Η Ρούλα έβαλε τα γεμιστά στο φούρνο και κοίταξε το ρολόι της κουζίνας.
- Ωραία, είπε ικανοποιημένη, προλαβαίνω να διαβάσω κιόλας, προτού έρθει ο δάσκαλος.
Πήρε τις σημειώσεις της και κάθησε στο τραπέζι.
"Σκρολάρω", διάβασε. "Μετακινούμαι στο διαδίκτυο με φορά ανοδική ή καθοδική, χρησιμοποιώντας το ποντίκι ή περνώντας το δάχτυλο επάνω από την οθόνη του κινητού".
- Σκοράρω, είπε η Ρούλα, όχι σκοράρω, σκορλάρω, σκο..., σκο...
Έριξε μια ματιά στις σημειώσεις.
- Σκρό-λάρω, καλέ Ρούλα, είπε στον εαυτό της, σκρο. Όπως λέμε... σκρόφα.
Μια μηχανή ακούστηκε απ'έξω, να μαρσάρει.
- Φόρα μια ζακέτα, παιδί μου! ακούστηκε να φωνάζει η κυρα-Στέλλα, η γειτόνισσα.
- Άσε με, ρε μάνα, τι ζακέτα, αφού φοράω μπουφάν! ακούστηκε ο γιος της.
- Τι μπουφάν, παιδί μου, που το έχεις ξεκούμπωτο...
Ο γιος ξαναμαρσάρισε.
- Φεύγω, θα αργήσω, είπε.
- Το κράνος σου να φοράς... και να μην τρέχεις, ακούς;
Ο γιος δεν απάντησε, αλλά η μηχανή ακούστηκε να απομακρύνεται.
Η Ρούλα ξαναγύρισε στο διάβασμά της.
- Σκροφάρω, είπε.
Κοίταξε τις σημειώσεις της. Φτου, πάλι λάθος!
- Δύσκολο το μάθημα, είπε η Ρούλα.
Ένιωσε ένα κούνημα στην καρέκλα. Το φωτιστικό της κουζίνας ταλαντεύτηκε λίγο.
- Γύρω στα 4, είπε.
Το κούνημα σταμάτησε, αλλά χτύπησε το τηλέφωνο.
- Τι κάνεις, μαμά; ήταν η κόρη της. Κουνήθηκες;
- Καλά είμαι, παιδί μου. Ναι, κουνήθηκα λίγο, αλλά μην ανησυχείς, δεν ήταν μεγάλος, γύρω στα 4 Ρίχτερ τον έκοψα. Εσείς, πώς είστε; Τι κάνει το εγγονάκι μας;
- Μια χαρά είναι, μεγαλώνει και ομορφαίνει...
- Άντε, να μεγαλώσει λίγο ακόμα, να αρχίσει να μιλάει, πόσα έχω να του μάθω...
- Ε, όπου να'ναι θα αρχίσει να λέει τις πρώτες του λεξούλες, ίσως να άρχισε κιόλας...
- Θυμάσαι όταν άρχισε να μιλάει η μαμά του;
- Αν θυμάμαι, λέει! Γλώσσα δεν έβαζε μέσα της!
- Ναι, και ό,τι λέγαμε το επαναλάμβανε, σαν παπαγάλος ένα πράγμα...
- Άκου, μαμά, δεν έρχεστε σήμερα για φαγητό; Έχω μπάμιες, που σου αρέσουν...
- Σήμερα αδύνατον.
- Γιατί;
- Έχω μάθημα.
- Σήμερα είναι; Το είχα ξεχάσει.
- Ναι, σήμερα είναι και ακόμα δεν έχω διαβάσει.
- Καλά, να σε αφήσω να διαβάσεις. Πάντως, αν θέλεις μετά το μάθημα να έρθεις, οι μπάμιες σου θα σε περιμένουν.
- Έχω βάλει γεμιστά να ψήνονται.
- Γεμιστά;
- Ναι.
- Πω, πω, μου τρέχουν τα σάλια... Ίσως περάσω το απόγευμα να δοκιμάσω.
- Να περάσεις, έχω βάλει αρκετά. Σε αφήνω τώρα, για να διαβάσω. Φίλησέ τους όλους.
Η Ρούλα γύρισε στο τραπέζι. Τα γεμιστά μοσχομύριζαν στο φούρνο. Ωραία θα γίνονταν και πάλι... Λοιπόν, και τώρα διάβασμα!
- Σκρο..., σκρο...φ...ν...λάρω! Σκρολάρω!
Κοίταξε τις σημειώσεις της.
- Επιτέλους! είπε.
"Μπακ-απ", διάβασε. "Η δημιουργία αντιγράφων των αρχείων".
- Μπακάπ, επανέλαβε. Μπακάπ, μπακάπ. Εγώ έχω κάνει μπακάπ ποτέ;
Δε θυμόταν κάτι τέτοιο.
