Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

Η μικρή αλεπού


      Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα όμορφο δάσος, ζούσε μια μικρή αλεπού. Και αυτή η αλεπού δεν ήταν σαν τις άλλες. Ήταν μια αλεπού εξημερωμένη. Φυσικά, δεν είχε γεννηθεί έτσι. Είχε γεννηθεί άγρια, όπως γεννιούνται όλες οι αλεπούδες. Είχε μάθει να κυνηγάει μέσα στο δάσος. Είχε μάθει να κλέβει κοτόπουλα από τα κοτέτσια, είχε μάθει να βρίσκει μικρά τρωκτικά μέσα στα λαγούμια τους. Είχε μάθει να ζει μόνη της.
     Αλλά τότε, είχε συμβεί κάτι εντελώς απρόσμενο. Ένας μικρός πρίγκηπας είχε βρεθεί μπροστά της. Και, σε αντίθεση με εκείνη, εκείνος ο μικρός πρίγκηπας, με τα ξανθά του τα μαλλάκια και τα μεγάλα, γεμάτα περιέργεια, μάτια του, φαινόταν τόσο μικρός και τόσο ανυπεράσπιστος! Της μικρής αλεπούς της είχε κινήσει τόσο πολύ το ενδιαφέρον, που αποφάσισε να εξημερωθεί για χάρη του.
     Τον πλησίασε και του πρόσφερε τη φιλία της. Και εκείνος, που ποτέ πριν δεν είχε φίλη αλεπού, δέχτηκε. Έτσι, οι δυο τους άρχισαν να κάνουν παρέα. Αντάλλαξαν μεταξύ τους άπειρα βλέμματα, άπειρες κουβέντες και ανέκδοτα, είδαν μαζί τόσα ηλιοβασιλέματα, και τόσα ουράνια τόξα, που τελικά οι δυο τους έγιναν αχώριστοι φίλοι. Όπου πήγαινε ο μικρός πρίγκηπας, η αλεπού τον ακολουθούσε. Και όπου πήγαινε η μικρή αλεπού, ο μικρός πρίγκηπας τη συνόδευε.
     Αλλά, όπως γίνεται πάντα, αυτό δεν κράτησε για πάντα. Έφτασε μια μέρα, που ο πρίγκηπας, έτσι ξαφνικά, εξαφανίστηκε. Και η μικρή αλεπού έμεινε μόνη της στο δάσος, όπως παλιά. Τώρα, όμως, τα πράγματα είχαν αλλάξει. Τώρα ήταν μια αλεπού εξημερωμένη, και ως τέτοια, δεν μπορούσε πια να μείνει μόνη της στο δάσος. Ήθελε παρέα. Ένιωθε μισή. Ήθελε τον πρίγκηπά της, τον καλό της φίλο.
     Χωρίς να το σκεφτεί δεύτερη φορά, η αλεπού ξεκίνησε να βρει το φίλο της. Διέσχισε όλο το δάσος, που τόσο καλά το ήξερε, χωρίς να βρει κανένα ίχνος του μέχρι που, ρωτώντας δεξιά και αριστερά, έμαθε από κάτι κουτσομπόλες καρακάξες ότι ο πρίγκηπας είχε γυρίσει στο παλάτι του.
     - Και πού είναι το παλάτι του; τις ρώτησε η μικρή αλεπού.
     - Προς τα εκεί, της έδειξαν οι καρακάξες. 
     Και η μικρή αλεπού ακολούθησε την κατεύθυνση που της έδειξαν. 
     Ο δρόμος ήταν μακρύς και κουραστικός, και τα ποδαράκια της πονούσαν, αλλά εκείνη συνέχιζε. Και ούτε ο άνεμος, που πολλές φορές φυσούσε και σήκωνε τα φύλλα ψηλά στον αέρα, την πτοούσε, ούτε η βροχή. Και όσο προχωρούσε, ρωτούσε να μάθει για το παλάτι του πρίγκηπά της. Και όσοι το είχαν δει, της το περιέγραφαν ως το πιο εντυπωσιακό παλάτι που είχε υπάρξει ποτέ. Και η αλεπού μπορεί να ένιωθε λίγο άσχημα, που ο πρίγκηπας την είχε εγκαταλείψει για ένα παλάτι, αλλά τον δικαιολογούσε κιόλας, αφού το παλάτι ήταν τόσο όμορφο.
     

