Ήταν ολόιδιες, η Γιν και η
Γιανγκ. Ολόιδιες και αχώριστες. Είχαν τα ίδια όμορφα, σκιστά μάτια, που όταν τα
μισόκλειναν γίνονταν σαν δύο γραμμές. Είχαν τα ίδια κατάμαυρα, γυαλιστερά σαν
μετάξι μαλλιά. Είχαν και τα ίδια λακκάκια στα μάγουλα, όταν χαμογελούσαν.
Κανείς δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τη μία από την άλλη, όταν τις έβλεπαν.
Κι όμως, η Γιν και
η Γιανγκ δεν έμοιαζαν καθόλου η μία με την άλλη. Αρκούσε να τις χαιρετήσεις για
να το καταλάβεις: η Γιν αμέσως σου απαντούσε με ένα πλατύ χαμόγελο, που τόνιζε
τα λακκάκια στα μάγουλά της, ενώ η Γιανγκ σε κοιτούσε με ανασηκωμένα τα φρύδια,
δημιουργώντας δύο λεπτές ρυτίδες στο κούτελό της.
Αλλά δεν
καταλάβαινες τη διαφορά μόνο όταν τις χαιρετούσες. Και όταν τους μιλούσες,
γενικά, την καταλάβαινες. Η Γιν ήταν πάντα πρόθυμη να βοηθήσει, και η αγαπημένη
της φράση ήταν "Γιατί όχι;" Και όχι μόνο ήταν πρόθυμη να βοηθήσει,
αλλά βοηθούσε και πραγματικά. Όλοι στο Χο-ρι-γιό, το μικρό ψαράδικο
χωριό, είχαν να το λένε για την καλοσύνη και τις ικανότητες της Γιν.
Αντίθετα, η Γιανγκ
πάντα αρνιόταν να βοηθήσει, κι όταν αναγκαζόταν να το κάνει κατέβαζε κάτι
μούτρα, που σέρνονταν πιο χαμηλά από τις σόλες των σανδαλιών της. Δεν ήταν να
χρειαστείς τη βοήθειά της και να την ζητήσεις, και εκείνη έλεγε αμέσως:
"Γιατί εγώ;" Όπως είναι λογικό, η Γιανγκ δεν ήταν και πολύ αγαπητή
στο Χο-ρι-γιό. Όλοι προσπαθούσαν να την αποφύγουν, και όταν χρειάζονταν τη
βοήθειά της ένιωθαν λες και τους πήγαιναν για εκτέλεση.
Δυστυχώς, όμως,
κανείς δεν μπορούσε να ξέρει ποια από τις δύο είχε μπροστά του, για να ξέρει αν
πρέπει να την αποφύγει ή όχι, αφού οι δυο τους έμοιαζαν σαν δυο σταγόνες νερό.
Έτσι, ενώ νόμιζαν ότι ζητούσαν μια χάρη από τη Γιν, έβλεπαν με τρόμο το πρόσωπο
που είχαν απέναντί τους να σκοτεινιάζει και να ρυτιδιάζει και καταλάβαιναν ότι
είχαν κάνει το αίτημά τους σε λάθος άνθρωπο. Και η Γιανγκ τους άρχιζε τη
μουρμούρα και τους χαλούσε όλη τη μέρα. Και στο τέλος, πολλές φορές, δεν
κατάφερνε να τους βοηθήσει. Ίσως επειδή δεν προσπαθούσε και τόσο πολύ.
Οι χωρικοί,
λοιπόν, αγαπούσαν πολύ την Γιν, αλλά τη Γιανγκ δεν την συμπαθούσαν σχεδόν
καθόλου. Και όλο και έκαναν δώρα στην Γιν, μεταξωτά μαντήλια και κάλτσες, και
κορδέλες για τα μαλλιά της, και όμορφες βεντάλιες με πολύχρωμα ζώα επάνω, και
καλάθια με φρούτα... Και τα έβλεπε αυτά η Γιανγκ και ζήλευε την Γιν. Και όλο
γκρίνιαζε ότι εκείνης κανείς δεν της έκανε δώρα και κανείς δεν την αγαπούσε.
