δεν υπάρχουν άρχοντες εδώ πέρα, είπε ο Ρομπέν, σήκω όρθιος. Ο σερίφης του Νότιγχαμ είναι τέτοιος κλέφτης, που οι κλέφτες ωχριούν μπροστά του. Επιπλέον, είναι προσωπικός μου εχθρός και δε θα ησυχάσω αν δεν τον δω πίσω από τα σίδερα όπου κλείνει τους φτωχούς ανθρώπους, εκμεταλλευόμενος την εξουσία του.
     - Το ξέρω, είπε ο Μπομπ Σμιθ, και ξέρω ότι βοηθάς τους φτωχούς, γι'αυτό ήρθα σε εσένα. Ο μύλος χρειάζεται εκτεταμένες επισκευές, η οικογένειά μου είναι στον δρόμο - προς το παρόν μας φιλοξενεί μια αδερφή της γυναίκας μου, αλλά κι εκείνη φτωχή γυναίκα είναι - και η προθεσμία για την εξόφληση του χρέους μου λήγει την επόμενη Τρίτη. Αν δε με βοηθήσεις εσύ, πάω χαμένος. Και εγώ, και η οικογένειά μου.
     - Μην ανησυχείς Μπομπ Σμιθ, είπε ο αδελφός Τακ. Όλοι οι άντρες του Ρομπέν είναι άντρες που το λέει η καρδιά τους, και όλοι τους είναι χεροδύναμοι. Θα σε βοηθήσουμε εμείς να επισκευάσεις το μύλο σου.
     - Όσο για το χρέος σου, είπε ο Λιτλ Τζον, πάρε αυτό το τσουβάλι. Είναι γεμάτο χρυσά αντικείμενα που κατασχέσαμε την προηγούμενη βδομάδα από ένα καραβάνι που μετέφερε τρόφιμα και χρυσαφικά για λογαριασμό του πρίγκηπα Ιωάννη, του άθλιου αυτού σφετεριστή. Πάρ'τα και πούλησέ τα να πάρεις τα λεφτά που χρειάζεσαι και να εξοφλήσεις τον αχρείο το σερίφη.
     Ο Μπομπ Σμιθ άνοιξε το τσουβάλι.
     - Είναι πάρα πολλά, είπε.
     - Αν σου περισσέψουν λεφτά δώσ'τα σε κανέναν άλλο φτωχό, είπε ο αδελφός Τακ. Ή, κάνε μια δωρεά στο αβαείο του Γιορκ. Ο αιδεσιμότατος Γουίλιαμ θα ξέρει τι να τα κάνει.
     - Τι είναι αυτό το πουγκί; είπε ο Μπομπ Σμιθ και έβγαλε ένα μικρό πουγκί από μέσα από το σακί. Καλέ, αυτό έχει μέσα σκόνη!
     - Τι σκόνη; ρώτησε ο αδελφός Τακ και πήρε το πουγκί από τα χέρια του. Για να δω! Μμμ, αυτή η σκόνη μοσχομυρίζει, να δεις τι μου θυμίζει...
     - Μήπως είναι λιβάνι; είπε ο Σκωτσέζος.
     - Μη λες βλακείες, είπε ο αδελφός Τακ, το λιβάνι δε μυρίζει έτσι, αυτή η σκόνη είναι... να δεις πώς τη λένε... α, ναι! Μαστίχα τη λένε!
     - Μαστίχα; Τι είναι αυτό;
     - Προέρχεται από κάπου στην Ανατολή, όπου την εκτιμούν πολύ για το άρωμά της. Από όσο ξέρω, ο πασάς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας δεν κάνει χωρίς αυτήν. Τη βάζουν μέχρι και στο φαγητό, στα γλυκά κυρίως. Σπάνιο προϊόν και πανάκριβο.
     - Τι να την κάνω; είπε ο Μπομπ Σμιθ. Εγώ δεν έχω να φάω φαΐ, πού να το βρω το γλυκό; Πάρτε την καλύτερα εσείς.
     - Δίκιο έχεις, είπε ο αδελφός Τακ. Αύριο είναι η μέρα που φτιάχνω ψωμί. Θα τη βάλω στη ζύμη.