     Ύστερα από πάρα πολλές μέρες, τα βάσανα της μικρής αλεπούς φάνηκαν να τελειώνουν. Μια μικρή καρδερίνα την ενημέρωσε ότι το παλάτι του πρίγκηπα ήταν στην πραγματικότητα ένας πύργος, και ότι βρισκόταν εκεί παραδίπλα. Και όταν, κατάκοπη αλλά χαρούμενη, έφτασε η μικρή αλεπού στον πύργο, είχε αρχίσει να νυχτώνει, και ο πύργος φαινόταν τόσο όμορφος, σαν μαγεμένος!
     Αλλά μήπως, τελικά, ήταν μαγεμένος ο πύργος; Την επόμενη μέρα το πρωί η μικρή αλεπού ανακάλυψε ότι ο πύργος του πρίγκηπά της ήταν εντελώς έρημος. Και όχι μόνο αυτό, ήταν και μισογκρεμισμένος! Τι να είχε συμβεί;
     - Α, μα αυτός ο πύργος έχει γκρεμιστεί εδώ και χρόνια! της είπαν κάτι μυρμήγκια, που μπαινόβγαιναν εκεί, μεταφέροντας προμήθειες. Τότε να'βλεπες μεγαλεία! Γεμάτα ήταν τα κελάρια του, και τα τραπέζια του πάντα στρωμένα με τα νοστιμότερα φαγητά!
     Και τα μυρμήγκια συνέχισαν να μιλάνε νοσταλγικά για τις μέρες της δόξας του πύργου, αλλά η μικρή αλεπού δεν έμεινε να ακούσει. Ήταν πολύ στενοχωρημένη. Κάθησε κάτω από ένα δέντρο και έβαλε τα κλάματα.
     

     - Ποιος κλαίει; ακούστηκε μια φωνή.
     Και η μικρή αλεπού είδε ότι το δέντρο, κάτω από το οποίο είχε σταθεί, είχε στόμα και μιλούσε.
     - Εγώ κλαίω, είπε.
     - Και εδώ βρήκες να κλάψεις; ρώτησε το δέντρο. Έχω πονοκέφαλο!
     - Συγγνώμη, αλλά είμαι πολύ στενοχωρημένη!
     - Και είναι λόγος αυτός να ενοχλείς τους γύρω σου;
     Η μικρή αλεπού απάντησε με έναν λυγμό. Το δέντρο ξεφύσηξε.
     - Ας είναι, είπε ύστερα από λίγο, γιατί είσαι στενοχωρημένη;
     - Έχασα τον καλύτερό μου φίλο, έφυγε μακριά και δεν μπορώ να τον βρω! Μέχρι και τον πύργο του τον βρήκα ερειπωμένο! Τι θα κάνω τώρα;
     - Το καλύτερο για εμένα θα είναι να φύγεις, να ησυχάσει και το κεφαλάκι μου, αλλά μάλλον αυτό δεν είναι το καλύτερο και για εσένα, είπε σκεφτικό το δέντρο. Θα σου έλεγα να γίνω εγώ ο καλύτερος φίλος σου, αλλά αυτό μάλλον δεν είναι το καλύτερο για εμένα... Το βρήκα! Γιατί δεν πας στη μάγισσα της θάλασσας, να σε βοηθήσει;
     - Ποια είναι αυτή; Πού βρίσκεται;
     - Α, εγώ δεν ξέρω ακριβώς, αλλά αν πας προς τα εκεί, θα συναντήσεις ένα στριμμένο δέντρο. Εκείνο ξέρει πολύ καλά, και θα σου δείξει πώς να βρεις τη μάγισσα της θάλασσας.
     - Και αφού είναι στριμμένο, πώς θα μου δείξει τον δρόμο;
     - Θα σου τον δείξει, αρκεί να είσαι τυχερή και να καταλάβεις τις οδηγίες του. 
     

