Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2024

Δυσκολίες στον ύπνο

 

     Έφτασαν κιόλας τα Χριστούγεννα, και ήρθαν και τα μελομακάρονα, ήρθαν και τα φωτάκια, και τα στολισμένα χριστουγεννιάτικα δέντρα. Και η Πίπη, που της αρέσει να συμβαδίζει με την εποχή της, στόλισε και εκείνη το χριστουγεννιάτικο δέντρο της, και μάλιστα πρόσθεσε ένα νέο στολίδι, όπως συνηθίζει να κάνει κάθε χρόνο.
     Κοίταξε η Πίπη το στολισμένο δέντρο, το κοίταξε από τη μία πλευρά, το κοίταξε από την άλλη, το κοίταξε από πιο κοντά, το κοίταξε και από πιο μακριά, άναψε και τα φωτάκια, καλό της φάνηκε. Αυτό το καινούργιο στολίδι, τελικά, ήταν μία πολύ καλή επιλογή, ήταν αυτό που έλειπε πραγματικά από το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Και, ικανοποιημένη από την επιλογή της, έφαγε και δυο μελομακάρονα για να το γιορτάσει.
     Αλλά τα στολίδια του δέντρου - που, όπως όλοι ξέρουμε, δεν αγαπούν καθόλου τις αλλαγές και, επιπλέον, ζηλεύουν κάθε νεοεισερχόμενο στολίδι -, καθόλου δε συμμερίστηκαν την ικανοποίηση της Πίπης. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, το φετινό στολίδι ήταν ένας τυμπανιστής. "Σιγά το πρόβλημα", θα μου πείτε, αλλά μη βιάζεστε να κρίνετε.
     Μόλις έσβησαν τα φώτα και το δέντρο έμεινε στο σκοτάδι, ένας ρυθμικός ήχος ακούστηκε.
     - Τι ήταν αυτό; αναρωτήθηκαν τα στολίδια.
     - Περίεργος ήχος, είπε ένα στρογγυλό μπισκοτάκι, όταν τον πρωτοάκουσα νόμιζα ότι μου συνέβη κάποιο δυσάρεστο ατύχημα. Μήπως μου έσπασε κάποιο κομμάτι και δεν το κατάλαβα; ρώτησε το τρενάκι που βρισκόταν εκεί παραδίπλα.
     - Τσουφ! είπε το τρενάκι. Μην ανησυχείς, δε σου λείπει κανένα κομμάτι!
     - Ευτυχώς, είπε το στρογγυλό μπισκοτάκι, αλλά τι είναι αυτός ο ήχος;
     - Μήπως υπάρχει κάποιο ρολόι εδώ γύρω; είπε και ένας στρουμπουλός Άη-Βασίλης.
     - Όχι, όχι, είπε μια κόκκινη μπάλα, δεν βλέπω κανένα ρολόι εδώ γύρω. Άσε που, νομίζω, το ρολόι δεν κάνει έτσι.
     - Μήπως προέρχεται από τις οπλές του ταράνδου; ρώτησε ένας χιονάνθρωπος.
     - Να μου κάνεις τη χάρη, είπε ο τάρανδος, εγώ δεν κάνω φασαρία, περπατάω πολύ ανάλαφρα, σαν πούπουλο, όλος ο κόσμος το ξέρει!
     - Τι δράμα! είπε και ένα πλεκτό καλτσάκι. Αν δεν μπορούμε να κοιμηθούμε τώρα, που είναι σκοτεινά, πότε θα κοιμηθούμε;
     - Εγώ δεν καταλαβαίνω για τι μιλάτε, είπε ένα σπιτάκι, δεν ακούω τίποτα.
     - Εσένα έχουν βουλώσει τα αυτιά σου από το χιόνι που έχει πέσει στην σκεπή σου, του είπε ένα σκουφάκι.
     - Άσε που τα έχεις και τα χρονάκια σου, σχολίασε μια κόκκινη μπάλα.
     - Για σε παρακαλώ! της είπε το σπιτάκι. Όχι να μου το παίζεις και πιτσιρίκα, σχεδόν μαζί μας αγόρασε η Πίπη, συνομήλικοι είμαστε! 
     - Παιντιά, παιντιά! φώναξε και η μπάλα από την Ινδία.
