Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

Ο (Άγγλος) φίλος ασθενής

     Και πήγε, λοιπόν, ταξίδι η Πίπη, σε αναζήτηση ιστοριών. Και έψαξε να βρει γοργόνες και γίγαντες, αλλά δυστυχώς δεν συνάντησε κανέναν. Βρήκε, βέβαια, όμορφες παραλίες, με θάλασσες χρώματος τυρκουάζ. Βρήκε και κύματα, και έπαιξε μαζί τους σούμο. Και μερικές φορές κατάφερε να τα κερδίσει. Μόνο μερικές, όμως, επειδή τα κύματα είναι πλάσματα μπαμπέσικα και σου επιτίθενται εκεί που δεν το περιμένεις.
     Και φαράγγια βρήκε η Πίπη. Που ήταν γεμάτα δέντρα, και βράχια, και πέτρες διαφόρων μεγεθών και μορφών. Και που και εκείνες είναι πλάσματα μπαμπέσικα, επειδή ποτέ δεν ξέρεις πότε θα σου βάλουν τρικλοποδιά για να πέσεις και να ξεκαρδιστούν στα γέλια. Και της έβαλαν πολλές τρικλοποδιές της Πίπης οι ζαβολιάρες πέτρες. Αλλά, ευτυχώς, καμία τρικλοποδιά δεν πέτυχε και η Πίπη δεν έπεσε ούτε μία φορά. Βέβαια, κάποιες πέτρες πολύ μουλωχτές κατάφεραν και της έριξαν μερικές κλωτσιές χωρίς εκείνη να το πάρει είδηση, και έτσι τώρα η Πίπη έχει δύο δαχτυλάκια με νύχια βαμμένα μωβ. Αλλά δεν πειράζει, σημασία έχει ότι δεν έπεσε.
     Δεν βρήκε, λοιπόν, αυτό το οποίο αναζητούσε η Πίπη, βρήκε όμως άλλα πράγματα εξίσου ωραία και γι'αυτό δεν στενοχωρήθηκε και πολύ. Σε ποιον, άλλωστε, δεν αρέσουν τα νερά τα τυρκουάζ και τα φαράγγια με τις ζαβολιάρες πέτρες;
     Και ήρθε η ώρα να επιστρέψει η Πίπη στη Χώρα του διαμερίσματος, και η αλήθεια είναι ότι δεν ήθελε και πάρα πολύ να γυρίσει, κυρίως επειδή θα έπρεπε να γυρίσει και στο απεχθές μέρος που λέγεται Εργασιακός Χώρος. Αλλά, δυστυχώς, όλοι κάνουμε πράγματα που δεν θέλουμε και η Πίπη έπρεπε να συμβιβαστεί με την ιδέα της επιστροφής. Και ξαναπήρε το πλοίο - εκείνο το απλό, το συνηθισμένο, που πλέει στη θάλασσα και δεν πετάει στον ουρανό - και γύρισε στο σπίτι της.
     Εδώ πρέπει να πούμε ότι υπήρχε και ένα πράγμα που χαροποιούσε την Πίπη καθώς επέστρεφε και αυτό ήταν η σκέψη ότι θα ξαναέβλεπε τον φίλο της, το βιολί. Επειδή τον τελευταίο καιρό, η Πίπη και το βιολί έχουν γίνει πολύ καλά φιλαράκια. Και παίζουν μαζί, και τραγουδάνε, και περνάνε καλά. Και όταν έρθουν στο τσακίρ κέφι, όλο και κάποιο χελιδόνι μπορεί να ξεστρατίσει από τον δρόμο του και να έρθει να τους κάνει παρέα. Και να κάνουν οι τρεις τους μια πολύ ιδιαίτερη μουσική κομπανία. Και αν δεν με πιστεύετε εμένα, που μόνο αλήθειες λέω, ρωτήστε και τη Ρίνα τη Μινωταυρίνα, που το έχει δει με τα ίδια της τα μάτια, να σας το βεβαιώσει. Αλλά με πιστεύετε, έτσι δεν είναι;
     Γύρισε, λοιπόν, η Πίπη στο σπίτι της και βρήκε το βιολί στη θέση που το είχε αφήσει. Τίποτα δεν προμήνυε το κακό που θα ακολουθούσε. Επειδή, ναι, την Πίπη την περίμενε μία δυσάρεστη έκπληξη.
     - Έλα να παίξουμε, είπε στο βιολί. Θα μου τραγουδήσεις ένα τραγούδι από εκείνα που τραγουδούσαμε και πριν;
     - Γκουχ! Γκουχ! έκανε το βιολί. Ας τραγουδήσουμε, λοιπόν.
     Αλλά όταν άνοιξε το στόμα του για να τραγουδήσει, τι ήταν αυτό που ακούστηκε; Τι βραχνάδα ήταν αυτή; Πού ήταν η φωνούλα του, η τόσο αγαπημένη;
     - Τι έπαθες; το ρώτησε ανήσυχη η Πίπη. Μήπως κρύωσες;
     Αλλά πώς να κρύωσε, αφού όλον αυτόν τον καιρό έκανε ζέστη; Μήπως είχε ιδρώσει και είχε καθήσει σε κανένα ρεύμα; Μήπως είχε φάει πολλά παγωτά;
     - Για ξαναδοκίμασε, του είπε. Έλα, τραγούδησε μερικές νότες, να δεις που σιγά-σιγά θα ζεσταθεί η φωνή σου και θα είναι σαν και πρώτα.
     Αμ' δε! Το βιολί συνέχιζε να είναι βραχνό, όπως και πρώτα. Μήπως είχε αρχίσει να καπνίζει στα κρυφά;