Και ρωτούσε συνέχεια τι παραπάνω είχε από εκείνην η Γιν, αφού ήταν ολόιδιες.
Αλλά κανείς δεν της απαντούσε, αφού όλοι την απόφευγαν.
Και τότε η Γιανγκ
τα έβαζε με την Γιν.
- Εσύ φταις για
όλα, της έλεγε. Εσύ και τα ψεύτικα χαμόγελά σου.
Και η Γιν δεν
μιλούσε, επειδή σκεφτόταν ότι η Γιανγκ τα έλεγε όλα πάνω στα νεύρα της, και ότι
δεν τα εννοούσε.
- Ναι, συνέχιζε η
Γιανγκ, εσύ φταις. Είσαι όλο χαμόγελα για να σε συμπαθούνε όλοι, αλλά εγώ,
κυρία μου, τους λέω την αλήθεια, και την αλήθεια δεν θέλουν να την ακούνε. Ενώ
εσύ συνέχεια τους λες αυτό που θέλουν να ακούσουν και γι'αυτό σε αγαπάνε. Αλλά
κάποια μέρα θα το καταλάβουν ότι είσαι ψεύτικη. Και τότε θα δεις εσύ!
Και η Γιν πήγαινε
μια βόλτα μέχρι να ηρεμήσει η Γιανγκ. Αλλά εκείνη όχι μόνο δεν ηρεμούσε, αλλά
θύμωνε κι άλλο.
- Και τώρα,
δηλαδή, τι παριστάνεις; Τη θιγμένη; Εγώ έχω θιχτεί, εγώ! Αλλά έτσι γίνεται
συνήθως... Ναι, ναι, πήγαινε τη βόλτα σου, δε με νοιάζει καθόλου! Πήγαινε, αλλά
αυτό που προσπαθείς να κάνεις δεν θα το καταφέρεις. Στο τέλος όλοι θα
καταλάβουν πόσο ψεύτικη είσαι και εσύ και το χαμόγελό σου.
Και αφού η Γιν
απομακρυνόταν κι άλλο, η Γιανγκ άρχιζε να φωνάζει.
- Μη νομίζεις ότι
δεν έχω καταλάβει τι προσπαθείς να κάνεις! Ξέρω ότι παριστάνεις την καλή για να
σε συμπαθήσουν όλοι και να αντιπαθήσουν εμένα, αλλά δεν θα σου περάσει, να το
ξέρεις!
Και τότε όλο και
εμφανιζόταν κάποιος χωρικός που χρειαζόταν κάποια χάρη, αλλά η Γιανγκ τον έπαιρνε
από τα μούτρα.
- Και εσύ, του
έλεγε, μη νομίζεις ότι δεν ξέρω ότι δεν με συμπαθείς... Αλλά τότε, πώς τολμάς
και ζητάς τη βοήθειά μου; Να πας να σε βοηθήσει η Γιν, αφού εκείνη συμπαθείς
και σε εκείνην κάνεις δώρα... Όλοι σας να πάτε στη Γιν!
Και η Γιν
στενοχωριόταν κατά βάθος, αλλά σκεφτόταν ότι στο τέλος η Γιανγκ θα καταλάβαινε
ότι οι προθέσεις της ήταν αγαθές, δεν ήταν κακιά εξάλλου η Γιανγκ, όχι, κακιά
δεν ήταν. Μόνο λίγο απότομη στους τρόπους ήταν, αλλά εντάξει, αυτό δεν πείραζε.
Έφταιγε και που ένιωθε παραγκωνισμένη, αλλιώς θα φερόταν καλύτερα, γι'αυτό δεν
χωρούσε αμφιβολία. Ναι, δεν ήταν κακιά η Γιανγκ, αυτό έλεγε η Γιν και στους
χωρικούς, όταν σύγκριναν τις δυο τους.