     - Α, τι θες κι εσύ; είπε μια χρυσή μπάλα. Δεν βλέπεις ότι έχουμε σοβαρό θέμα;
     - Μα, να σας πω...
     - Τι να μας πεις; Πότε θα μάθεις να μιλάς σωστά, επιτέλους;
     - Τι τέλεις να πεις; Εγκώ έματα όλες τις λέκ-σεις...
     - Τις λέκ-σεις; Τις λέξεις, θέλεις να πεις, λέ-ξεις, ξι-ξι-ξι!
     - Ναι, αφ-τό λέω και εγκώ, λέκ-σεις, λέκ-σεις, κ-σι-κ-σι-κ-σι!
     - Τέλος πάντων, τι θέλεις να μας πεις; είπε το σπιτάκι.
     - Κ-σέρω πολύ καλά, από πού έρ-κεται ο τόρυβος που ακούμε.
     - Κ-σέρεις; Δηλαδή, ξέρεις;
     - Ναι. Ντίπαλα μου είναι.
     - Ντίπαλα; Τι είναι τα ντίπαλα; ρώτησε ο τάρανδος. Ξέρει κανείς τι είναι τα ντίπαλα;
     - Ντίπαλα, είπε η μπάλα από την Ινδία, εντώ ντίπαλα, ντίπ-λα, να, να, ντείτε, εκεί!
     - Αααα, δίπλα! είπαν όλα τα στολίδια με ένα στόμα και κοίταξαν εκεί που τους έδειχνε η μπάλα από την Ινδία.
     Ήταν ο τυμπανιστής. Χτυπούσε ρυθμικά το τύμπανό του, και φαινόταν πολύ συγκεντρωμένος σε αυτό που έκανε.
     - Ε, τι κάνεις εκεί; φώναξε η κόκκινη μπάλα.
     - Ποιος; Εγώ; είπε εκείνος.
     - Ναι.
     - Τίποτα δεν κάνω.
     - Πώς τίποτα; Μας έχεις πάρει τα αυτιά! είπε το καλτσάκι. Είναι ανάγκη να το βαράς αυτό το τύμπανο;
     - Πρώτη φορά βλέπω κάλτσα με αυτιά, είπε ο τυμπανιστής.
     - Μην κοροϊδεύεις! Θέλουμε να κοιμηθούμε, νύχτωσε πια!
     - Και ποιος σας εμποδίζει; Κοιμηθείτε, αφού θέλετε! Ή, μήπως θέλετε να σας τραγουδήσω κανένα νανούρισμα;
     - Το θράσος σου δεν έχει όρια! είπε ένας άλλος χιονάνθρωπος, που φορούσε καπέλο. Άκου, "ποιος μας εμποδίζει"! Εσύ μας εμποδίζεις, κύριε, με το τύμπανό σου!
     - Μα, το τύμπανό μου είναι μικρό, δεν πιάνει σχεδόν καθόλου χώρο...
     - Μην κάνεις πως ντεν καταλαβαίνεις, κύριο τυμπανιστή, εγκώ από Ιντία και καταλαβαίνω πολύ καλά τι εννοεί το χιονάντορωπο με το καπέλο...
     - Θα σου το πω πολύ απλά, είπε και μία χρυσή μπάλα: σταμάτα να παίζεις!
     - Α, αυτό δε γίνεται, είπε ο τυμπανιστής, ο δάσκαλος μού είπε ότι πρέπει να εξασκούμαι τουλάχιστον μία ώρα την ημέρα.
     - Και τι με νοιάζει εμένα, κύριε, τι σου είπε ο δάσκαλος; είπε ο χιονάνθρωπος με το καπέλο.
     - Άσε που εκείνος δεν είναι εδώ, είπε ο άλλος χιονάνθρωπος, αυτός με το σκουφί. Εμείς σε ακούμε, όχι αυτός!
     - Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι...
     - Φυσικά και μπορείς! φώναξε ο τάρανδος. Να πας αλλού να κάνεις εξάσκηση! Δε μου φτάνουν τα κουδούνια που έχω επάνω μου, που κουδουνίζουν συνέχεια, να ακούω και το τύμπανό σου; Πολύ πάει!
     - Δεν μπορώ να φύγω, είμαι κρεμασμένος εδώ, όπως και εσείς.
     - Ναι, αλλά εμείς δεν κάνουμε φασαρία!