     - Τρελλάθηκες; είπε ο Σκωτσέζος. Θέλεις να μας δηλητηριάσεις; Πάρ'την, άνθρωπέ μου, και δώσ'την σε κανένα χάνι, ή σε κανένα πανδοχείο. Όλο και κάπου θα τη χρησιμοποιήσουν εκείνοι. Ή, έστω, σκόρπισέ την να την πάρει ο αέρας, μακριά από εδώ, εννοείται...
     - Ευτυχώς που δε φοράς φουστάνια, σχολίασε ο αδελφός Τακ.

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2023

Αυτό που πραγματικά την εκνεύριζε

 


     - Αυτό να πάρεις, σου πάει τέλεια! είπε η μία φίλη στην άλλη.
     - Α, μπα, δε νομίζω... Το κίτρινο με χλωμιάζει.
     - Δεν έχεις δίκιο, αυτό το συγκεκριμένο κίτρινο δε σε χλωμιάζει καθόλου.
     - Όχι, όχι, μην επιμένεις. Εγώ θέλω ένα φόρεμα, να το φοράω και να κάνω σαματά. Ενώ με αυτό, το πολύ-πολύ να μοιάζω σαν να πάσχω από αβιταμίνωση...
     - Τι να πω, εσύ ξέρεις καλύτερα... 
     - Το θέλω για την επέτειο, σου είπα. Θέλω κάτι πιο εντυπωσιακό.
     - Αυτό εδώ, πώς σου φαίνεται;
     - Αυτό, μάλιστα, είναι ένα φόρεμα που σίγουρα θα κάνει σαματά. Θα ξετρελλαθεί ο Αποστόλης!
     - Σίγουρα. Αν και είναι ήδη τόσο ξετρελλαμένος μαζί σου, που δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα παραπάνω γι'αυτό!
     - Φαίνεται, ε;
     - Αν φαίνεται λέει! Στα μάτια σε κοιτάζει!
     - Ναι, το μωρό μου, δεν είναι γλύκας;
     - Ναι! Αν δεν ήταν και παντρεμένος, βέβαια, θα ήταν ακόμα καλύτερα.
     - Ναι, ο γλυκούλης μου... Αλλά θα τη χωρίσει τη γυναίκα του, δεν την αντέχει άλλο, μου το είπε!
     - Πρόσεχε, έτσι σου έλεγε και ο Γεράσιμος, ότι ήταν στα χωρίσματα, αλλά αντί να τρέχει στους δικηγόρους έτρεχε με τη γυναίκα του στους γιατρούς για εξωσωματική! Για να μη μιλήσω για το Μιχάλη, που υποτίθεται ότι θα ζητούσε διαζύγιο, αλλά όχι μόνο δε ζήτησε διαζύγιο, αλλά εκτός από εσένα τα είχε και με εκείνη την αεροσυνοδό!
     - Τι πας και θυμάσαι τώρα! Ο Γεράσιμος και ο Μιχάλης δεν ήταν εντάξει, ο Αποστόλης, όμως, είναι κύριος! Τι τρως;
     - Μαστίχα, θέλεις;
     - Όχι... Λοιπόν, το αποφάσισα: αυτό θα πάρω. Θα βάλω και τα σέξι μου τα πέδιλα, θα βάλω και το μενταγιόν που μου πήρε το μωρό μου, κούκλα θα είμαι για την επέτειο!
     - Πού θα σε πάει;
     - Μου είπε ότι θα μου κάνει έκπληξη.
     - Έτσι σου είχε πει και ο Βασίλης - θυμάσαι; - και πήγατε για ρομαντικό διήμερο στα Καλάβρυτα και βρεθήκατε μούρη με μούρη με τη γυναίκα του, που είχε πάει για σκι με την κολλητή της. Θα μου πεις, βέβαια, ότι ο Βασίλης σού παρίστανε και τον ανύπαντρο, οπότε, όπως και να το κάνεις, την έκπληξη σου την έκανε... 
     - Ώχου, τι σε έπιασε; Μήπως ζηλεύεις;
     - Εγώ; Είσαι με τα καλά σου; Απλώς, σου τα θυμίζω για να προσέχεις.
     - Μην ανησυχείς, προσέχω!
     - Και τις προηγούμενες φορές πρόσεχες, υποτίθεται, αλλά την πάτησες.