"Μπι πι ες", διάβασε. "Μονάδα μέτρησης της ταχύτητας μεταφοράς δεδομένων".
- Μπι πι ες, επανέλαβε. Μπι πι ες. Σαν Μπι μπι σι, μοιάζει. Μπι μπι ες, λοιπόν.
Το βλέμμα της έπεσε στο παράθυρο της κουζίνας. Ο ουρανός είχε συννεφιάσει.
- Λες να βρέξει; σκέφτηκε. Μήπως να πω στο δάσκαλο να μην έρθει;
Πήγε στο παράθυρο. Τα βρακιά της κυρα-Ρήνης, απέναντι, ανέμιζαν περήφανα στον αέρα, σαν πανιά ιστιοφόρων. Φυσούσε αρκετά, λίγο ακόμα και θα σαλπάριζαν κατά Σαντορίνη μεριά.
- Μπα, είπε, ο καιρός ανοίγει. Θα βγάλει ήλιο όπου να'ναι.
Το τηλέφωνο ξαναχτύπησε.
- Γεια σου, Ρούλα μου, ακούστηκε η φίλη της η Φιλιώ. Τι κάνεις;
- Καλά είμαι, Φιλιώ μου, εσείς;
- Όλοι καλά είμαστε, ευτυχώς. Ξέρεις γιατί σε πήρα;
- Και πού να ξέρω, καλέ; Μήπως έχω κληρονομικό χάρισμα;
- Η κόρη μου θα βαφτίσει ένα μωρό, τον εγγονό της Γεσθημανής, της ξαδέρφης του Μαθιού...
- Α, ναι, ναι, ξέρω... Άντε, με το καλό!
- Ναι, γι'αυτό σε ήθελα... Η κόρη μου θέλει να του κάνει ένα δώρο πιο ιδιαίτερο, αλλά δεν πιάνουν τα χέρια της, ούτε βελονάκι έμαθε, ούτε κέντημα, τίποτα. Μήπως θα μπορούσες εσύ...
- Και το ρωτάς; Εννοείται! Έχει κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό της η κόρη σου;
- Όχι, τίποτα... Το αφήνουμε όλο επάνω σου! Και, φυσικά, με το αζημίωτο!
- Ούτε να το συζητάς αυτό, εμένα είναι χαρά μου...
- Τουλάχιστον, να σου πάρουμε τα νήματα...
- Εντάξει, τα νήματα να μου τα πάρετε.
- Σε ευχαριστώ, Ρούλα μου, το ήξερα ότι μπορούσα να βασιστώ επάνω σου!
- Παρακαλώ, Φιλιώ μου, δεν κάνει τίποτα. Μόνο που τώρα θα σε αφήσω, θα μου καεί το φαγητό...
Η Ρούλα έκλεισε το τηλέφωνο, για να γυρίσει στο διάβασμά της. Αλλά το μυαλό της αλήτευε: ζακετάκια, παπουτσάκια, καπελάκια, τι θα μπορούσε να φτιάξει; Ή, μήπως, κεντητές πετσετούλες; Ή κεντητά σεντονάκια; Μήπως μία κουβερτούλα; Δρόσιζε και ο καιρός...
"Φάιαρ γουόλ", διάβασε. "Τείχος προστασίας από ιούς και κακόβουλο λογισμικό".
- Φάιαρ γουόλ, επανέλαβε, φάιαρ γουόλ, φάιαρ γουόλ... γαλάζια κουβερτούλα να φτιάξω, ή να την κάνω πολύχρωμη;
Το βλέμμα της ξαναπήγε στο παράθυρο. Ο ουρανός ήταν σχεδόν καταγάλανος.
- Δίκιο είχα, είπε, ο ουρανός καθάρισε... Γαλάζια θα την κάνω την κουβερτούλα... Και θα της κεντήσω επάνω και ελεφαντάκια!
Ακούστηκε το κουδούνι. Έριξε μια ματιά στο ρολόι της κουζίνας.
- Πω-πω, πώς πέρασε η ώρα! αναφώνησε. Έφτασε ο δάσκαλος και εγώ ακόμα δεν έχω διαβάσει!
Έτρεξε στην πόρτα και κοίταξε από το ματάκι. Μια πολύχρωμη μάσκα με ένα ζωγραφισμένο χαμόγελο επάνω της κάλυπτε το μισό πρόσωπο του δασκάλου. Η Ρούλα άνοιξε την πόρτα.
- Καλώς τον, είπε η Ρούλα.
Ο δάσκαλος έβγαλε τη μάσκα και χαμογέλασε. Το χαμόγελό του ήταν πολύ πιο όμορφο από το χαμόγελο της μάσκας.
- Γεια σου, γιαγιά, είπε ο δάσκαλος.