     Και τότε η Πίπη θυμήθηκε τη μέρα του αποχωρισμού και πολύ ταράχτηκε. Επειδή θυμήθηκε ότι το βιολί της είχε ζητήσει να το πάρει στο ταξίδι μαζί της, αλλά εκείνη του είχε πει ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει. Και εκείνο είχε αρχίσει να κλαίει και να της λέει ότι θα πέθαινε από την στενοχώρια του, και τι θα έκανε μόνο του τόσες μέρες κλεισμένο στη Χώρα του διαμερίσματος; Η Πίπη, όμως, είχε αγνοήσει τα παρακάλια του βιολιού και είχε φύγει, και είχε πάει στο μέρος με τις τυρκουάζ θάλασσες και τα φαράγγια, αφήνοντας τον φίλο της μόνο του.
     Μήπως, λοιπόν, το βιολί είχε αρρωστήσει βαριά και τώρα πέθαινε από τη μελαγχολία που του είχε προκαλέσει ο χωρισμός τους; Λες να μην έπρεπε να το είχε αφήσει μόνο του τελικά; Η Πίπη ένιωσε μεγάλες ενοχές.
     - Μην μου πεθάνεις, καλέ μου φίλε! φώναξε. Θα σε πάω στους καλύτερους γιατρούς, θα γίνεις καλά!
     - Γκουχ! Γκουχ! απάντησε το βιολί.
     - Κάνε κουράγιο, όλα θα πάνε καλά, θα το δεις.
     - Γκουχ! είπε ξανά το βιολί.
     Και έτσι η Πίπη πήρε το βιολί αγκαλιά - μέσα στο κρεβατάκι του φυσικά - και το πήγε στο γιατρό.
     - Κάνε "αααα", είπε ο γιατρός στο βιολί.
     - Αααα, είπε το βιολί. Γκουχ! Γκουχ!
     - Πάλι, είπε ο γιατρός.
     - Αααα, γκουχ!
     - Όπως το φαντάστηκα, είπε ο γιατρός. Φαρυγγίτιδα. Γι'αυτό έχουν πρόβλημα οι φωνητικές του χορδές.
     - Θα γίνει καλά, γιατρέ μου; ρώτησε η Πίπη.
     Αλλά ο γιατρός δεν απάντησε, καθώς είχε αρχίσει κιόλας να εφαρμόζει τη θεραπεία. Και πήρε ένα φάρμακο σε σκόνη και το έδωσε στο βιολί να το φάει, και του έτριψε λίγο το λαιμό, και το βιολί συνέχισε τα "γκουχ! γκουχ!", αλλά τώρα ο βήχας είχε μετατραπεί σε βηχαλάκι, και ο γιατρός του έδωσε λίγο ακόμα φάρμακο, και η φωνή του βιολιού άρχισε σιγά-σιγά να καθαρίζει...
     - Θέλει μεγάλη προσοχή με τις αλλαγές θερμοκρασίας, είπε, επειδή ο λαιμός του είναι πολύ ευαίσθητος. Να αποφεύγει τα ρεύματα και τις μεγάλες ζέστες. Και να ξεκουράζεται τακτικά.
     - Μπορώ να ταξιδεύω, γιατρέ; ρώτησε το βιολί και κοίταξε με τρόπο την Πίπη.
     - Φυσικά, είπε ο γιατρός, αλλά θα πρέπει πάντα να προσέχετε τα ρεύματα.
     Αυτό άρεσε πολύ στο βιολί, αλλά την Πίπη την προβλημάτισε λίγο, επειδή δεν ήξερε αν θα μπορούσε τελικά να πάρει μαζί της το φίλο της στο επόμενο ταξίδι της. Αλλά, προς το παρόν, μπορούσε απλώς να χαίρεται που ο φίλος της είχε γίνει καλά και να αφήσει τους προβληματισμούς για αργότερα.
     Και γύρισε η Πίπη στη Χώρα του διαμερίσματος μαζί με το βιολί.
     - Τι θα έλεγες να τραγουδούσαμε λιγάκι; πρότεινε.
     Και το βιολί δεν περίμενε να του το πούνε δεύτερη φορά και άρχισε να τραγουδάει. Και, ναι, η φωνή του ίσως δεν ήταν ακόμα ακριβώς όπως ήταν πρώτα, αλλά ο βήχας είχε σταματήσει τελείως. Και τραγούδησαν οι δυο τους όλα τα τραγούδια που ήξεραν. Και η Πίπη ένιωσε πολύ χαρούμενη που ο φίλος της έγινε καλά.
     - Πάνω στην ώρα γύρισα, σκέφτηκε η Πίπη. Τι θα είχε συμβεί άραγε αν είχα καθυστερήσει να επιστρέψω;
     - Ελπίζω να με πάρει μαζί της την επόμενη φορά, σκέφτηκε και το βιολί. Αλλιώς, τι θα κάνω μόνο μου;
     Και αισθάνθηκε την ανάγκη να βήξει, αλλά κρατήθηκε. Επειδή το βιολί λατρεύει τους μελοδραματισμούς, αλλά ξέρει πολύ καλά ότι αν βήχει με το παραμικρό, η Πίπη μπορεί να σταματήσει να του δίνει σημασία. Και αυτό είναι κάτι που το βιολί δεν το θέλει καθόλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

To comment or not to comment? That is the question