- Γεια σου! είπε ο κύκνος.
- Γεια σου! του απάντησε ο κολλητός του.
- Όλα καλά; ρώτησε.
- Όλα καλά, απάντησε ο άλλος.
- Πάμε μια βόλτα; πρότεινε.
- Πάμε μια βόλτα, συμφώνησε ο άλλος.
Με αργές, όλο χάρη κινήσεις, ο κύκνος άρχισε να γλιστράει στη λίμνη. Ο φίλος του, όλο χάρη και εκείνος, τον ακολουθούσε, χωρίς στιγμή να μένει πίσω.
- Ωραία είναι εδώ, είπε ο κύκνος.
- Ωραία είναι εδώ, είπε ο φίλος του.
Συνέχισαν τη βόλτα τους ώρα πολλή. Και, κάποια στιγμή ο κύκνος ένιωσε μια λιγούρα.
- Πείνασα, είπε.
- Πείνασα, είπε και ο φίλος του.
- Ας φάμε.
- Ας φάμε.
Στη στιγμή, ο κύκνος βούτηξε το κεφάλι του στη λίμνη. Το ίδιο έκανε και ο άλλος. Δευτερόλεπτα μετά, και οι δυο είχαν στο ράμφος τους από ένα χορταράκι.
- Ωραίο χορταράκι βρήκες, είπε ο κύκνος.
- Ωραίο χορταράκι βρήκες, του είπε και ο φίλος του.
- Όχι, το δικό σου είναι καλύτερο.
- Όχι, το δικό σου είναι καλύτερο.
- Το δικό σου!
- Το δικό σου!
- Μην επιμένεις, θέλεις να τσακωθούμε;
- Μην επιμένεις, θέλεις να τσακωθούμε;
Ο κύκνος άρχισε να θυμώνει πραγματικά.
- Με κοροϊδεύεις; ρώτησε.
- Με κοροϊδεύεις; ρώτησε και ο άλλος.
- Όχι, εσύ με κοροϊδεύεις!
- Όχι, εσύ με κοροϊδεύεις!
- Όχι, εσύ!
- Όχι, εσύ!
Α, αυτό πήγαινε πολύ!
- Τώρα θα δεις! είπε ο κύκνος και βούτηξε το κεφάλι του στη λίμνη.
- Τώρα θα δεις! είπε και ο άλλος και έκανε το ίδιο.
Όμως, με το που βούτηξε το κεφάλι του στο νερό, ο άλλος κύκνος είχε εξαφανιστεί. Έψαξε από εδώ, έψαξε από εκεί, πουθενά ο κολλητός του.
Έβγαλε το κεφάλι του έξω από το νερό για να πάρει ανάσα, να'σου τον πάλι ο φίλος του να τον κοιτάζει σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
- Α, εδώ είσαι;
- Α, εδώ είσαι;
- Ε, δεν υποφέρεσαι, είπε και ξαναβούτηξε αμέσως, πριν καλά-καλά ο άλλος ολοκληρώσει την φράση του.
Αλλά πάλι, ο άλλος είχε εξαφανιστεί.
- Πώς το κάνεις αυτό; ρώτησε όταν έβγαλε το κεφάλι του από το νερό και είδε τον άλλον να τον κοιτάζει.
- Πώς το κάνεις αυτό; τον ρώτησε και ο άλλος.
- Α, εσύ δε βάζεις μυαλό, είπε και ξαναβούτηξε χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Αλλά όσο κι αν έψαξε, πάλι δεν βρήκε τον άλλον.
- Τι κάνεις εκεί; ρώτησε ένας πελεκάνος που περνούσε από εκεί κοντά.
- Να, είπε εκείνος, θέλω να δείρω έναν κύκνο, αλλά όλο μου κρύβεται και δεν μπορώ να τον βρω.
- Ποιον κύκνο θέλεις να δείρεις; ρώτησε ο πελεκάνος.
- Να, αυτόν, είπε και έδειξε τον άλλο κύκνο, που τώρα τον έδειχνε και εκείνος σε έναν άλλο πελεκάνο.
- Μα, χαζός είσαι; τον ρώτησε ο πελεκάνος. Ο άλλος κύκνος είσαι εσύ!
- Τι βλακείες είναι αυτές; είπε ο κύκνος. Εγώ είμαι εδώ, δεν μπορώ να είμαι και εκεί!
- Κι όμως, σου λέω, ότι αυτό που μου έδειξες ήταν απλώς η αντανάκλασή σου.
- Δεν ξέρεις τι λες! είπε θυμωμένος ο κύκνος. Ξέρω πολύ καλά τι βλέπω, και θα σου το αποδείξω αμέσως. Θα τον πιάσω και θα τον φέρω εδώ, μπροστά σου. Και τότε να δω τι θα μου πεις!
- Μα... ξεκίνησε να λέει ο πελεκάνος, αλλά ο κύκνος είχε ήδη ξαναβουτήξει.
Ο πελεκάνος αναστέναξε. Αν ο άλλος είναι χαζός και επιμένει στη χαζομάρα του, τι μπορείς να του κάνεις εσύ; Αργά, αργά, άνοιξε τα φτερά του και πέταξε ψηλά, πάνω από τη λίμνη.
Και ο κύκνος, ακόμα ψάχνει.
Σημ: Η φωτογραφία είναι δικιά μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To comment or not to comment? That is the question