Ωωωωωωω τι γλυκό κλείσιμο! Ήρθε ο δάσκαλος! Ναι, ο δάσκαλος, που είναι ο εγγονός. Για να κάνει μάθημα με την ...σούπερ ντούπερ Γιαγιά, η οποία συνδυάζει, ως γνήσιο πολυεργαλείο που κάνει τα πάντα:
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαγειρεύει, μελετάει, απαντά στα τηλέφωνα, σχεδιάζει τι δώρο θα κάνει, παρακολουθεί τον καιρό. Τα πάντα όλα.
Μου άρεσε το ταξίδι σου αυτό με τις εικόνες και τα πρόσωπα.
Οι κόκκινες λέξεις, μου θυμίζουν λίγο το παλιό μας "Παίζοντας με τις λέξεις" άραγε;
Καλησπέρα Πίππη μου.
Α, μα φυσικά και είναι το προσωπικό μου "παίζοντας με τις λέξεις", Γιάννη μου, το βρήκες! Απλώς, ξαναχρησιμοποίησα τις λέξεις που χρησιμοποίησα και στην ιστορία με τον Ιντιάνα Τζόουνς. Είπα να τους δώσω άλλη μία ευκαιρία, και αυτή τη φορά να περιλάβω τη Ρούλα, που είναι όντως σούπερ ντούπερ γιαγιά, και όλοι τη θαυμάζουμε στην μπλογκογειτονιά.
ΔιαγραφήΠολλά φιλιά
Το αγαπώ πολύ αυτό το λογοπαίγνιο, το ξέρεις. Και το απολαμβάνω στις προσωπικές σου εμπνεύσεις. Καλησπέρα και καλή βδομάδα Πίππη μου.
ΔιαγραφήΠάρα πολύ ωραίο κείμενο, όπως πάντα δηλαδή! Και με χιούμορ, και με φαντασία και με γεμιστά 😉 Κι άντε τώρα η δόλια η γιαγιά να μάθει όλες τις νέες ορολογίες! Το δε "σκροφάρω" όλα τα λεφτά χαχαχα! Καλό φθινόπρωο Πίπη μου, σε φιλώ 🌼🌻
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι που σου άρεσε, Πέτρα μου! Όσο για τα γεμιστά, τι να κάνω που η Ρούλα τα ανεβάζει συνέχεια στο μπλογκ της και με κάνει να μου τρέχουνε τα σάλια;
ΔιαγραφήΚαλό φθινόπωρο και σε εσένα. Φιλάκια πολλά
🤣🤣🤣🤣🤣 Εχω πέσει κάτω από τα γέλια μα τι έμπνευση!!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι να ήξερες πόσο έπεσες μέσα Πίππη μου ...βρε μήπως έχεις βάλει τίποτα κοριούς παρακολούθησης;🤣 Ενα θα σου πω πως είσαι μέσα εκατό τις εκατό...
Αυτό τον καιρό είμαι πάλι φουλ τάιμ εργασίας ...αλλά να μου πεις και πότε δεν ήμουν; χα...χα..
Οσο για τα γεμιστά μόλις ανακαλυφτεί ο διακτινισμός, με το ταψί θα σου έρθουν...μόνο δεν ξέρω αν επάνω εκεί ο Πανάγαθος έχει τα υλικά.!!!🤣
Τρελαίνομαι που με αυτό που έγραψες...με έκανες πια μια διασημότητα σε ευχαριστώ πολύ πολύ Πίππη μου καλο μήνα φιλιαααα😍
Υ.γ θα το διαβάσω στο δισέγγονο...🤣
Α, μα πώς να μην πέσω μέσα, Ρούλα μου; Αφού εσύ η ίδια μας ενημερώνεις για τα κατορθώματά σου (σιγά μην παραδεχτώ ότι σου έχω βάλει κοριούς)!
ΔιαγραφήΑχ, αυτόν τον διακτινισμό γεμιστών τον περιμένω ανυπερθέτως... και με ντολμαδάκια, ή κολοκυθοανθούς, παρακαλώ (είμαι και μερακλού, τρομάρα μου)!
Όσο για το ότι σε έκανα διασημότητα, εδώ θα διαφωνήσω (κοίτα μην παρεξηγηθείς και δεν μου στείλεις τα γεμιστά): διασημότητα έχεις γίνει από μόνη σου, και όλοι εμείς είμαστε θαυμαστές σου!
Φιλάκια πολλά και καλό μήνα και σε εσένα
ΥΓ: Έχεις το ελεύθερο, φυσικά
Κατσε να κατέβω από το καλάμι να τα πούμε 🤣...το λοιπόν Πίππη μου πρωτον αν δεν παινέψουμε τα γεμιστά μας, όπως λέμε το σπίτι μας ποιος άλλος θα το κάνει οέο;🤣
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι εννοείτε ότι θα έχουν και κολοκυθοανθούς μέσα...φιλιά ξενύχτικα...😍