- Μπλα-μπλα-μπλα! είπε ο ένας καρδινάλιος.
Και συνέχισε: Μπλαμπλαμπλα, μπλαμπλαμπλαμπλά!
Μια μύγα, που ετοιμαζόταν να πετάξει προς ένα μισάνοιχτο στόμα, αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα των λόγων του καρδιναλίου και παρέμεινε στη θέση της, μαύρη κουκίδα στον κιτρινωπό τοίχο. Τικ-τακ! έκαναν οι δείκτες ενός ρολογιού χειρός.
- Μπλαμπλαμπλαμπλά, μπλα, μπλαμπλαμπλά, μπλα, μπλαμπλά, πήρε το λόγο ο δεύτερος καρδινάλιος.
- Χα-χα-χα! έκαναν όλοι.
Ήταν ένα αστείο μπλα-μπλα.
Τικ-τακ, έκαναν ξανά οι δείκτες του ρολογιού.
- Μπλα-μπλα, συνέχισε ο καρδινάλιος.
Και ενώ το μπλα-μπλα συνεχιζόταν, πάρα πολλά ζευγάρια μάτια κοιτούσαν με προσήλωση, ενώ ένα σωρό μυαλά διατρέχονταν από άκρη σε άκρη από σκέψεις του τύπου:
- Θα συνεχιστεί πολύ αυτό;
- Ωραία παπούτσια! Πόσο να κάνουν, άραγε;
- Τι ώρα αρχίζει ο αγώνας, είπαμε;
- Ελπίζω ο άχρηστος ο άντρας μου να το βρήκε το φαγητό στο φούρνο.
- Πω-πω, κοίτα το μαλλί εκείνης εκεί: ένα δάχτυλο έχει βγει η ρίζα. Να θυμηθώ να κλείσω ραντεβού στο κομμωτήριο.
- Ωραίο το γκομενάκι. Να είναι ελεύθερο, άραγε;
- Ένα προβατάκι, δύο προβατάκια...
- Κλείδωσα;
- Μια ωραία πεταλούδα...
- Ζζζζζζζζ..........
Πού και πού, κάποια μασελίτσα ανοιγόκλεινε αργά, νωχελικά. Πολλά ζευγάρια βλέφαρα ανοιγόκλειναν, ενώ η επιθυμία τους ήταν εμφανώς να παραμείνουν κλειστά. Τικ-τακ, ξαναέκαναν οι δείκτες του ρολογιού. Η μύγα αποφάσισε να πετάξει. Αρκετή ώρα είχε μείνει ακίνητη.
Το λόγο πήρε και η καρδιναλίτσα.
- Μπλα-μπλαμπλαμπλα,... άρχισε να μιλάει κι εκείνη.
Ύστερα ξαναπήρε το λόγο ο δεύτερος καρδινάλιος. Το ακροατήριο συνέχιζε να κοιτάζει τον ομιλητή. Η μύγα βγήκε από την αίθουσα. Τικ-τακ, ξαναέκανε το ρολόι.
Και τα "τικ-τακ" περνούσαν, και οι καρδινάλιοι μιλούσαν, και το κοινό αδημονούσε... Και όταν, επιτέλους, τελείωσαν οι ομιλίες, είχε κιόλας βραδυάσει και στο φούρνο του χρόνου ψηνόταν ήδη η επόμενη μέρα.
Τικ-τακ! έκανε το ρολόι. Τόσα "τικ-τακ" περασμένα, τόσα λεπτά χαμένα, για πάντα. Χαμένα, για ένα μπλα-μπλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To comment or not to comment? That is the question