     - Προσέχω, σου λέω!
     - Ό,τι πεις... Ώστε θα σου κάνει έκπληξη για την επέτειο; Τι γλυκό!
     - Ναι! Βέβαια, η επέτειός μας είναι την Κυριακή, αλλά ο Αποστόλης δεν μπορεί την Κυριακή, τις Κυριακές τις περνάνε στα πεθερικά του, είναι και η πεθερά του πολύ άρρωστη...
     - Και του Βαγγέλη ήταν άρρωστη η πεθερά του και...
     - Μην ανακατεύεις το Βαγγέλη, ο Βαγγέλης ήταν άλλη περίπτωση!
     - Απλώς, είπα...
     - Να μη λες!
     - Εντάξει...
     - Τι θέλεις, δηλαδή, να πεθάνει η πεθερά του και να έχω τύψεις στη συνείδηση, επειδή δεν τον άφησα να πάει στο Κυριακάτικο τραπέζι; Αφού είναι πολύ άρρωστη, σου λέει, τη βγάζει δεν τη βγάζει...
     - Μη με παρεξηγείς, εγώ το καλό σου θέλω!
     - Ναι, αλλά λες κάτι πράγματα! Αφού θα τη γιορτάσουμε την επέτειό μας, δε θα τη γιορτάσουμε;
     - Και πότε θα τη γιορτάσετε;
     - Την Παρασκευή το βράδυ η γυναίκα του θα πάει στο σπίτι μιας φίλης της για χαρτάκι, οπότε το πεδίο θα είναι εντελώς ελεύθερο... 
     - Το λες και ξεφτίλα...
     - Δίκιο έχεις, ντροπή της να χαρτοπαίζει και να μη νοιάζεται ούτε για τον άντρα της, ούτε για τη μάνα της που πεθαίνει... 
     - Δεν εννοούσα ακριβώς αυτό, αλλά ναι, εντάξει, ντροπή της... Και, δηλαδή, δεν κατάφερες να τον ψαρέψεις και να μάθεις πού θα σε πάει;
     - Τι να καταφέρω; Όταν θέλει να κρατήσει κάτι μυστικό, δεν του παίρνεις κουβέντα! Χρυσό τον έκανα να μου δώσει κάποιο στοιχείο, άδικος κόπος. Αν και κάτι πήρε το αυτί μου τις προάλλες που έλεγε στο τηλέφωνο, κάπως χαμηλόφωνα, κάτι σαν "τσιαπάτα" ή "τα πιάτα", δεν μπόρεσα να καταλάβω...
     - Τσιαπάτα; Τα πιάτα; Μήπως είπε "Τραβιάτα";
     - Τρα-τί;
     - Τραβιάτα.
     - Τι είναι αυτό; Το τσιαπάτα και τα πιάτα ξέρω τι είναι, και μάλιστα ταιριάζουν με αυτό που φαντάζομαι, κάποιο κέντρο διασκέδασης, προφανώς, αλλά αυτό το... τραβιάτα τι είναι; Κάποια σπεσιαλιτέ; Ελπίζω να μη είναι καμιά γκουρμεδιά και βγάλω τα άντερά μου! Τώρα που το ξανασκέφτομαι, τραβιάτα είπε, έχεις δίκιο, το θυμήθηκα. 
     - Χμμμ...
     - Τι να είναι αυτό το τραβιάτα; Ή, μάλλον, το τραβιάτο, τραβιάτα πρέπει να είναι στον πληθυντικό...
     - Τραβιάτα είναι όνομα όπερας.
     - Όπερας; Εννοείς αυτό που τσιρίζουν μετά μουσικής;
     - Αυτό εννοώ.
     - Δεν το πιστεύω! Αφού ο Αποστόλης το ξέρει ότι εμένα μου αρέσουν τα μπουζούκια!
     - Ε, θα ήθελε κάτι διαφορετικό για την επέτειο.
     - Χαλάστηκα τώρα! Τι φοράνε εκεί πέρα; Ζιβάγκο; Κάνει αυτό το φόρεμα ή πρέπει να βάλω κάτι άλλο;
     - Θα σε στενοχωρήσω, αλλά νομίζω ότι το κίτρινο ταιριάζει καλύτερα...
