Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Υπερωρίες

    




     Η Πίπη ξύπνησε μια μέρα και είχε βαρεθεί τα πάντα. Κυρίως, είχε βαρεθεί τον εαυτό της. Ή, μάλλον, καλύτερα, είχε βαρεθεί τους πάντες. Ή, μάλλον, δεν ήξερε ακριβώς τι είχε βαρεθεί. Πάντως, βαριόταν αφόρητα.
     Εκείνη η μέρα, λοιπόν, που η Πίπη ξύπνησε και βαριόταν, ήταν μια συνηθισμένη μέρα. Μια μέρα, δηλαδή, που ο ήλιος ανέτειλε στην ανατολή, που τα σκυλάκια έκαναν Γαβ! Γαβ!, οι γατούλες Νιάου! Νιάου!, και όχι το αντίθετο, που η θάλασσα ήταν μπλε και τα φύλλα των δέντρων πράσινα.
     Και όμως, εκείνη ακριβώς τη συνηθισμένη μέρα, η Πίπη αποφάσισε ότι ήταν η μέρα που θα άλλαζε τα πάντα.
     - Τέρμα, είπε. Η Πίπη το καλό παιδί δεν υπάρχει πια.
     Και έπλεξε τα κοτσιδάκια της πιο σφιχτά από κάθε άλλη φορά. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και χαμογέλασε. Ο καθρέφτης της χαμογέλασε και εκείνος.
     - Τέρμα, είπε και αυτός. Το βλέπω καθαρά ότι είσαι μια άλλη Πίπη.
     Τώρα, εδώ που τα λέμε, αυτό δεν ήταν και τόσο αλήθεια, κι αν ο καθρέφτης είχε μύτη, την Πίπη θα την είχε τρυπήσει στα σίγουρα. Όμως, ο καθρέφτης αυτός δεν είχε μύτη και έτσι τίποτα δεν έγινε.
     Η Πίπη είχε αποφασίσει να αλλάξει, βέβαια, αλλά η αλήθεια ήταν ότι είχε απλώς αποφασίσει να θυμηθεί ποια ήταν. Και αυτό, επειδή εδώ και πολύ καιρό είχε αποφασίσει να μην προκαλεί, και είχε σταματήσει να κάνει βόλτες με το ιπτάμενο κρεβάτι της και να σηκώνει ψηλά το πιτσιλωτό της άλογο. Άσε που ντυνόταν πολύ πιο συντηρητικά.
     - Ας δούμε, λοιπόν, τι θα πρέπει να αλλάξω ακριβώς, είπε στον εαυτό της η Πίπη, που της άρεσε να αναλύει τα πάντα με λεπτομέρεια.
     Αλλά, τώρα που το σκεφτόταν καλύτερα, είδε ότι δεν έπρεπε να αλλάξει τίποτα επάνω της. Το αντίθετο, οι άλλοι έπρεπε να αλλάξουν.
     - Τι χαζή που είμαι μερικές φορές, είπε και γέλασε.
     Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να αλλάξει; Ώρες ολόκληρες έσπασε το κεφάλι της. Ήρθε το μεσημέρι, το στομάχι της γουργούριζε παραπονιάρικα, αλλά εκείνη δεν εγκατέλειψε τους προβληματισμούς της. Ήρθε και το βράδυ, και μόνο τότε η Πίπη πήρε την απόφασή της.
     - Πρέπει να βρω ένα μεγάλο κουτί με καπάκι, είπε.
     Και την επόμενη μέρα έψαξε και βρήκε ένα μεγάλο, μεταλλικό κουτί, τόσο μεγάλο, που χωρούσε άνετα έναν άνθρωπο.
     - Και τώρα, ας το φτιάξουμε, είπε και πάλι.
     Και έβαλε στο κουτί απ’έξω μια μεγάλη πινακίδα με στρογγυλά, όμορφα γράμματα.
     - Και τώρα, ας το τοποθετήσουμε και ας περιμένουμε.
     Και έβαλε το κουτί όρθιο, με το καπάκι ανοιχτό, σε ένα δρόμο από όπου περνούσε πολύς κόσμος.
Ο κόσμος περνούσε και έβλεπε το κουτί, έβλεπε και την πινακίδα και κοντοστεκόταν. «Είσαι ο πιο έξυπνος; Απόδειξέ το» έλεγε η πινακίδα.
     Δεν άργησε να μπει ο πρώτος. «Κλείστε την πόρτα» έλεγε μια άλλη πινακίδα που υπήρχε μέσα. Ο άνθρωπος έκλεισε την πόρτα, δηλαδή το καπάκι του κουτιού.
     Όμως, τίποτα δε γινόταν και ο άνθρωπος βαρέθηκε. Αλλά όταν προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα, είδε ότι δεν άνοιγε. Είχε παγιδευτεί. Μάταια προσπαθούσε και φώναζε, κανένας δεν τον άκουγε.
     Και έπεσε το βράδυ. Ο κόσμος στον δρόμο αραίωσε πολύ και στο τέλος σταμάτησε. Και τότε εμφανίστηκε η Πίπη. Με τα δυνατά της χέρια σήκωσε το κουτί ψηλά και το μετέφερε λίγο πιο πέρα, όπου το ιπτάμενο κρεβάτι της την περίμενε, δεμένο σε μια κολώνα της ΔΕΗ. Η Πίπη φόρτωσε το κουτί επάνω στο ιπτάμενο κρεβάτι, ανέβηκε επάνω και έλυσε το σκοινί. Και το κρεβάτι άρχισε να ανεβαίνει ψηλά, ψηλά, όλο και πιο ψηλά.
     Κάποιοι που κοίταζαν στον ουρανό θαυμάζοντας το ολόγιομο φεγγάρι, είδαν το ιπτάμενο κρεβάτι να χάνεται ψηλά στον ουρανό, αλλά νόμιζαν ότι είχαν παραισθήσεις, και κανείς δεν το ανέφερε την επόμενη μέρα. Κι όμως, το επόμενο πρωί, το μεγάλο κουτί ξαναεμφανίστηκε στον δρόμο. Και πάλι δεν άργησε να γεμίσει.
     Έτσι έγινε και η Πίπη άρχισε τις μεταφορές. Και έναν-έναν, άρχισε να απομακρύνει από τη γη όλους τους ηλίθιους. Αλλά οι ηλίθιοι στη γη είναι πολλοί και τελειωμό δεν έχουν. Αλλά και η Πίπη είναι ακούραστη και κάθε βράδυ το ιπτάμενο κρεβάτι της χάνεται στο διάστημα. Και είναι και αποφασισμένη η Πίπη. Δε θα σταματήσει αν δεν τους εξαφανίσει όλους. Και τότε, θα μπορέσει να ξαναγίνει ο εαυτός της.
     Για να αποκτήσει αυτή η ιστορία happy end.

2 σχόλια:

  1. Εντάξει. Πετάει το κρεβάτι της Πίπης. Πείστηκα!
    Αλλά, τζάμπα τα εναέρια δρομολόγια. Αντί να λιγοστεύουν οι ηλίθιοι, αυξάνονται και πληθύνονται!
    Καλημέρα Πίππι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δίκιο έχεις, αλλά ας επικεντρωθούμε στο γεγονός ότι πείστηκες πως το κρεβάτι της Πίπης πετάει.
      Ας προσπαθήσουμε να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο.
      Φιλάκια

      Διαγραφή

To comment or not to comment? That is the question