     Η μικρή αλεπού ακολούθησε τον δρόμο που της έδειξε το δέντρο, και ύστερα από λίγο συνάντησε ένα δέντρο, που πραγματικά ήταν στριμμένο!
     - Καλημέρα, είπε η μικρή αλεπού. Μπορείς να μου πεις πού θα βρω τη μάγισσα της θάλασσας;
     - Τι τη θέλεις εσύ τη μάγισσα της θάλασσας; ρώτησε το δέντρο.
     - Θέλω να μου πει πού θα βρω τον καλύτερό μου φίλο, απάντησε εκείνη.
     - Δύσκολα πράγματα ζητάς, είπε το δέντρο. Εγώ, τόσα χρόνια ψάχνω και ακόμα δεν τον έχω βρει.
     - Μάλλον, επειδή είσαι στριμμένο, του φώναξε ένας τσαλαπετεινός και πέταξε μακριά γελώντας.
     - Βλέπεις τι τραβάω; είπε το δέντρο στην αλεπού. Τι να σου κάνω, που με κρατάνε οι ρίζες μου εδώ; φώναξε στον τσαλαπετεινό. Αλλιώς θα σου έδειχνα!
     - Θα μου πεις πού θα βρω τη μάγισσα της θάλασσας; ρώτησε η μικρή αλεπού.
     - Α, ναι... Ξέρεις, βέβαια, ότι η μάγισσα είναι πολύ υπναρού και κοιμάται όλη την ώρα.
     - Όχι.
     - Έτσι είναι, όλοι το ξέρουν... Μόνο αν την βρεις ξύπνια θα σε ακούσει.
     - Και πώς γίνεται να την βρω ξύπνια;
     - Δεν γίνεται, απλώς θα περιμένεις στη θάλασσα, και όταν δεις να ανοίγει το μάτι της, μόνο τότε θα ξέρεις ότι ξύπνησε η μάγισσα. 
     - Ένα μάτι έχει;
     - Πολλά έχει, αλλά αρκεί να ανοίξει ένα, για να ξυπνήσει. Και τότε, αφού ξυπνήσει, ρώτησέ την να μάθεις ό,τι θέλεις, και αυτή θα σου απαντήσει.
     - Ναι, αλλά δεν μου είπες προς τα πού πρέπει να πάω.
     - Ακολούθησε τα κλαδιά μου και θα την βρεις.
     - Ποιο κλαδί από όλα; Το καθένα δείχνει και διαφορετική κατεύθυνση.
     - Α, δε θα σου δώσω και μασημένη τροφή, βρες και κάτι μόνη σου! είπε το δέντρο, και από εκείνη την στιγμή δεν της ξαναμίλησε.
     - Στριμμένο! σκέφτηκε η μικρή αλεπού, αλλά δεν είπε τίποτα.
     Έκανε τον γύρο του δέντρου, ψάχνοντας για το κλαδί που θα έδειχνε την σωστή κατεύθυνση, αλλά άκρη δεν έβρισκε.
     - Από εδώ, της έδειχνε το ένα.
     - Όχι, από εδώ, της έδειχνε το άλλο.
     Και επάνω που η μικρή αλεπού σκεφτόταν να τα παρατήσει, εμφανίστηκε ένα κοράκι.
     - Τι ψάχνεις; την ρώτησε.
     - Ψάχνω τη μάγισσα της θάλασσας, απάντησε εκείνη.
     - Εγώ δεν ξέρω πού βρίσκεται, αλλά για να είναι μάγισσα της θάλασσας, στη θάλασσα θα βρίσκεται, κακώς την ψάχνεις εδώ.
     - Και πού θα βρω τη θάλασσα;
     - Αν δεν κάνω λάθος, η θάλασσα βρίσκεται προς τα εκεί, απάντησε το κοράκι και έδειξε με το φτερό του.
     Και η μικρή αλεπού ακολούθησε την κατεύθυνση που της έδειξε το κοράκι, ενώ τα κλαδιά του στριμμένου δέντρου συνέχιζαν να φωνάζουν "Από εδώ!"...