Και όσο η Γιν
έβρισκε δικαιολογίες για την Γιανγκ, τόσο η Γιανγκ εξαγριωνόταν περισσότερο. Τι
παρίστανε, δηλαδή, η Γιν; Ότι εκείνη ήταν υπεράνω; Αυτό ήταν μεγάλη αδικία!
Αφού εκείνη ήταν η θιγμένη!
Και δωσ'του από
την αρχή.
Όμως, κάποτε η Γιν
άρχισε να κουράζεται από όλη αυτήν την κατάσταση. Η Γιανγκ το είχε παρακάνει.
Μέχρι που είχε αρχίσει να την διαβάλλει στο Χο-ρι-γιό και όλες οι κατηγορίες,
με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έφταναν στα αυτιά της Γιν. Εξάλλου, δεν ήταν χαζή
η Γιν, αυτό πρέπει να το πούμε.
- Αν θέλεις να σε
συμπαθούν και εσένα οι χωρικοί, είπε στην Γιανγκ μια μέρα, θα πρέπει να
αλλάξεις τη συμπεριφορά σου. Μιλάς απότομα και αυτό δεν αρέσει στον κόσμο.
- Σκασίλα μου τι
αρέσει στον κόσμο, είπε εκείνη. Εγώ ξέρω πολύ καλά γιατί με αντιπαθούν. Και εσύ
το ξέρεις, αφού εσύ φταις. Εσύ και η υποκρισία σου. Αν δεν ήσουν υποκρίτρια και
έβλεπαν όλοι ότι προσποιείσαι, κανείς δεν θα σε συμπαθούσε.
- Εγώ, πάλι, σου
λέω να ξανασκεφτείς τη συμπεριφορά σου. Δεν χρειάζεται να τους αποπαίρνεις όταν
σου ζητάνε μια χάρη...
- Δεν σου επιτρέπω
να μου λες πώς θα φέρομαι, εγώ δεν είμαι σαν κι εσένα!
- Ναι, αλλά δεν
μπορείς να λες ότι εγώ φταίω για τον τρόπο που σου φέρονται...
- Εσύ φταις,
βέβαια! Αυτό, δα, μας έλειπε, να φταίω εγώ!
- Αν δοκιμάσεις να
αλλάξεις λίγο συμπεριφορά θα το δεις ότι θα αλλάξουν και οι χωρικοί απέναντί
σου...
- Εγώ δεν αλλάζω
για χάρη κανενός! Έτσι είμαι και σε όποιον αρέσω!
- Ναι, αλλά μη λες
μετά ότι κανείς δεν σε συμπαθεί...
- Θα το λέω, άμα
είναι αλήθεια, δεν θα μου πεις εσύ τι θα λέω...
- Εγώ σου το λέω
για το καλό σου...
- Δεν θέλω να μου
δίνεις συμβουλές, κι αν δεν σου αρέσει η παρέα μου, καλύτερα να του δίνεις...
Και τότε η Γιν
σκέφτηκε ότι θα ήταν πράγματι μια καλή ιδέα να φύγει, αφού τίποτα δεν είχε
αποτέλεσμα στην Γιανγκ. Τι κέρδιζε, δηλαδή, με το να κάθεται εκεί; Ε, ναι,
λοιπόν, θα έφευγε. Θα έφευγε μακριά.
- Εντάξει, είπε,
θα φύγω. Και τότε θα εκτιμήσεις την αξία μου.
- Ναι, σιγά...
Αλλά η Γιν ήταν
αποφασισμένη να φύγει. Και ξεκίνησε να φύγει. Δεν τα κατάφερε, δυστυχώς. Είχαν,
βλέπετε, τα ίδια μάτια με την Γιανγκ, τα ίδια μαλλιά, τα ίδια λακκάκια στα
μάγουλα... Ήταν, βλέπετε, και οι δύο παγιδευμένες στο ίδιο σώμα. Στο σώμα ενός
Διδύμου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To comment or not to comment? That is the question