     - Φαγώθηκες να πάρω αυτό το κίτρινο! Αφού σου λέω, με χλωμιάζει!
     - Ναι, αλλά το κόκκινο είναι πολύ κοντό και, επιπλέον, είναι γεμάτο στρας!
     - Βρε, τι έπαθα, στα καλά καθούμενα...
     - Έλα, μην γκρινιάζεις τώρα, ο Αποστόλης να σε ευχαριστήσει θέλει.
     - Ε, ναι, εντάξει, δεν μπορώ να πω...
     - Στα όπα-όπα σε έχει, δε σου χαλάει χατήρι, και, για να είμαι ειλικρινής, μέχρι και που τον πιστεύω που σου λέει ότι θα χωρίσει...
     - Ναι, φιλενάδα, θα χωρίσει, άντε να μπω κι εγώ σε μια σειρά, κουράστηκα πια να μου τάζουν διαζύγια και να με κοροϊδεύουν... Τι ώρα είναι;
     - Μεσημέριασε. Θα το πάρεις το κίτρινο, τελικά;
     - Θα το πάρω, τι να κάνω, αφού το μωρό μου αποφάσισε να με πάει να ακούω τσιρίδες; Αλλά θα το πάρω και το κόκκινο, αφόρετο δε θα μείνει, μεθαύριο η γυναίκα του θα πάει πάλι για χαρτάκι και εμείς θα πάμε στην "Ανδρομέδα", πρώτο τραπέζι πίστα, δε γίνεται να μη βάλω κάτι εντυπωσιακό... Αλήθεια, θέλεις να έρθεις και εσύ; Ο Αποστόλης δε θα έχει πρόβλημα.
     - Εγώ; Α-πα-πα...
     - Μα γιατί; Δε σου αρέσει η Ανδρομέδα, το πιο μοδάτο κέντρο; Τα μεγαλύτερα ονόματα τραγουδάνε εκεί, γίνεται τρελλό κέφι, λέμε!
     - Δε λέω, ωραία είναι η Ανδρομέδα - σε ποιον δεν αρέσει; - και το πρώτο τραπέζι πίστα ωραίο είναι, αλλά, τι τα θες, στους δύο τρίτος δε χωρεί.
     - Αυτό είναι; Μα, κι εσύ κολλάς σε κάτι λεπτομέρειες! Θα κανονίσουμε να μην είμαστε μόνο τρεις. Θα πω στον Αποστόλη να καλέσει και τον Στάθη, τον κολλητό του. Θα σου φτιάξω κατάσταση, θα δεις!
     - Κάτσε, τώρα, μισό λεπτό... Τον ξέρεις εσύ αυτόν τον Στάθη; Τον έχεις γνωρίσει;
     - Δεν τον έχω γνωρίσει, αλλά ο Αποστόλης μου έχει μιλήσει γι'αυτόν αρκετές φορές. Γνωρίστηκαν στον στρατό, μου είπε, αργότερα ξαναβρέθηκαν τυχαία, όταν ο Αποστόλης πήρε το δάνειό του, και από τότε δεν ξαναχώρισαν, έγιναν κολλητοί.
     - Τι δουλειά έχει ο Στάθης με το δάνειο του Αποστόλη;
     - Σε τράπεζα δουλεύει. Αυτός του έδωσε το δάνειο.
     - Α...
     - Ναι, θα πω στον Αποστόλη να τον καλέσει. Να δεις που θα ταιριάξετε οι δυο σας. Και εγώ κουμπάρα!
     - Δεν πιστεύω να είναι παντρεμένος!
     - Όχι, από όσο ξέρω...
     - Βεβαιώσου, σε παρακαλώ. Δε θα ήθελα να κάνω σχέση με παντρεμένο.
     - Θα ρωτήσω τον Αποστόλη για λεπτομέρειες και θα σου πω.
     - Δε με παρεξηγείς, έτσι; Εννοώ, που δε θέλω τους παντρεμένους... Είναι που δεν νιώθω καλά με τους ανθρώπους που απατούν το ταίρι τους...
     - Μα, τι λες; Είναι ποτέ δυνατόν να σε παρεξηγήσω; Αφού το ξέρεις: και εμένα αυτό που πραγματικά με εκνευρίζει σε μία σχέση είναι το κέρατο!