     Η μικρή αλεπού περπάτησε αρκετά, και τελικά έφτασε στη θάλασσα. Και, ακολουθώντας τη συμβουλή του στριμμένου δέντρου, κάθησε στην παραλία και περίμενε να δει τη μάγισσα της θάλασσας να ανοίγει το μάτι της. Αλλά οι μέρες περνούσαν, και η μικρή αλεπού δεν έβλεπε το μάτι της μάγισσας να ανοίγει. Έβλεπε τα θαλασσοπούλια να βουτάνε στη θάλασσα συνέχεια, έβλεπε τα καβουράκια να μπαινοβγαίνουν στη θάλασσα, αλλά η μάγισσα συνέχιζε να κοιμάται. Και πάνω που η μικρή αλεπού είχε αρχίσει να απογοητεύεται, ένα μάτι εμφανίστηκε ακριβώς μπροστά της.
     - Ποια είσαι εσύ; ρώτησε η μάγισσα. Και τι θέλεις εδώ;
     - Θέλω να με βοηθήσεις να βρω τον καλύτερό μου φίλο, είπε η μικρή αλεπού. Τον έχασα και δεν μπορώ χωρίς αυτόν. Μου είπαν ότι εσύ ξέρεις πού θα τον βρω.
     -Εννοείται πως ξέρω! είπε η μάγισσα και χασμουρήθηκε.
     - Θα μου πεις;
     - Σιγά το δύσκολο! Θα περπατήσεις σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες, χωρίς να μιλήσεις σε κανέναν γύρω σου. Και τότε, ο καλύτερός σου φίλος θα έρθει μόνος του και θα σταθεί ακριβώς μπροστά σου!
     - Τόσο απλό είναι;
     - Τόσο απλό. 
     - Και προς τα πού θα πάω;
     - Αυτό δεν έχει καμία σημασία.
     - Πώς δεν έχει;
     - Δεν έχει. Αφού ο καλύτερός σου φίλος θα έρθει μόνος του σε εσένα.
     Και τότε το μάτι της μάγισσας εξαφανίστηκε. Η μάγισσα είχε ξανακοιμηθεί, και η μικρή αλεπού δεν μπόρεσε να την ρωτήσει τίποτα παραπάνω.
     Δεν της έμενε τίποτα άλλο, από το να ακολουθήσει τη συμβουλή της μάγισσας. Και η μικρή αλεπού άρχισε να περπατάει.
     - Πού πας έτσι βιαστική; τη ρώτησε ένα καβούρι.
     Αλλά εκείνη δεν απάντησε. Και δεν ξαναμίλησε σε κανέναν, μόνο περπατούσε.
     Πέρασαν τριάντα εννέα μέρες και ξημέρωσε η τεσσαρακοστή. Η μικρή αλεπού περπατούσε και περίμενε, περπατούσε και περίμενε. Αλλά ούτε την τεσσαρακοστή μέρα συνάντησε τον καλύτερό της φίλο.
     - Η μάγισσα με κορόιδεψε, σκέφτηκε.
     Και μια και δυο επέστρεψε στην παραλία και περίμενε να ξαναξυπνήσει η μάγισσα. Πέρασαν αρκετές μέρες, αλλά η μικρή αλεπού δεν τα παράτησε. Μέχρι που μια μέρα, το μάτι της μάγισσας ξανάνοιξε.
     - Εσύ εδώ; είπε.
     - Με κορόιδεψες! της φώναξε η μικρή αλεπού. Έκανα ό,τι μου είπες, αλλά ο καλύτερός μου φίλος δεν ήρθε να με βρει!
     - Περίεργο, είπε η μάγισσα της θάλασσας. Εγώ, τότε, πώς τον βλέπω;
     - Πού τον βλέπεις;
     - Εκεί, πίσω σου ακριβώς, αν γυρίσεις τώρα κι εσύ θα τον δεις.
     Και η μικρή αλεπού έκανε μεταβολή. Και τότε είδε. Είδε την σκιά της και κατάλαβε.
     - Ευχαριστώ! φώναξε στην μάγισσα, αλλά εκείνη δεν της απάντησε.
     Είχε ξανακοιμηθεί.



ΥΓ: Οι φωτογραφίες είναι δικές μου