Στην αρχή δεν την πήρα είδηση. Μόνο που ένιωσα ένα απαλό χάδι στον σβέρκο μου. Ύστερα, όμως, δε γινόταν να μην την δω. Εξάλλου, ήρθε και στάθηκε ακριβώς μπροστά μου, πώς να μην την έβλεπα; Και, ενώ είχα ήδη ανοίξει το τάμπλετ και είχα ξεκινήσει το διάβασμα, αναγκάστηκα να κάνω ένα διάλειμμα.
- Πώς από εδώ; τη ρώτησα.
- Βγήκα για βόλτα, μου απάντησε.
- Για βόλτα; Και πού, δηλαδή, πήγαινες βόλτα;
- Δεν είχα συγκεκριμένο σκοπό. Βγήκα το πρωί και είπα να γυρίσω λίγο, να δω καμιά βιτρίνα, ξέρεις...
- Και εδώ κάτω, τι δουλειά έχεις;
- Ε, να, ξένη είμαι, από άλλο τόπο έρχομαι, πρώτη φορά στο κέντρο, εκεί που είμαι εγώ μετρό δεν έχει...
Κούνησα το κεφάλι μου με κατανόηση.
- ... και αφού περνούσα από την είσοδο του σταθμού, να μην μπω μέσα; Ακολούθησα, λοιπόν, μία κοπέλα με τατουάζ και μπήκα στον σταθμό.
- Πώς σου φάνηκε;
- Πολύ μεγάλος, βρε παιδί μου... Τόσο μεγάλος που χάνεσαι!
- Δηλαδή εσύ χάθηκες;
- Ε, με τόσες εξόδους που έχει δεν ήξερα από πού να βγω. Αλλά ύστερα σκέφτηκα "αφού έφτασα μέχρι εδώ, δεν κατεβαίνω και παρακάτω να δω τους συρμούς;" και, ακολουθώντας έναν κύριο με παχύ μουστάκι, κατέβηκα στην αποβάθρα.
- Και ύστερα;
- Ε, ύστερα ήρθε ο συρμός.
- Και μπήκες;
- Αφού με βλέπεις... Τι να έκανα, να τον άφηνα να φύγει; Και πώς θα έβγαινα από τον σταθμό ύστερα;
- Ακολουθώντας κάποιον άλλο επιβάτη, υποθέτω...
- Για εσένα είναι απλό, αλλά για εμένα που πρώτη φορά μπήκα δεν είναι και τόσο εύκολο, μην κοροϊδεύεις...
Σταμάτησε να μιλάει. Μάλλον είχε θυμώσει μαζί μου. Ξαναγύρισα, λοιπόν, κι εγώ στο τάμπλετ μου και συνέχισα το διάβασμα. Το μάτι μου, όμως, όλο και γύριζε προς το μέρος της... Εκείνη παρέμενε ακίνητη στην ίδια θέση.
- Να δεις που μπορεί να μπερδευτεί και να μην ξέρει ούτε πώς να βγει από το συρμό, σκέφτηκα. Ίσως θα έπρεπε να την πάρω μαζί μου...
Και ξαφνικά σκέφτηκα ότι το χάδι στον σβέρκο μου ίσως να σήμαινε ότι της είχα πάρει τη θέση. Όχι, δεν υπήρχε περίπτωση, θα έπρεπε να την αποζημιώσω, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε να τη βοηθήσω να βρει την έξοδο. Θα τη δεχόταν, άραγε, τη βοήθειά μου;
Στο μεταξύ, φτάναμε στον προορισμό μου. Κι αν εκείνη δεν κατέβαινε εκεί; Αν, για παράδειγμα, ήθελε να φτάσει μέχρι το τέρμα; Δεν πειράζει, εγώ απλώς θα προσφερόμουν να τη συνοδεύσω στην έξοδο και αν δεν ήθελε, ας μη με ακολουθούσε.
Εκείνη παρέμενε ακίνητη. Μήπως είχε πάρει κανέναν υπνάκο; Ο συρμός είχε αρχίσει να επιβραδύνει. Ό,τι ήταν να κάνω, έπρεπε να γίνει σύντομα. Και καθώς ο συρμός σταματούσε, έκανα να σκύψω προς το μέρος της. Πριν προλάβω, όμως, να κινηθώ εκείνη, με μία απότομη κίνηση, τινάχτηκε και απομακρύνθηκε βιαστικά. Ούτε που πρόλαβα να δω πού πήγε.
Πάντως, κάτι μου λέει ότι παρέμεινε μέσα. Αλλιώς, φαντάζομαι πως θα την έβλεπα στις κυλιόμενες, να ακολουθεί κάποιον άλλον επιβάτη...
Σημ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου
Η πρόθεση μετράει, καλή μου Πίππη! Τι να κάνεις κι εσύ η συνεπιβάτις, αν η άλλη ήθελε περιπέτειες;
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι, είναι αλήθεια, δεν μπορείς να κάνεις και πολλά! Ειδικά όταν ο άλλος εξαφανιστεί στο άψε-σβήσε
ΔιαγραφήΠόσο τις ζηλεύω αυτές τις πεταλούδες, που δεν έχουν κλειστοφοβία και μπαίνουν στο μετρό...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως ήταν αρκετά κοινωνική.
Εδώ στα μέρη μας, κουβέντα δεν τους παίρνεις.
Έρχονται αθόρυβα, πετάνε λίγο γύρω σου και μετά, σιωπηλές όπως ήρθαν, φεύγουν για αλλού!
Και να πεις ότι δεν θέλω να κουβεντιάσουμε;
Τουναντίον, θα έλεγα...
Τι κρίμα, αγαπημένη μου Αρτίστα, να μην ανταποκρίνονται οι πεταλούδες στην επιθυμία σου για επικοινωνία!
ΔιαγραφήΕδώ, στην Αθήνα, οι πεταλούδες είναι ιδιαίτερα κοινωνικές, ίσως επειδή οι άνθρωποι είναι το αντίθετο.
Πόσα μυστήρια ακόμη χωράει αυτό το σύμπαν;