     - Δεν κάνω φασαρία!
     - Κάνεις! 
     - Έλεος πια! είπε και το τρενάκι. Τη μέρα ακούμε την Πίπη με το βιολί της, το βράδυ θα ακούμε εσένα;
     - Παίζει βιολί η Πίπη;
     - Έτσι λέει. Τα αυτάκια μας να ρωτήσεις, είπε το καλτσάκι.
     - Μα, τελικά, πού τα έχεις εσύ τα αυτιά; 
     - Εκεί που τα έχουν όλοι!
     - Και, δηλαδή, τόσο χάλια παίζει;
     - Ε, εντάξει, δεν παίζει χάλια πλέον, έχει βελτιωθεί, είπε η κόκκινη μπάλα. Στην αρχή έπρεπε να την ακούσεις!
     - Ντεν είναι τόσο καλή σαν επαγγελ-ματία, είπε η μπάλα από την Ινδία, έκουμε εμείς στο Ιντία Κρίσνα Σαμανπούρ, παίζει και ντακρύζεις από φτυκία...
     - Ντακρύζεις; Τι είναι η φτυκία;
     - Ευτυχία εννοεί, είπε η κόκκινη μπάλα. Δεν έχει μάθει ακόμα καλά τα ελληνικά.
     - Α, είπα κι εγώ... Ώστε η Πίπη παίζει βιολί, ε;
     - Ναι.
     - Και όταν με αγόρασε, ούτε που της πέρασε από το μυαλό ότι θα παίζω μουσική. Φανταστείτε τώρα, μόλις το μάθει, πόσο θα ενθουσιαστεί!
     - Σιγά τη μουσική! είπε το σκουφάκι. Όλο "ντάπα-ντούπα" είσαι!
     - Δεν ξέρω τι λέτε εσείς, εγώ απόκτησα άλλο ένα κίνητρο για να εξασκηθώ περισσότερο.
     - Αν μετράει καθόλου η γνώμη μου, είπε ο στρουμπουλός Άη-Βασίλης, ίσως να ήταν καλύτερα να εξασκείσαι τη μέρα. Έτσι θα μπορούμε κι εμείς να κοιμηθούμε το βράδυ. Εμείς οι ηλικιωμένοι, ειδικά, χρειαζόμαστε ύπνο και ξεκούραση.
     - Με όλο το σεβασμό που σου έχω, Άη-Βασίλη, προτιμώ να εξασκούμαι όταν η Πίπη κοιμάται και δε μας βλέπει.
     - Και όλα αυτά που μας έλεγες πριν; Ότι θα ενθουσιαστεί μόλις μάθει ότι παίζεις μουσική;
     - Πρέπει να τελειοποιήσω το παίξιμό μου πρώτα, δε θέλω να γίνω ρεζίλι...
     - Α, καλά! είπε ο τάρανδος. Άκου, κύριος, εδώ και ώρα με τρώνε οι οπλές μου. Όπου να'ναι θα σε κλωτσήσω, και δε θα αισθανθώ την παραμικρή τύψη.
     - Άσε, μην κουράζεσαι, είπε ένα μποτάκι. Θα τον κλωτσήσω εγώ, είμαι πιο κοντά.
     - Μην τολμήσεις να με κλωτσήσεις!
     - Γιατί, τι θα μου κάνεις;
     - Θα σε κοπανήσω με τις μπαγκέτες!
     - Δε θα προλάβεις!
     - Μη! φώναξε ένα μπισκοτοσπιτάκι. Μην τον αγριεύετε! Αν του ξεφύγει καμιά μπαγκέτα, μπορεί να με χτυπήσει και να με σπάσει, είμαι πολύ κοντά του!
     - Κι εγώ είμαι κοντά του και κινδυνεύω, είπε μια μικρή κόκκινη μπάλα.
     - Αφού είσαι πλαστική, τι ανησυχείς; είπε το μπισκοτοσπιτάκι.
     - Γιατί, εσύ τι είσαι; Ή νομίζεις ότι είσαι πραγματικό μπισκότο;
     - Ακόμα κι έτσι να είναι, μπορεί να μου βγάλει κανένα μάτι...
     - Μα αφού δεν έχεις μάτια!
     Τα αίματα είχαν ανάψει για τα καλά. Όπως ήταν φυσικό, οι φωνές δεν άργησαν να φτάσουν μέχρι τα αυτιά της Πίπης. Και πολύ σύντομα, το χριστουγεννιάτικο δέντρο δεν βρισκόταν πλέον στο σκοτάδι.
     - Ντροπή σας! είπε η Πίπη στα στολίδια. Πάλι τα ίδια; Τι σας πιάνει κάθε φορά και πλακώνεστε με τον νεοφερμένο;
     - Μα δε μας αφήνει να κοιμηθούμε! τόλμησε να πει το αστέρι, που βρισκόταν πιο ψηλά και από την Πίπη, οπότε ένιωθε ότι μπορούσε να μιλήσει πιο άνετα από τους υπόλοιπους. Παίζει συνέχεια με το τύμπανο και μας ενοχλεί!
     - Ώστε το τύμπανο δεν είναι μόνο διακοσμητικό; ρώτησε η Πίπη τον τυμπανιστή.
     - Όχι, είπε εκείνος και χτύπησε δυο-τρεις φορές το τύμπανο με τις μπαγκέτες.
     - Α, τι καλά! είπε η Πίπη.
     - Άντε πάλι, είπε ο τάρανδος, κάθε φορά τα ίδια! Μεροληπτείς υπέρ του καινούργιου!
     - Ναι, είπε και η ινδική μπάλα, μεροληπιτείς!
     - Ησυχία! είπε η Πίπη. Σταματήστε όλοι, εγώ μιλάω τώρα! Το χριστουγεννιάτικο δέντρο δεν είναι μέρος για έριδες και τσακωμούς, είναι ένας χώρος αρμονικής συνύπαρξης. Γι'αυτό, πρέπει να είστε αγαπημένα. Δεν θα επιτρέψω να ακούγονται φωνές, χρονιάρες μέρες. Αν θέλετε να μιλάτε, μπορείτε να τραγουδήσετε τα κάλαντα.
     - Μα, θέλουμε να κοιμηθούμε! είπε ο Άη-Βασίλης.
     - Ποιος σας εμποδίζει;
     - Με ποιανού το μέρος είσαι; ρώτησε ο τάρανδος. Ο τυμπανιστής μας εμποδίζει, ντάπα-ντούπα, ντάπα-ντούπα όλη την ώρα...
     - Και εσύ δεν μπορείς να αφήσεις το τύμπανο για λίγο; ρώτησε η Πίπη τον τυμπανιστή.
     - Πρέπει να κάνω εξάσκηση, μου το είπε ο δάσκαλος.
     - Και εμένα μου είπε ο δάσκαλος να κάνω εξάσκηση, αλλά το βράδυ κάθομαι ήσυχη. Αν θέλεις, μπορείς να κάνεις εξάσκηση τη μέρα. Έτσι, όλοι θα είναι ικανοποιημένοι: και θα κοιμούνται τη νύχτα για να ξεκουράζονται, και εσύ θα κάνεις εξάσκηση. Και, αν γίνεις πολύ καλός, ίσως να παίξουμε και μαζί κάποια μέρα, να μου κρατάς το ρυθμό.
     - Ωραία ιδέα! είπε ο τυμπανιστής.
     - Το κλείσαμε, λοιπόν; Είμαστε σύμφωνοι;
     - Συμφωνότατοι!
     - Ωραία, ύπνο τώρα! είπε η Πίπη. Όνειρα γλυκά σε όλους!
     Το χριστουγεννιάτικο δέντρο ξαναβυθίστηκε στο σκοτάδι. Και πολύ σύντομα, το μόνο που ακουγόταν ήταν το ροχαλητό του Άη-Βασίλη.
     - Τι είναι αυτό; ακούστηκε μέσα στο σκοτάδι η φωνή του τυμπανιστή. 
     - Ο Άη-Βασίλης είναι, που ροχαλίζει, είπε μισοκοιμισμένα το μποτάκι.
     - Και, δηλαδή, θα πρέπει να ακούμε αυτό το αλυσοπρίονο όλο το βράδυ; 
     - Θα πρέπει να το συνηθίσεις, του είπε ο τάρανδος και γύρισε από την άλλη. Έχει κρεατάκια.
     - Συμφορά μου! είπε ο τυμπανιστής. Και ύστερα μου λέτε ότι σας ενοχλεί το τύμπανο...


ΥΓ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου